Για την αντίφαση ανάμεσα στο restart που επιχειρεί ο κατασκευαστικός κλάδος – ακόμη και υπό συνθήκες υψηλού πληθωρισμού, επιτοκίων και γεωπολιτικών συγκρούσεων – και στις διαχρονικές παθογένειες που επιμένουν και συντηρούνται, μίλησε στο Athens Investment Forum, o Πέτρος Σουρέτης, Εντεταλμένος Σύμβουλος και Εκτελεστικός Μέλος Δ.Σ. της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ.
Ιδιαίτερη μνεία όμως έκανε και σε έργα που μπορούν να τρέξουν με ιδιωτική πρωτοβουλία, με σύγχρονες μελέτες και αξιοποιώντας εκσυγχρονιστικές προβλέψεις του νομοθετικού πλαισίου, τα οποία ωστόσο όπως είπε παραμένουν στα συρτάρια. «Κάθε μέρα εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας ταλαιπωρούνται στους δρόμους της Αττικής, χάνοντας αμέτρητες εργατοώρες αλλά και κάθε έννοια ποιότητας ζωής, λόγω της κυκλοφοριακής συμφόρησης. Κι όμως από την άνοιξη έχουν κατατεθεί και από τη δική μας εταιρεία και από άλλες μεγάλες εταιρείες πρότυπες προτάσεις για τη Μελέτη, Κατασκευή, Χρηματοδότηση, Λειτουργία, Συντήρηση & Εκμετάλλευση των οδικών αξόνων που θα συνδέουν: την Αττική Οδό από το Αεροδρόμιο έως τα Καλύβια, τη Δυτική Περιφερειακή Υμηττού με τη Ραφήνα, και τη Δυτική Περιφερειακή Υμηττού με τη Λ. Βουλιαγμένης».
Επιπλέον, ο Πέτρος Σουρέτης αναφέρθηκε και σε νομοθετικές πρωτοβουλίες για τη βελτίωση του πλαισίου λειτουργίας της αγοράς. «Ο Νόμος 4782 του 2021 που θα θεράπευε τις αδυναμίες του 4412, αγνόησε σε μεγάλο βαθμό τις ενστάσεις και τις αντιπροτάσεις της αγοράς. Το πολυαναμενόμενο Παρατηρητήριο Τιμών που θα γεφύρωνε το χάσμα ανάμεσα στις ανεδαφικές κοστολογικές προβλέψεις των έργων και στη σύγχρονη πραγματικότητα των διεθνών τιμών, παραμένει κενό γράμμα, με αποτέλεσμα να τελειώνει το 2023 και 20 χρόνια μετά ο κλάδος να καλείται να εκτελέσει έργα με τα δεδομένα του τιμολογίου Σουφλιά του 2004. Άλλες χώρες των Βαλκανίων, όπως η Ρουμανία, προχωρούν σε αναθεωρήσεις του κόστους των έργων έως και 60% και στην Ελλάδα συζητάμε ακόμη για το 5%», σημείωσε χαρακτηριστικά.
«Ελλιπείς μελέτες, υποκοστολογημένα έργα και κακοί σχεδιασμοί, οδηγούν σε άγονους διαγωνισμούς ακόμα και σε κρίσιμα έργα με έντονο περιβαλλοντικό χαρακτήρα όπως πχ το Φράγμα Χαβρία. Ίσως να ακούγεται ως κριτική, αλλά δεν είναι. Είναι μία κραυγή αγωνίας του κλάδου, αναγνωρίζοντας πως η δημόσια διοίκηση είναι υποστελεχωμένη και διαθέτει περιορισμένους πόρους. Δεν κουνάμε το δάχτυλο, τείνουμε χείρα βοηθείας προς την πολιτεία. Η ελληνική κατασκευαστική αγορά, με όλα τα της τα προβλήματα και τις αδυναμίες, διαθέτει μία συσσωρευμένη εμπειρία και μία εξειδικευμένη γνώση που μπορεί να προσφέρει λύσεις και να συνδράμει με πολύ ανταγωνιστικές προσεγγίσεις» δήλωσε, προσθέτοντας πως «Έχουμε αποδείξει έμπρακτα πως είμαστε εδώ όταν η πατρίδα μας δοκιμάζεται, όπως έδειξε και η κινητοποίησή μας στις πρόσφατες φυσικές καταστροφές. Η αναγέννηση του κατασκευαστικού κλάδου είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ευημερία της χώρας μας, ιδίως επειδή είναι η δραστηριότητα με τη σημαντικότερη εγχώρια προστιθέμενη αξία, που προσφέρει απασχόληση, πολλαπλασιαστική οικονομική δύναμη και τελικά ποιότητα και ασφάλεια στη ζωή των συνανθρώπων μας».
Ειδικά για την επίδραση των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης στο σχεδιασμό των έργων, αλλά και στη δυνατότητα του κατασκευαστικού κλάδου να προσφέρει σύγχρονες λύσεις που θα προστατεύουν και θα βελτιώνουν την ανθρώπινη ζωή, ο κ. Σουρέτης ανέφερε: «Βιώνουμε αναμφίβολα τα πρώτα ξεκάθαρα σημάδια της κλιματικής κρίσης. Οι πρόσφατες πλημμύρες στην Ελλάδα υπέδειξαν ότι οι βασικές παράμετροι που χρησιμοποιούνται για το σχεδιασμό και την κατασκευή γεφυρών, φραγμάτων, τεχνικών έργων και συγκοινωνιακών αξόνων, πρέπει να αλλάξουν δραστικά, ώστε να «αντέχουν» από εδώ και στο εξής τα αυξανόμενα επίπεδα βροχής και πλημμύρας. Χρειάζεται να επανεξετάσουμε όλες τις υποδομές, τις υφιστάμενες και όσες βρίσκονται υπό κατασκευή». Παράλληλα, ανέφερε πως η ανθρωπότητα αποζητά τη συνεχή βελτίωση της καθημερινότητας και της ποιότητας ζωής, προκρίνοντας σύγχρονες υποδομές, δίνοντας προτεραιότητα στο μετασχηματισμό και την καινοτομία. «Κτήρια κλιματικά ουδέτερα, έξυπνα κατασκευαστικά έργα υποδομής με πρόβλεψη κινδύνου, ενεργειακή εξοικονόμηση και αυτονόμηση, στρώνουν το δρόμο για ένα νέο τομέα ανάπτυξης smart green και sustainable infrastructure», κατέληξε.