Κοντά στα 60 λεπτά ανά λίτρο υποχώρησε η τιμή της αμόλυβδης το τελευταίο εξάμηνο, απόρροια της μείωσης των διεθνών τιμών ενώ συνολικά οι τιμές των καυσίμων – και ιδίως του πετρελαίου θέρμανσης – διαμορφώνονται κοντά στα επίπεδα προ Ουκρανικής κρίσης.
Η υποχώρηση των τιμών όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς, οδήγησε σε τόνωση της ζήτησης για το πετρέλαιο θέρμανσης όχι όμως και για τη βενζίνη όπου οι καταναλώσεις παραμένουν μειωμένες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του παρατηρητηρίου τιμών του υπουργείου Ανάπτυξης, η μέση τιμή της αμόλυβδης ήταν την περασμένη Πέμπτη, 15 Δεκεμβρίου (πανελλαδικός μέσος όρος), 1,837 ευρώ ανά λίτρο έναντι 2,425 ευρώ που ήταν το υψηλό στις 15 Ιουνίου. Συνεπώς η τιμή μειώθηκε στο διάστημα αυτό κατά 58,8 λεπτά ανά λίτρο, ή 24 %.
Αντίστοιχα το ντίζελ κίνησης υποχώρησε κατά 27,9 λεπτά στο 1,785 ευρώ το λίτρο από 2,064 τον Ιούνιο και το υγραέριο κίνησης στο 0,962 ευρώ από 1,112. Σημαντική είναι η αποκλιμάκωση και στην τιμή του πετρελαίου θέρμανσης καθώς η χειμερινή περίοδος ξεκίνησε στο 1,412 ευρώ ενώ τώρα η τιμή έπεσε στο 1,108 (-30,4 λεπτά).
Ουσιαστικά οι τιμές επέστρεψαν στο επίπεδο που βρίσκονταν πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία (ενδεικτικά στις αρχές Φεβρουαρίου η αμόλυβδη κόστιζε 1,861 ευρώ το λίτρο, το ντήζελ κίνησης 1,603 και το ντήζελ θέρμανσης 1,255 ευρώ). Οι μειώσεις αντανακλούν την υποχώρηση των διεθνών τιμών που μεσολάβησε στο ίδιο διάστημα. Είναι ενδεικτικό ότι η διεθνής τιμή της αμόλυβδης ήταν 765 δολάρια ανά τόνο στην αρχή του χρόνου, έφθασε στα 1470 δολ. τον Ιούνιο και υποχώρησε στα 850 δολ. στις αρχές Δεκεμβρίου.
Υψηλόβαθμο στέλεχος μεγάλης εταιρείας εμπορίας καυσίμων ανέφερε ότι παρά την υποχώρηση των τιμών, οι πωλήσεις στις βενζίνες παραμένουν σημαντικά χαμηλότερες σε σχέση τόσο με πέρυσι όσο και με το 2019 που ήταν το τελευταίο έτος «κανονικότητας» πριν την πανδημία.
«Τον Νοέμβριο η κατανάλωση ήταν 12 % χαμηλότερη σε σχέση με το 2019 και 6 % σε σχέση με πέρυσι», ανέφερε. Ο ίδιος εκτιμά ότι η υποχώρηση υποδηλώνει μια μάλλον μόνιμη αλλαγή της καταναλωτικής συμπεριφοράς.
«Οι Έλληνες οδηγοί χρησιμοποιούν λιγότερο το αυτοκίνητο, έχουν βρει υποκατάστατα και έχουν πλέον την τιμή ως βασικό κριτήριο επιλογής πρατηρίου. Αντίθετα στο πετρέλαιο κίνησης που χρησιμοποιείται και από τους επαγγελματίες δεν υπάρχει μείωση της ζήτησης παρά την λήξη της επιδότησης στην τιμή. Και στη θέρμανση καταγράφεται σημαντική άνοδος των πωλήσεων».
Η τιμή του πετρελαίου θέρμανσης, υπενθυμίζεται, επιδοτείται από τον προϋπολογισμό με μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης και του ΦΠΑ κατά 25 λεπτά το λίτρο αλλά και από τα διυλιστήρια και τις εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών.
Σε διαφορετική τροχιά κινούνται οι τιμές στο Χρηματιστήριο ηλεκτρικής ενέργειας καθώς μετά από περίοδο πτώσης (Αύγουστος: 436,53 ευρώ ανά μεγαβατώρα, Σεπτέμβριος: 416,87 ευρώ ανά μεγαβατώρα, Οκτώβριος: 232,6 ανά μεγαβατώρα, Νοέμβριος: 227,75 ανά μεγαβατώρα), το Δεκέμβριο ακολουθούν ανοδική πορεία και διαμορφώθηκαν κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο του Δεκεμβρίου στα 318,37 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Όπως είναι γνωστό οι τιμές του Χρηματιστηρίου δεν επηρεάζουν άμεσα τους καταναλωτές καθώς με το μηχανισμό που εφαρμόζεται από το καλοκαίρι, οι τιμές λιανικής ανακοινώνονται έως τις 20 κάθε μήνα και ισχύουν για τον επόμενο ενώ οι κρατικές επιδοτήσεις που επίσης ανακοινώνονται μηνιαίως «προσγειώνουν» τις τιμές καταναλωτή στο επίπεδο των 15-17 σεντς ανά κιλοβατώρα.
Με τα τωρινά δεδομένα, οι τιμές αναφοράς που θα ανακοινωθούν από τους προμηθευτές στις 20 Δεκεμβρίου για τον Ιανουάριο θα είναι σχετικά αυξημένες και αντίστοιχα θα διαμορφωθούν οι κρατικές επιδοτήσεις.