Απαντήσεις σε 12 κρίσιμα ερωτήματα που αφορούν στην αύξηση του κατώτατου μισθού αλλά και στα επιδόματα που επηρεάζονται από αυτήν, δίνει με ανακοίνωσή του το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
Συγκεκριμένα, το υπουργείο Εργασίας απαντάει στα εξής:
1. Με ποιο σκεπτικό αποφασίστηκε η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 9,4% στα 780 ευρώ;
Η απόφαση είναι η χρυσή τομή ανάμεσα σε δύο πράγματα: την ανάγκη στήριξης των εργαζομένων και ιδίως των χαμηλόμισθων, που έχουν πληγεί από τον εισαγόμενο πληθωρισμό και την ανάγκη να μη θιγούν οι αντοχές των επιχειρήσεων, οι οποίες επίσης επηρεάζονται από τη διεθνή οικονομική κρίση και την αύξηση του κόστους παραγωγής. Είναι επίσης χρυσή τομή ανάμεσα στις διαφορετικές προτάσεις που κατατέθηκαν από εργαζόμενους και εργοδότες. Θα ήταν εύκολο για την κυβέρνηση να προχωρήσει σε μεγαλύτερη αύξηση, ιδίως ενόψει εκλογών και δεδομένου ότι η αύξηση επιβαρύνει τις επιχειρήσεις και όχι τον κρατικό προϋπολογισμό. Κάτι τέτοιο δεν θα ήταν όμως υπεύθυνο, καθώς θα υπονόμευε τις βάσεις στις οποίες στηρίζεται η ανάπτυξη της οικονομίας και τελικά η μείωση της ανεργίας και η βελτίωση των αποδοχών των εργαζομένων.
Για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού ελήφθησαν υπόψη αφενός η μείωση της ανεργίας από 17,5% το καλοκαίρι του 2019 σε 10,8% τον Ιανουάριο του 2023, η ανάπτυξη της οικονομίας που αναμένεται να συνεχιστεί εφέτος, η άνοδος των εξαγωγών και ο υψηλός πληθωρισμός. Αλλά από την άλλη πλευρά συνυπολογίστηκαν μεγέθη ,όπως η παραγωγικότητα, η ανταγωνιστικότητα, αλλά και η αύξηση του κόστους των επιχειρήσεων έτσι ώστε η απόφαση να είναι πράγματι βιώσιμη. Έτσι αποφασίστηκε η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 780 ευρώ το μήνα, ή 910 ευρώ αν ληφθεί υπόψη ότι ετησίως καταβάλλονται 14 μισθοί και, αντιστοίχως, του κατώτατου ημερομισθίου στα 34,84 ευρώ.
2. Ωστόσο από ορισμένες πλευρές επισημαίνεται ότι ο πληθωρισμός έχει ήδη αντισταθμίσει την αύξηση αυτή. Γιατί δεν προχωρήσατε σε μεγαλύτερη αύξηση, δεδομένων των πληθωριστικών πιέσεων στα εισοδήματα;
Ο πληθωρισμός είναι πράγματι υψηλός τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς. Όμως δεν είναι ακριβές ότι είναι υψηλότερος από την αύξηση του κατώτατου μισθού. Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία ο γενικός δείκτης τιμών αναμένεται να είναι αυξημένος κατά 15,1% το 2023 σε σχέση με το 2019, ενώ η σωρευτική αύξηση του κατώτατου μισθού κατά το ίδιο διάστημα θα ανέρχεται σε 20%. Συγκεκριμένα, από τα 650 ευρώ που ήταν το 2019 ο κατώτατος μισθός, αυξάνεται τώρα στα 780 ευρώ. Άρα ο κατώτατος μισθός στην τετραετία 2019-2023 θα έχει αυξηθεί σαφώς περισσότερο από τον πληθωρισμό. Η δε αύξηση του καθαρού κατώτατου μισθού είναι ακόμα υψηλότερη (21,8% έναντι 15,1 % του πληθωρισμού).
3. Η κυβέρνηση είχε δεσμευθεί ωστόσο ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού θα ήταν διπλάσια από το ρυθμό ανάπτυξης, ο οποίος το 2021 ήταν 8,3% και το 2022 5,9%.
Η δέσμευση αυτή όχι μόνο τηρείται στο ακέραιο, αλλά και με το παραπάνω. Λαμβάνοντας υπόψη την ύφεση του 2020, αλλά και το προσδοκώμενο ποσοστό ανάπτυξης για το 2023 (1,8%), συνάγεται ότι το ΑΕΠ στην τετραετία 2019-2023 θα έχει παρουσιάσει ποσοστό αύξησης 6,5% (από 190,5 σε 202,77 δισ. ευρώ). Η αύξηση του κατώτατου μισθού στο ίδιο διάστημα είναι 20%. Δηλαδή υπερτριπλάσια από την αύξηση του ΑΕΠ!
4. Ποιο είναι το τελικό καθαρό ποσό που θα βάζουν στην τσέπη τους οι εργαζόμενοι από 1ης Απριλίου;
Το καθαρό ποσό, αφού αφαιρεθούν από τα 780 ευρώ οι ασφαλιστικές εισφορές και ο φόρος εισοδήματος διαμορφώνεται στα 667 ευρώ (από 548 ευρώ το 2019). Το ποσό αυτό όμως πολλαπλασιάζεται επί 14, καθώς κάθε χρόνο καταβάλλονται δώρα και επίδομα άδειας. Έτσι, με αναγωγή σε 12μηνη βάση ο καθαρός κατώτατος μισθός φθάνει στα 778 ευρώ το μήνα (από 639 ευρώ το 2019). Το ετήσιο καθαρό εισόδημα των εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό διαμορφώνεται στα 9.336 ευρώ (από 7.667 ευρώ το 2019). Συνεπώς η αύξηση από το 2019 είναι 1.669 ευρώ το χρόνο ή, εναλλακτικά, τρεις επιπλέον καθαροί μισθοί το χρόνο.
5. Ο νέος κατώτατος μισθός υπερβαίνει το αφορολόγητο όριο. Ποια θα είναι η φορολογική επιβάρυνση των αμειβόμενων με αυτόν;
Ακόμη και αν λογαριάσει κανείς την επίδραση της φορολογίας οι εργαζόμενοι που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό είναι, όπως ήδη τονίστηκε, σημαντικά κερδισμένοι. Συγκεκριμένα, ενώ το ετήσιο καθαρό εισόδημα του 2022 ήταν 8.597 ευρώ, τώρα πλέον διαμορφώνεται στα 9.336 ευρώ. Με άλλα λόγια το καθαρό τους εισόδημα αφού πληρωθούν οι όποιοι φόροι θα είναι κατά 739 ευρώ μεγαλύτερο. Κάθε αντίθετη άποψη είναι απολύτως αβάσιμη.
6. Πόσοι εργαζόμενοι αμείβονται με τον κατώτατο μισθό και θα επηρεαστούν άμεσα οι αποδοχές τους από 1ης Απριλίου; Και ποιες εκτιμώνται οι επιπτώσεις στο σύνολο της οικονομίας;
Ο αριθμός των αμειβομένων με τον κατώτατο μισθό το 2022 μειώθηκε κατά 60.000 άτομα (από 646.000 σε 585.000). Αυτό συνέβη επειδή η ανάπτυξη της οικονομίας και η μείωση της ανεργίας οδήγησαν συνολικά σε αύξηση των μισθών, πάνω από τον κατώτατο, κάτι που πιστοποιείται τόσο από τις έρευνες της ΕΛΣΤΑΤ όσο και από τα στοιχεία του ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ (τα στοιχεία του ΕΡΓΑΝΗ δείχνουν ότι οι μέσες μηνιαίες αποδοχές το 2022 αυξήθηκαν κατά 12,4 % σε σχέση με το 2019, ποσοστό που υπερβαίνει την άνοδο του πληθωρισμού που μεσολάβησε). Το ίδιο αναμένουμε να συμβεί με την επικείμενη αύξηση του κατώτατου μισθού, προκειμένου να βελτιωθούν περαιτέρω στη χώρα μας οι μισθοί.
7. Ποια επιδόματα επηρεάζονται από την αύξηση του κατώτατου μισθού και πώς διαμορφώνονται από 1ης Απριλίου;
Η αύξηση του κατώτατου μισθού συνεπάγεται αύξηση του επιδόματος ανεργίας, το οποίο από την 1η Απριλίου διαμορφώνεται σε 479 ευρώ το μήνα, (από 438 ευρώ προηγουμένως και 399 ευρώ το 2019). Η σωρευτική αύξηση του επιδόματος ανεργίας από το 2019 είναι 80 ευρώ το μήνα.
Επίσης αναπροσαρμόζεται σειρά βοηθημάτων και επιδομάτων που έχουν ως βάση υπολογισμού τον κατώτατο μισθό ή ημερομίσθιο. Σε αυτά περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων το βοήθημα ανεργίας για τους αυτοτελώς απασχολούμενους, τα προγράμματα νέων θέσεων εργασίας, το ειδικό βοήθημα λήξης ανεργίας, το βοήθημα λόγω επίσχεσης εργασίας, ειδικά εποχικά βοηθήματα για μισθωτούς τουριστικού και επισιτιστικού κλάδου, οικοδόμους, δασεργάτες κ.α., η ειδική παροχή μητρότητας, το επίδομα γονικής άδειας, οι ανεξόφλητες αποδοχές λόγω αφερεγγυότητας του εργοδότη, η παροχή διαθεσιμότητας, η αποζημίωση των μαθητών στις Επαγγελματικές Σχολές Μαθητείας της ΔΥΠΑ, η αποζημίωση για τα προγράμματα εργασιακής εμπειρίας, κ.ά.
8. Τι ισχύει με τις τριετίες;
Το καθεστώς που διέπει τις τριετίες δεν αλλάζει. Εδώ και έντεκα χρόνια με τρεις διαφορετικές κυβερνήσεις εφαρμόζεται η ίδια νομοθεσία. Το καθεστώς αυτό βάσει της νομοθεσίας, θα αλλάξει όταν η ανεργία περιοριστεί σε ποσοστό κάτω του 10 %. Συνεπώς από την αύξηση που ανακοινώθηκε για τον κατώτατο μισθό και το κατώτατο ημερομίσθιο ωφελούνται ακόμη περισσότερο οι εργαζόμενοι οι οποίοι είχαν συμπληρώσει τουλάχιστον μία τριετία στην εργασία τους στις 14 Φεβρουαρίου του 2012. Οι εργαζόμενοι αυτοί θα έχουν επιπλέον αποδοχές οι οποίες μπορούν να φτάσουν μέχρι και το 30 % ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας. Αυτό σημαίνει ότι ο μικτός κατώτατος μισθός για τους εν λόγω εργαζόμενους μπορεί να φθάσει έως και τα 1183 ευρώ σε δωδεκάμηνη βάση, το δε ετήσιο όφελος σε σχέση με το 2019 κυμαίνεται από 2.002 ευρώ έως 2.366 ευρώ.
9. Ποιες θέσεις διατύπωσαν οι επιστημονικοί και οι κοινωνικοί φορείς στο πλαίσιο της διαβούλευσης;
Όλοι τάχθηκαν υπέρ της αύξησης αλλά με σημαντικές αποκλίσεις ως προς το ύψος της. Συγκεκριμένα:
• Η Τράπεζα τις Ελλάδος, το ΙΟΒΕ και η πλειονότητα των εκπροσώπων των εργοδοτών (ΣΕΒ, ΕΣΕΕ, ΣΕΤΕ, ΣΒΕ) πρότειναν μια «λελογισμένη αύξηση» του κατώτατου μισθού στα όρια το προσδοκώμενου πληθωρισμού, εστιάζοντας στην ανάγκη διατήρησης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
• Το ΚΕΠΕ, μολονότι αναγνωρίζει ότι «μια αύξηση άνω του 3-4% θα αυξήσει το μοναδιαίο κόστος εργασίας», εντούτοις καταλήγει ότι θα μπορούσε να δοθεί μεγαλύτερη αύξηση, αντίστοιχη αυτής που δόθηκε πρόσφατα στους συνταξιούχους, «επειδή οι υπόλοιπες χώρες με τις οποίες ανταγωνιζόμαστε αναμένεται να αυξήσουν αξιόλογα τις κατώτατες αμοιβές τους».
• Η ΓΣΒΕΕ προτείνει μια αύξηση της τάξης του 8% «ως μέτρο καταπολέμησης της φτώχειας των χαμηλόμισθων εργαζομένων των οποίων το εισόδημα αναλώνεται σε ομάδες αγαθών που παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες αυξήσεις τιμών».
• Η ΓΣΕΕ προτείνει αύξηση της τάξης του 15,8% ώστε ο νέος κατώτατος μισθός να ανέλθει στα 826 ευρώ.
10.Υπάρχει κίνδυνος η αύξηση του κατώτατου μισθού να οδηγήσει σε απώλεια ανταγωνιστικότητας, απολύσεις και αύξηση της ανεργίας;
Όπως επισημάνθηκε, κατά τη λήψη της απόφασης σταθμίστηκαν προσεκτικά τα οικονομικά δεδομένα, οι αντοχές των επιχειρήσεων, οι ανάγκες των εργαζομένων και οι θέσεις που διατυπώθηκαν στο πλαίσιο της διαβούλευσης. Ο νέος κατώτατος μισθός ισορροπεί ανάμεσα στις προτάσεις που έκαναν οι φορείς που συμμετείχαν στη διαβούλευση. Σε κάθε περίπτωση ανάλογες επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν το 2022 δεν επιβεβαιώθηκαν στην πράξη. Αντίθετα, παρά την αύξηση όχι μόνο του κατώτατου αλλά και του συνόλου των μισθών, η ανεργία παρέμεινε σε πτωτική τροχιά ενώ οι εξαγωγές και ο τουρισμός κινήθηκαν σε επίπεδα – ρεκόρ. Που σημαίνει ότι δεν επλήγη η διεθνής ανταγωνιστική θέση της χώρας.
11. Πού κατατάσσεται η Ελλάδα μεταξύ των χωρών της ΕΕ ως προς το ύψος του κατώτατου μισθού μετά την αύξηση που αποφασίστηκε;
Ο νέος κατώτατος μισθός είναι ο δέκατος υψηλότερος σε σύνολο 22 κρατών – μελών της ΕΕ που έχουν νομοθετημένο κατώτατο μισθό. Η Ελλάδα προηγουμένως ήταν στην 13η θέση. Ανάλογη εξέλιξη παρατηρείται στην κατάταξη του ελληνικού κατώτατου μισθού σε σχέση με την αγοραστική δύναμη: ενώ δηλαδή μέχρι χθες η Ελλάδα ήταν στην 18η θέση σε σύνολο 22 κρατών – μελών της ΕΕ που έχουν νομοθετημένο κατώτατο μισθό, με την νέα αύξηση του κατώτατου μισθού ανεβαίνει στην 13η θέση.
12. Θεωρείτε ότι ο κατώτατος μισθός όπως διαμορφώνεται από 1ης Απριλίου αποτελεί επαρκές εισόδημα για έναν εργαζόμενο;
Μην ξεχνάμε ότι ο κατώτατος μισθός είναι το ελάχιστο όριο αποδοχών, δηλαδή το κατώφλι ασφαλείας που θέτει η Πολιτεία ως ελάχιστο ύψος αμοιβής της εργασίας. Πέραν αυτού πρέπει να συνυπολογίζει κανείς τα επιδόματα και τις παροχές που ήδη ίσχυαν για τις πλέον ευάλωτες ομάδες πληθυσμού (π.χ. στεγαστικό επίδομα, επίδομα παιδιών) και ενισχύθηκαν από τη σημερινή κυβέρνηση αλλά και τις νέες επιδοτήσεις/ εισοδηματικές ενισχύσεις για τα νοικοκυριά, που θεσπίστηκαν κατά την περίοδο της κρίσης (προπληρωμένες κάρτες για αγορές καυσίμων και ειδών σούπερ μάρκετ, αυξημένο επίδομα θέρμανσης, επιδότηση στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου κ.ά.). Ενδεικτικά:
• Ένας εργαζόμενος που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό με δύο παιδιά λαμβάνει πέρα από το μισθό του, 3.780 ευρώ το χρόνο από τα στεγαστικά επιδόματα και το επίδομα τέκνων.
• Το market pass διαμορφώνεται για μονοπρόσωπο νοικοκυριό σε 132 ευρώ και για ζευγάρι με δύο παιδιά στα 312 ευρώ.
• Στον τομέα της ενέργειας, το επίδομα θέρμανσης, από 184 ευρώ μεσοσταθμικά έχει ανέβει στα 242 ευρώ, ενώ λόγω της αύξησης των εισοδηματικών κριτηρίων το έλαβαν 290.000 περισσότεροι δικαιούχοι.
• Επιπλέον με τις επιδοτήσεις που καταβάλλονται κάθε μήνα στους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας απορροφάται έως και το 90 % της αύξησης των τιμολογίων με ποσό που υπερβαίνει τα 8,2 δισ. ευρώ από την αρχή της κρίσης.
Σε κάθε περίπτωση όμως παραμένει η πρόκληση για περαιτέρω σημαντική αύξηση των μισθών στην Ελλάδα, η οποία πρωτίστως μπορεί να στηριχθεί από τη δυναμική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.