Δύο νέα προγράμματα «Εξοικονομώ» σχεδιάζει το υπουργείο Περιβάλλοντος για το τρέχον έτος, σύμφωνα με όσα δήλωσε η υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αλεξάνδρα Σδούκου.
Το πρώτο νέο «Εξοικονομώ», το οποίο σχεδιάζει η Κυβέρνηση, σύμφωνα με την Αλεξάνδρα Σδούκου θα αφορά τους κοινωνικά ευάλωτους και θα προβλέπει υψηλότερη επιδότηση.
Το δεύτερο νέο «Εξοικονομώ» θα αφορά όλα τα άλλα νοικοκυριά (δηλαδή τα μη ευάλωτα) και θα προβλέπει διεύρυνση εισοδηματικών κριτηρίων.
Τέσσερα προγράμματα εξοικονόμησης ενέργειας για νοικοκυριά, αγρότες και επιχειρήσεις παραμένουν «ανοιχτά» αλλά λήγουν έως μέσα Μαΐου.
Σύμφωνα με όσα ανέφερε η Υπουργός Ενέργειας και Περιβάλλοντος, Αλεξάνδρα Σδούκου, το πρώτο πρόγραμμα εξοικονόμησης ενέργειας αφορά σε νοικοκυριά και επιδοτεί έως 50% την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών. Για τους κοινωνικά ευάλωτους με ατομικό εισόδημα έως 20.000 ευρώ, επιδότηση μπορεί να φτάσει ακόμα και το 75%.
Το δεύτερο πρόγραμμα αφορά στους αγρότες και προβλέπει επιδότηση για εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στο χωράφι. Σύμφωνα με την Αλεξάνδρα Σδούκου, μέσα σε 20 μέρες, οι αιτήσεις των αγροτών ανέρχονται κοντά στις 4.000.
Το τρίτο πρόγραμμα είναι το «Εξοικονομώ» και αφορά σε επιχειρήσεις -πχ εστίαση, τουρισμό- και προβλέπει επιδότηση για ενεργειακή αναβάθμιση.
Το τέταρτο πρόγραμμα αφορά και πάλι σε επιχειρήσεις και προβλέπει επιδότηση εγκατάστασης αντλιών θερμότητας κ.λπ.
Τα προγράμματα «Εξοικονομώ» –χρονολογούνται πριν το 2010 αλλά επισήμως με καταχωρημένα στοιχεία καταγράφονται από εκείνη την χρονιά– έχουν ως στόχο «την προώθηση της εθνικής και ενωσιακής πολιτικής για την εξοικονόμηση ενέργειας, μέσω της αναβάθμισης της ενεργειακής κλάσης των κατοικιών».
Το «Εξοικονομώ» εντάσσεται «στα εμβληματικά έργα του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας με τον συνολικό προϋπολογισμό να ανέρχεται στα 300.000.000 ευρώ, από τα οποία διατίθενται 60.000.000 ευρώ αποκλειστικά για ευάλωτα νοικοκυριά, με στόχο την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας».
Στην Ελλάδα, βάσει των ευρωπαϊκών οδηγιών, θα πρέπει έως το 2035 να αναβαθμιστούν ενεργειακά οι κατοικίες που είναι ενεργειακής κλάσης χαμηλότερης της «Ε», ήτοι περίπου 1.300.000 κατοικίες. Σε περίπτωση που οι ιδιοκτήτες τους δεν υλοποιήσουν τα απαιτούμενα έργα, δεν θα μπορούν να τις νοικιάσουν, να τις πουλήσουν, ή να τις μεταβιβάσουν στα παιδιά τους.