Μέχρι το τέλος του 2023 προγραμματίζεται να παραδοθεί στους Αθηναίους και τους επισκέπτες της πρωτεύουσας το αποκαταστημένο Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού, το οποίο συγκροτείται από 18 κτίρια και τον περιβάλλοντα χώρο τους, στο οικοδομικό τετράγωνο που περικλείεται από τις οδούς Άρεως, Αδριανού, Βρυσακίου και Κλάδου, στην Πλάκα. Ο συνολικός προϋπολογισμός, συμπεριλαμβανομένου του κόστους των απαλλοτριώσεων και των μελετών, καθώς και των εθνικών πόρων που διετέθησαν σε εύρος 20ετίας, ξεπερνά τα 30.000.000 ευρώ, όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Πολιτισμού.
Το έργο αποκατάστασης του Μουσείου ξεκίνησε αρχές του 1999, οπότε και το υπουργείο Πολιτισμού ανέλαβε μια καθοριστικής σημασίας πρωτοβουλία, να διασώσει και να αναδείξει ένα μικρό εναπομείναν τμήμα της συνοικίας Βρυσάκι, ανατολικά της Στοάς του Αττάλου, που επιβίωσε της κατεδάφισης, αλλά επί δεκαετίες είχε εγκαταλειφθεί στη φθορά του χρόνου.
Πρόκειται για «τα 18 οικήματα, τα οποία συνθέτουν το Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού. Εδώ, βρίσκονται μια μοναδική διώροφη οικία της οθωνικής περιόδου, το αρχοντικό Χωματιανού-Λογοθέτη –όπου φιλοξενήθηκε ο Έλγιν, οποίος σύμφωνα με μαρτυρίες, εδώ, συσκεύασε τα Γλυπτά για να τα μεταφέρει στο Λονδίνο- τα κατάλοιπα του παλαιοχριστιανικού ναού του Αγίου Θωμά, τμήμα του υστερορρωμαϊκού τείχους, το εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου, που έψελνε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, η οικία Δραγούμη, η πλατεία Κλάδου, συνδεμένη με τη μορφή του Αγίου Νικολάου Πλανά», όπως σημείωσε η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, πραγματοποιώντας αυτοψία στο Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού.
Ο νεότερος πολιτισμός
Με μία νέα, σύγχρονη και πρωτότυπη επιστημονική και αισθητική προσέγγιση, το αναγεννημένο Μουσείο Νεότερου Ελληνικού Πολιτισμού «παντρεύει» την παραδοσιακή αρχιτεκτονική, το φυσικό και αστικό περιβάλλον και τις σύγχρονες τεχνολογίες και αναζωογονεί μια ιστορική γειτονιά της Αθήνας, μετατρέποντάς τη σε πολυχώρο ανάδειξης και προβολής της νεότερης υλικής και άυλης πολιτιστικής ιστορίας και κληρονομιάς της Ελλάδας.
Ο νεότερος ελληνικός πολιτισμός προβάλλεται σφαιρικά, μέσα από μια ερμηνευτική προσέγγιση της υλικής και της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. Τα αντικείμενα της λαϊκής τέχνης γίνονται η αφορμή και το μέσον για να αναδειχθούν ο τρόπος ζωής, οι αντιλήψεις και τα αισθητικά πρότυπα, η τεχνογνωσία και η τέχνη των ανθρώπων του πρόσφατου παρελθόντος, αυτά που καθόρισαν την ταυτότητα του παρόντος και προοικονομούν, ως ένα βαθμό, το μέλλον.
Εκτός της μόνιμης έκθεσης, το ΜΝΕΠ διαθέτει χώρο εκπαιδευτικών προγραμμάτων, χώρους περιοδικών εκθέσεων και εκδηλώσεων, υπαίθριο θέατρο, καφετέρια και πωλητήριο.