Ακριβά θα πληρώσουν φέτος το πετρέλαιο θέρμανσης οι καταναλωτές, αφού παύει η επιδότηση της τιμής στην αντλία, όπως ίσχυε πέρυσι σχεδόν σε όλη την διάρκεια της περιόδου διάθεσής του.
Στην απόφαση αυτή για το πετρέλαιο θέρμανσης φαίνεται να καταλήγουν στο υπουργείο Οικονομικών για δύο βασικούς λόγους.
Ο ένας είναι δημοσιονομικός, αφού καταβάλλεται προσπάθεια να εξοικονομηθούν κονδύλια που θα στηρίξουν τους πληγέντες στην Θεσσαλία και ο άλλος σχετίζεται με την κοινοτική ντιρεκτίβα να σταματήσει κάθε μορφής οριζόντια παρέμβαση στην αγορά.
Να σημειωθεί ότι οι οριζόντιες επιδοτήσεις υπήρξαν λόγω της πανδημίας και από πέρυσι ξεκίνησε η σταδιακή απόσυρσή τους και πλέον ουσιαστικά δεν υφίστανται σε όλη την Ευρωζώνη. Αντ’ αυτού υπάρχουν οι στοχευμένες, οι οποίες αφορούν κατά κύριο λόγο τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Πως διαμορφώνονται οι τιμές στην αντλία
Έτσι με βάση τα σημερινά δεδομένα η μέση τιμή διάθεσης του πετρελαίου θέρμανσης, θα διαμορφώνεται στην περιοχή του 1,5 ευρώ το λίτρο, ενώ πέρυσι λίγες ημέρες μετά την έναρξη διάθεσής του ήταν στο 1,412 ευρώ. Σε αυτή την τιμή βέβαια υπήρχε διπλή επιδότηση συνολικού ύψους 32 λεπτών το λίτρο (25 λεπτά από το κράτος και 7 λεπτά από τα διυλιστήρια). Κατά συνέπεια η πραγματική τιμή διάθεσης θα ήταν στα 1,732 ευρώ το λίτρο.
Εφέτος δηλαδή η τιμή, σε πραγματικές συνθήκες, θα είναι μεν χαμηλότερη κατά περίπου 23 λεπτά το λίτρο, αλλά οι καταναλωτές θα κληθούν να την πληρώσουν κατά περίπου 8 με 10 λεπτά ακριβότερα, λόγω της απουσίας επιδότησης στη αντλία (θεωρείται μάλλον σίγουρο ότι το παράδειγμα του κράτος θα το ακολουθήσουν και τα διυλιστήρια). Όλα αυτά βέβαια με βάση τα σημερινά δεδομένα, αφού οι μεταβολές είναι συχνές.
Για παράδειγμα πέρυσι, ενώ η τιμή ξεκίνησε στα 1,412 ευρώ (μέσα επίπεδα), έφτασε λίγο πριν τις γιορτές των Χριστουγέννων περίπου στα 1,12 ευρώ το λίτρο, λόγω της υποχώρησης των διεθνών τιμών του πετρελαίου και της τότε ενίσχυσης του ευρώ έναντι του δολαρίου.
Το πετρέλαιο θέρμανσης πωλείται κατά μέσο όρο περίπου 30 λεπτά φθηνότερα από το diesel κίνησης. Εφέτος η τιμή του diesel είναι κοντά στο 1,8 ευρώ, ενώ πέρυσι στα μέσα Οκτωβρίου ήταν πάνω από το 2,1 ευρώ λίτρο.
Πάντως η τελική διαμόρφωση της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης σε έναν μήνα από σήμερα, όταν και ξεκινάει η διάθεσή του, θα εξαρτηθεί πρωτίστως από την διεθνή τιμή του Brent και επιπροσθέτως από την ισοτιμία ευρώ – δολαρίου. Σήμερα η εικόνα δεν είναι καλή, αφού το Brent έχοντας κάνει ένα μίνι ράλι είναι στα επίπεδα των 92 δολαρίων το βαρέλι με την τάση να είναι ανοδική, ενώ και η ισοτιμία δείχνει να πιέζεται υπέρ των αμερικάνικου νομίσματος.
Μικρές αλλαγές στο επίδομα θέρμανσης
Έτσι λοιπόν ο μοναδικός τρόπος στήριξης των νοικοκυριών – όχι όλων – θα είναι εφέτος το χειμώνα το επίδομα θέρμανσης το οποίο θα καταβληθεί με βάση το περυσινό μοντέλο, δηλαδή με τα ίδια εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια.
Όπως δήλωσε χθες ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης (ANT1) το επίδομα θέρμανσης θα δοθεί όπως και πέρυσι με κάποιες διαχειριστικού τύπου αλλαγές. Μεταξύ των αλλαγών περιλαμβάνεται η κατάργηση της χορήγησης διπλού επιδόματος για τη μετατροπή του καυστήρα από φυσικό αέριο σε πετρέλαιο καθώς η τιμή του φυσικού αερίου έχει μειωθεί αισθητά σε σχέση με πέρυσι.
Σημειώνεται ότι πέρυσι το επίδομα θέρμανσης ξεκινούσε από 100 ευρώ και έφτανε έως 800 ευρώ ανάλογα με την περιοχή και τη σύνθεση του νοικοκυριού με προσαύξηση στα 1.000 ευρώ ειδικά για κατοίκους περιοχών με πολύ κρύο ενώ για νέους δικαιούχους και όσους γύρισαν την πλάτη στο φυσικό αέριο το επίδομα έφτανε έως και 1.600 ευρώ.
Το επίδομα χορηγείται με εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια. Το συνολικό οικογενειακό εισόδημα, πραγματικό και τεκμαρτό, πρέπει να είναι έως 16.000 ευρώ για άγαμο υπόχρεο ή υπόχρεο σε κατάσταση χηρείας ή εν διαστάσει και 24.000 ευρώ για έγγαμο υπόχρεο ή τους έγγαμους ή τα μέρη του συμφώνου συμβίωσης που υποβάλλουν ξεχωριστή φορολογική δήλωση ή τους έγγαμους που υποβάλλουν φορολογική δήλωση ή τα φυσικά πρόσωπα που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης και έχουν υποβάλει κοινή φορολογική δήλωση χωρίς τέκνα, το οποίο προσαυξάνεται κατά 3.000 ευρώ για κάθε τέκνο. Για μονογονεϊκή οικογένεια το εισόδημα ανέρχεται έως 27.000 ευρώ, με προσαύξηση 3.000 ευρώ για κάθε τέκνο μετά το πρώτο.
Παράλληλα η συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 200.000 ευρώ για τους άγαμους και τα 300.000 ευρώ για τους έγγαμους ή μέρη συμφώνου συμβίωσης και τις μονογονεϊκές οικογένειες.