Για την εξέλιξη των αρχαιολογικών ανασκαφών ενημερώθηκαν στις 7 Νοεμβρίου, οι επικεφαλής τριών θρησκευτικών κοινοτήτων, που είναι υπεύθυνες για τον Πανάγιο Τάφο στην Ιερουσαλήμ. Πρόκειται για την Ελληνορθόδοξη, τη Λατινική Καθολική που εκπροσωπείται από την Εφορεία για τους Ιερούς Τόπους και την Αρμένικη.
Η εξέλιξη των αρχαιολογικών ανασκαφών παρουσιάστηκε στις εγκαταστάσεις της Εφορείας και την επόπτευε το Τμήμα Αρχαίων Επιστημών του πανεπιστημίου της Ρώμης «La Sapienza,» του ιδρύματος που ηγείται των ανασκαφών.
Οι εργασίες, που έχουν ξεκινήσει πριν από δύο χρόνια, έχουν ήδη αποφέρει ορισμένα προκαταρκτικά συμπεράσματα. Μεταξύ των πιο σημαντικών ευρημάτων είναι η ανακάλυψη πως, το σημείο βρίσκεται πάνω από ένα αρχαίο λατομείο, η δραστηριότητα του οποίου άλλαξε ριζικά τον υποκείμενο βράχο με την πάροδο του χρόνου.
Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, οι τελευταίες εξορύξεις από αυτό το λατομείο σχετίζονται με την κατασκευή του πρώιμου χριστιανικού συγκροτήματος, στη διάρκεια της περιόδου που είχαν αρχίσει να ανεγείρονται οι πρώτες λατρευτικές δομές.
Σ’ ένα περιβάλλον όπου ήταν συνηθισμένη η χρήση των αρχαίων λατομείων για γεωργικούς σκοπούς, οι ερευνητές ανακάλυψαν χαμηλούς τοίχους που είναι χαρακτηριστικοί των περιοχών που προορίζονταν για καλλιέργεια σε μεταγενέστερες περιόδους.
Μία από τις πιο αξιόλογες ανακαλύψεις, είναι ο εντοπισμός της περιοχής που, σύμφωνα με τις αρχαίες Χριστιανικές πηγές, μπορεί να στέγαζε έναν λατρευτικό ναό που χτίστηκε στη διάρκεια της αυτοκρατορίας του Αδριανού.
Ο χώρος αυτός, μικρότερος απ’ ό,τι προέβλεπαν προγενέστερες υποθέσεις από αρχαιολόγους, όπως δήλωσε ο Corbo, μάλλον δεν ήταν το Ρωμαϊκό Καπιτώλιο, αν και φαίνεται ότι μπορεί να χρησιμοποιήθηκε για να περιορίσει την πρόσβαση στον τάφο του Ιησού, διατηρώντας έτσι την μνήμη του στη συνείδηση των πρώτων Χριστιανών.
Οι αρχαιολόγοι σκοπεύουν να συνεχίσουν τις ανασκαφές στο βόρειο κλίτος του σημερινού ναού που θα προσφέρει επιπλέον στοιχεία σχετικά με τη διάταξη και τη χρήση του ιερού αυτού χώρου στη διάρκεια της συγκεκριμένης περιόδου.