Ακόμα και πολίτες σε χώρες με υψηλό επίπεδο αποταμιεύσεων, όπως η Γερμανία και η Αυστρία, έχουν αρχίσει να ανησυχούν για τις επιπτώσεις

Η δραματική κάμψη των τουριστικών εσόδων, όχι μόνον στην Ελλάδα, αλλά σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, θα έχει δραματικές επιπτώσεις και πέρα από τον καλοκαιρινό τουρισμό θα πλήξει και τον χειμερινό.

Του Αθανάσιου Παπανδρόπουλου

Με άλλα λόγια, για χώρες όπως η Αυστρία, η Ελβετία, η Γαλλία κ.α., τα νέα δεν είναι καθόλου καλά.

Παράλληλα δε, πλήττονται και άλλες δραστηριότητες, γεγονός που σε συνδυασμό μ’ έναν δεύτερο γύρο πανδημίας κάνει το όλο κλίμα εκρηκτικό.

Την ίδια στιγμή, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προβληματίζονται για την αντοχή τους να στηρίξουν εργαζομένους και επιχειρήσεις υπό συνθήκες πανδημίας.

Αν σταματήσει η βοήθεια αυτή τι θα συμβεί;

Όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ μας, οι Οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, που βοηθούν τους Ευρωπαίους με οικονομικά προβλήματα, προειδοποιούν πως θα αυξηθεί κατακόρυφα ο αριθμός των νοικοκυριών που αδυνατούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους.

Ακόμα και πολίτες σε χώρες με υψηλό επίπεδο αποταμιεύσεων, όπως η Γερμανία και η Αυστρία, έχουν αρχίσει να ανησυχούν.

«Σε ορισμένες περιοχές βλέπουμε ήδη περισσότερα αιτήματα ανθρώπων που αναζητούν οικονομικές συμβουλές σε σχέση με πέρυσι. Το φθινόπωρο αναμένουμε αύξηση της συμβουλευτικής παντού έως και 40%», σχολίασε η Μαρία Κεμετμίλερ, υψηλόβαθμο στέλεχος συμβουλευτικής στην Αυστρία.

Αυτού του είδους οι ανησυχίες είναι μόνον μερικές από τις απειλές για την ανάκαμψη, διότι οδηγούν σε μείωση των δαπανών.

Παράλληλα, ορισμένες έρευνες καταλήγουν ότι όσο περισσότεροι αδυνατούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος για ευρύτερη χρηματοπιστωτική αστάθεια.

Το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Υπερχρέωσης (ECDN) υπολογίζει ότι έως και 10% των νοικοκυριών της .Ε.Ε αντιμετωπίζει ήδη οικονομικά προβλήματα, ενώ ορισμένοι εκτιμούν ότι το ποσοστό αυτό θα υπερδιπλασιαστεί.

Σύμφωνα με τελευταία έρευνα του γνωστού Ινστιτούτου Bruegel, στις Βρυξέλλες, σχεδόν το 35% των ευρωπαϊκών νοικοκυριών πίστευε ότι δεν θα μπορούσε να καλύψει κάποια έκτακτη δαπάνη ακόμα και πριν από την επέλαση αυτής της κρίσης.

Οι οικογένειες στις χώρες της Νοτίου Ευρώπης ήταν πιο «εύθραυστες» οικονομικά. Βασικός παράγων των οικονομικών προβλημάτων είναι βεβαίως η απώλεια του εισοδήματος.

Συνεπώς, ο πλήρης οικονομικός αντίκτυπος της πανδημίας δεν έχει ακόμα ξεδιπλωθεί, καθώς βρίσκονται σε ισχύ τα προγράμματα στήριξης εργαζομένων.

Ωστόσο, πολλές κυβερνήσεις, οι οποίες ανησυχούν για τα δικά τους χρέη, προγραμματίζουν τη μείωση αυτής της στήριξης που ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση της ανεργίας.

Αυτός είναι και ο βασικός λόγος που από τις στήλες αυτές υποστηρίξαμε ότι μια πραγματική προοδευτική κοινωνική πολιτική θα ήταν η σταδιακή διαγραφή χρεών νοικοκυριών που βρίσκονται, είτε σε συνθήκες φτώχειας, είτε σε διαδικασία φτωχοποίησης.

Η κατάσταση είναι πολύ πιο σοβαρή από αυτήν που περιγράφουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) προειδοποίησε τον προηγούμενο μήνα για αρκετά σοβαρή επίπτωση στους χαμηλόμισθους, στις γυναίκες, στους μετανάστες και στους νέους ανθρώπους.

Οι κατηγορίες αυτές συχνά απασχολούνται σε εργασίες που δεν προσφέρονται στην εξ αποστάσεως προσφορά εργασίας. Άρα δεν μπορούν να εργάζονται από το σπίτι και κάποιοι δεν έχουν αυτήν τη δυνατότητα. Κίνδυνοι υπάρχουν επίσης και για τους υψηλόμισθούς, ακριβώς γιατί σήμερα σε συγκεκριμένους κλάδους κοστίζουν ακριβά σε επιχειρήσεις με μηδέν έσοδα.

Ακόμα, στον χώρο των ελεύθερων επαγγελματιών, αρκετοί αυτοαπασχολούμενοι είναι ευάλωτοι, διότι συνήθως εξαρτώνται από έναν μικρό αριθμό πελατών και ενδεχομένως να μην έχουν πρόσβαση σε όλα τα κρατικά προγράμματα στήριξης.

Σε ακόμη μεγαλύτερη κλίμακα, η ΕΚΤ, (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα), δήλωσε πως ένας από τους κινδύνους για την οικονομία είναι η βιωσιμότητα του χρέους των νοικοκυριών.

Η προσωρινή ανακούφιση από την εξόφληση των χρεών θα μπορούσε να μετριάσει το πρόβλημα, αλλά μόνο βραχυπρόθεσμα.

Κατά συνέπεια η γνωστή πρόταση του Μάριο Ντράγκι, για γενναία διαγραφή ιδιωτικού χρέους, παραμένει εξόχως επίκαιρη.