Στο στόχαστρο της εφορίας μπαίνουν οι εφαρμογές “blockchain”, δηλαδή τα προγράμματα που χρησιμοποιούνται για την κατοχή και χρήση κρυπτονομισμάτων, τη μεταβίβαση μετόχων και άλλων χρηματοοικονομικών προϊόντων, τα ηλεκτρονικά «πορτοφόλια» και άλλες μορφές συναλλαγών μέσω ηλεκτρονικού χρήματος που γίνονται τόσο στο Ιντερνετ όσο και στο dark web.
Το Βlockchain είναι ένα μητρώο, μια βάση δεδομένων, όπου αποθηκεύονται και επαληθεύονται πληροφορίες και δεδομένα, με τη χρήση κρυπτογραφικών μεθόδων και με τέτοιο τρόπο, ώστε να δημιουργείται μία συνεχής αλυσίδα δεδομένων. Κάθε τροποποίηση μίας πληροφορίας που έχει καταγραφεί στο μητρώο επηρεάζει αναγκαστικά όλες τις μεταγενέστερες καταχωρήσεις. Η πλατφόρμα Βlockchain μπορεί να είναι δημόσια/ανοιχτή ή ιδιωτική/κλειστή, αντίστοιχα όπως είναι το internet και τα εσωτερικά δίκτυα (intranets). Η διαφορά της τεχνολογίας blockchain από τις υπόλοιπες, σχετικές, βάσεις δεδομένων είναι ότι για την τήρησή της δεν είναι αρμόδια μία κεντρική αρχή, αλλά οι λεγόμενοι κόμβοι – nodes- που δεν είναι άλλοι από τους χρήστες που έχουν εγκαταστήσει το απαιτούμενο λογισμικό και έχουν ανά πάσα στιγμή πρόσβαση και εικόνα του μητρώου και ενημερώνουν το μητρώο για τις αλλαγές σε αυτό.
Αρχικά θεωρήθηκε ως η τεχνολογία που επιτρέπει συναλλαγές κρυπτονομισμάτων όπως το bitcoin χωρίς τη μεσολάβηση ενός μεσάζοντα. Σήμερα πολλές επιχειρήσεις και δημόσιοι οργανισμοί δοκιμάζουν εφαρμογές blockchain. Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) είχε ζητήσει και έλαβε τεχνογνωσία από το αμερικανικό IRS ειδικά για τους ελέγχους αυτούς. Και ήδη όμως, σε ελέγχους που διεξάγουν για αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσία, στελέχη της ΑΑΔΕ εντοπίζουν όλο και πιο συχνά εμβάσματα χιλιάδων ευρώ που τα επικαλούνται οι ελεγχόμενοι για δικαιολογήσουν την προέλευση των χρημάτων ή των αγορών τους, τα οποία προέρχονται από μετατροπές Bitcoin ή άλλων κρυπτονομισμάτων, σε ευρώ και άλλα ξένα νομίσματα. Η τακτική αυτή διευρύνεται και σε άλλα επενδυτικά και χρηματοοικονομικά προϊόντα.
Στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Oικονομικών είναι, εξετάζουν το ενδεχόμενο φορολόγησης των κρυπτονομισμάτων και των κερδών τους ως …επένδυση χαρτοφυλακίου, πιθανώς με φόρο 15% όπως στις μετοχές.
Για την ώρα το ΥΠΕΘΟ έθεσε σε δημόσια διαβούλευση μια ειδική νομοθετική διάταξης που ρυθμίζει το blockckain στην Ελλάδα. Στόχος είναι η λήψη εφαρμοστικών μέτρων του Κανονισμού (ΕΕ) 2022/858 σχετικά με τις υποδομές της αγοράς τεχνολογίας κατανεμημένου καθολικού («Distributed Ledger Technology» ή «DLT»). Προς τον σκοπό αυτό διευρύνεται ο ορισμός ώστε να περιλαμβάνει και τα χρηματοπιστωτικά μέσα (μετοχές, ομόλογα κ.λπ.) που διακινούνται μέσω τεχνολογίας blockchain (DLT). Ετσι λοιπόν στην Ελλάδα ορίζεται ως υπεύθυνη αρχή η Επιτροπή Κεφαλιαγορας. Παράλληλα εισάγονται διατάξεις σχετικά με το πού καταχωρούνται τα χρηματοπιστωτικά μέσα DLT, ποιοι είναι οι δικαιούχοι, πώς μεταβιβάζονται και πώς συστήνονται εμπράγματα δικαιώματα.
Σήμερα στην Ελλάδα, τα κρυπτονομίσματα δηλώνουν κυρίως… οι άνεργοι και όσοι έχουν ανάγκη να καλύπτουν τεκμήρια ή προσαύξηση περιουσίας. Ως τώρα το bitcoin αντιμετωπίζεται σαν ένα μέσο πληρωμής και όχι ψς επενδυτικό προϊόν. Έτσι και η αγοραπωλησία του δεν εμπίπτει σε ΦΠΑ, ούτε υπάρχει όμως και σχετική πρόβλεψη ως προς τη φορολογία από πλευρά εισοδήματος, όταν το bitcoin διακρατάται ως περιουσιακό στοιχείο που δίνει κέρδη κατά την πώλησή του.
Οι πιο συνεπείς, παρότι δεν έχουν υποχρέωση, δηλώνουν αρχικά την αξία κτήσης και μετά την αξία πώλησης στους κωδικούς 743 και 781 της δήλωσης φόρου εισοδήματος. Μετά καταχωρούν την «υπεραξία» που αποκόμισαν στον κωδικό 865 του Ε1 και «καθαρίζουν» πληρώνοντας φόρο 15% (1.500 ευρώ στο παράδειγμα των 10.000 ευρώ) σαν να είχαν πχ κέρδη από τους τόκους καταθέσεων ή μερίδια αλλοδαπής, ώστε να μπορούν να τα επικαλεστούν όταν χρειαστεί.
Η Ελλάδα, όπως και στην περίπτωση των κρυπτογαμάτων φαίνεται φαίνεται πως υιοθετεί τις διεθνείς τάσεις και πρακτικές. Ο χρηματοοικονομικός τομέας και οι τομείς εφοδιαστικής αλυσίδας πρωτοστατούν στην ανάπτυξη εφαρμογών blockchain και επιχειρηματικών μοντέλων. Ολοένα και περισσότερες εταιρείες, οργανισμοί και δημόσιες αρχές επενδύουν σημαντικούς πόρους και εφαρμόζουν πιλοτικά τη νέα τεχνολογία, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή από τον Φεβρουάριο του 2018 να έχει συστήσει παρατηρητήριο και forum με σκοπό την προώθησή της.