Σήμερα ο γερμανικός οίκος αξιολόγησης Scope Ratings καλείται να αξιολογήσει την ελληνική οικονομία και κυρίως να δείξει εάν μπορεί να αποτελέσει εκ νέου τον πρώτο οίκο που θα σημάνει πλέον την επιστροφή της χώρας στο καθεστώς της επενδυτικής βαθμίδας.
Ο γερμανικός οίκος βρίσκεται «ένα βήμα» από το να λάβει την επίσημη αυτή έγκριση, όπως η ελληνική οικονομία απέχει ένα «σκαλοπάτι» για να επανέλθει στο διεθνές επενδυτικό «κατεστημένο». Ο Scope αξιολογεί την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας σε ΒΒ+ με θετικό outlook μία μόλις βαθμίδα από τον πολυπόθητη επενδυτική.
Ο γερμανικός οίκος αξιολόγησης που φιλοδοξεί να καταστεί η ευρωπαϊκή απάντηση (έχει καταθέσει σχετική αίτηση στην ΕΚΤ) στους τοπ τέσσερις οίκους (DBRS, S&P, Moody’s, Fitch), που είναι σήμερα αποδεκτοί και από το ευρωσύστημα ως εξωτερικοί οργανισμοί αξιολόγησης (ECAIs), αναμένει πως η ανάπτυξη στην Ελλάδα θα κυμανθεί στο 2,3% εφέτος (έναντι 1,2% που προέβλεπε τον Δεκέμβριο) και 1,6% το 2024, με το δημόσιο χρέους ως προς ΑΕΠ να υποχωρεί στο 161,2% και 154% αντίστοιχα φθάνοντας μάλιστα στο 142,2% το 2028, κάτι που σημαίνει πως θα έχει υποχωρήσει κατά 64,1 ποσοστιαίες μονάδες από το ιστορικό υψηλό του 206,3% του ΑΕΠ του 2020.
Οι σχέσεις της Ελλάδας με την Ευρώπη έχει ενισχυθεί θεσμικά τα τελευταία χρόνια, συμπεριλαμβανομένης ουσιαστικά και της καλύτερης πρόσβασης στην χρηματοδότηση από την ΕΚΤ. Όσο η Ελλάδα συμμορφώνεται με τους κανόνες της Ευρώπης, η Scope θεωρεί ότι η ΕΚΤ θα στηρίζει τις ελληνικές αγορές αν χρειαστεί και στο μέλλον από τυχών δυσμενείς καταστάσεις. Το αποτέλεσμα των εκλογών στηρίξει εξάλλου το ανάχωμα αυτό τουλάχιστον για τα επόμενα 4 χρόνια.
Η αξιολόγηση της Ελλάδας εξακολουθεί αυτή την στιγμή να αντανακλά τις εξής προκλήσεις:
1. Το (ακόμα) υψηλό χρέος
2. Το αδύναμο τραπεζικό σύστημα (αν και τα κόκκινα δάνεια έχουν μειωθεί).
3. Τις αβεβαιότητες γύρω από την δημοσιονομική πολιτική μετά τη χαλάρωση της ευρωπαϊκής εποπτείας
4. Το μακροπρόθεσμο πολιτικό ρίσκο.