Στο 10% μειώνεται το ποσοστό παρακράτησης για περιοδική είσπραξη χρημάτων, εφόσον η ρυθμισμένη οφειλή δεν υπερβαίνει τις 20.000 ευρώ, ενώ σε περίπτωση πώλησης ακινήτου, το κατώτατο όριο παρακράτησης, εναντι διασφαλισμένων οφειλών, μειώνεται στο 50%.
Με αυτην απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, Γιώργου Πιτσιλή, βελτιώνονται σημαντικά οι οροι χορήγησης της φορολογικής ενημερότητας για τους φορολογούμενους με ρυθμισμένες οφειλές προς την Εφορία.
Πρακτικά, δηλαδή, με το νεο καθεστώς χορήγησης φορολογικής ενημερότητας «κουρεύονται» τα ποσά που θα παρακρατεί η Εφορία επί των χρημάτων που εισπράττουν οι φορολογούμενοι, εφόσον πρόκειται για περιοδικές απαιτήσεις. Δηλαδή, το νέο μέτρο ισχύει για συνεπείς οφειλέτες και αφορά μόνο στην περιοδική είσπραξη χρημάτων, για την οποία είναι υποχρεωτική η προσκόμιση αποδεικτικού ενημερότητας.
Με τη νέα ρύθμιση το ποσοστό παρακράτησης ορίζεται στο 10% (από 10% – 70%) επί του εισπραττόμενου ποσού, εφόσον το ποσό της ρυθμισμένης οφειλής που υπολείπεται δεν υπερβαίνει τις 20.000 ευρώ.
Εάν η συνολική εναπομένουσα ρυθμισμένη οφειλή είναι άνω των 20.000 ευρώ, τότε το ποσοστό παρακρατείται από τα χρήματα θα πρέπει:
Να αντιστοιχεί στην κάλυψη 1 δόσης της τηρούμενης ρύθμισης/ ρυθμίσεων που έπονται της ημερομηνίας κατάθεσης του αιτήματος χορήγησης του αποδεικτικού ενημερότητας και
Να ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον 10% του εισπραττόμενου ποσού, αλλά να μην υπερβαίνει το 30% αυτού.
Για τις υπόλοιπες περιπτώσεις είσπραξης χρημάτων ή μεταβίβασης ακινήτων με παρακράτηση για ρυθμισμένες οφειλές, ισχύουν τα εξής:
1. Όταν εκδίδεται αποδεικτικό ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων ή μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού εξ επαχθούς αιτίας και ο φορολογούμενος έχει οφειλές που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση, πέραν της προϋπόθεσης ενημερότητας του οφειλέτη σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής, τίθεται υποχρεωτικά και όρος παρακράτησης μέρους της εισπραττόμενης απαίτησης, ο οποίος αναγράφεται επί του αποδεικτικού. Όρος παρακράτησης δεν τίθεται, εάν το αποδεικτικό χορηγείται λόγω προσκόμισης εγγυητικής επιστολής.
2. Το ποσοστό της παρακράτησης ορίζεται από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας για την επιδίωξη της είσπραξης των οφειλών υπηρεσίας εντός των ακόλουθων κατά περίπτωση ορίων:
10% επί του εισπραττόμενου ποσού όταν η αιτία χορήγησης του αποδεικτικού είναι η είσπραξη χρημάτων και έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό μεγαλύτερο του 70% της ρυθμισμένης οφειλής
30% επί του εισπραττόμενου ποσού όταν η αιτία χορήγησης του αποδεικτικού είναι η είσπραξη χρημάτων και έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό άνω του 50% έως και 70% της ρυθμισμένης οφειλής,
50% επί του εισπραττόμενου ποσού όταν η αιτία χορήγησης του αποδεικτικού είναι η είσπραξη χρημάτων και έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό άνω του 30% έως και 50% της ρυθμισμένης οφειλής,
70% επί του εισπραττόμενου ποσού όταν η αιτία χορήγησης του αποδεικτικού είναι η είσπραξη χρημάτων και έχει καταβληθεί μέσω της ρύθμισης συνολικό ποσό έως και 30% της ρυθμισμένης οφειλής.
3. Το αρμόδιο όργανο δύναται, κατόπιν ειδικής αιτιολογίας, να αυξήσει έως και 20 ποσοστιαίες μονάδες τα ανωτέρω ποσοστά παρακράτησης αξιολογώντας τη συνολική φορολογική εικόνα του οφειλέτη για τη διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου. Ειδικότερα, λαμβάνονται ιδίως υπόψη η συμπεριφορά του αιτούντα το αποδεικτικό ως προς την τήρηση των φορολογικών του υποχρεώσεων, το ύψος της ρυθμισμένης ληξιπρόθεσμης οφειλής και η εν γένει συμπεριφορά και συνέπεια του σε ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής οφειλών του.
4. Τα ως άνω ποσοστά παρακράτησης πρέπει να αντιστοιχούν στην κάλυψη τουλάχιστον 2 δόσεων της τηρούμενης ρύθμισης / ρυθμίσεων που έπονται της ημερομηνίας κατάθεσης του αιτήματος χορήγησης του αποδεικτικού εφόσον οι εναπομένουσες δόσεις είναι έως και δώδεκα (12). Εάν οι εναπομένουσες δόσεις της τηρούμενης ρύθμισης / ρυθμίσεων είναι περισσότερες από 12 το ποσοστό παρακράτησης πρέπει να αντιστοιχεί στην κάλυψη τουλάχιστον 4 δόσεων της τηρούμενης ρύθμισης / ρυθμίσεων που έπονται της ημερομηνίας κατάθεσης του αιτήματος χορήγησης του αποδεικτικού.
Πώληση ακινήτου
Το ποσοστό παρακράτησης ανέρχεται σε 70% έως 100% όταν αιτία χορήγησης είναι η μεταβίβαση ακινήτου ή η σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού. Εφόσον η είσπραξη της οφειλής είναι διασφαλισμένη, το κατώτατο όριο παρακράτησης ορίζεται στο 50%.
Ειδικά στην περίπτωση που το αποδεικτικό ενημερότητας χορηγείται για τη μεταβίβαση ακινήτου ή τη σύσταση εμπράγματου δικαιώματος, επ’ αυτού από επαχθή αιτία και δεν εξοφλούνται πλήρως οι ληξιπρόθεσμες οφειλές, ορίζεται ποσοστό παρακράτησης επί του τιμήματος, το οποίο υπολογίζεται επί της πραγματικής αξίας του ακινήτου, όχι όμως σε αξία μικρότερη από την αντικειμενική.
Το συνολικό ποσό της παρακράτησης δεν μπορεί να υπερβαίνει το σύνολο των ληξιπροθέσμων οφειλών του φορολογούμενου, για τις οποίες εκδίδεται το αποδεικτικό ενημερότητας. Οι βεβαιωμένες ληξιπρόθεσμες οφειλές που βρίσκονται σε αναστολή είσπραξης δύναται να παρακρατηθούν, μόνο εάν ζητηθεί από τον οφειλέτη.
Για ληξιπρόθεσμες ρυθμισμένες οφειλές βεβαιωμένες σε περισσότερες από μία υπηρεσίες, εκδίδεται από αυτήν στην οποία έχει κατατεθεί η αίτηση, ένα αποδεικτικό για όλες συνολικά τις οφειλές, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις χορήγησης, κατόπιν συνεννοήσεως των αρμόδιων για την επιδίωξη της είσπραξης υπηρεσιών.