Όλες οι διαδικασίες που πρέπει να ακολουθήσουν οι τράπεζες για την επικοινωνία με τους δανειολήπτες, η ειδική μέριμνα που λαμβάνεται για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, οι εξαιρέσεις αλλά και οι αλλαγές για τις κοινωνικά ευπαθείς ομάδες και για περιπτώσεις δανείων με πολλαπλούς πιστωτές, περιλαμβάνονται στον νέο Κώδικα Δεοντολογίας για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων, που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.



Ο Κώδικας βάζει το πλαίσιο των κανόνων που θα πρέπει να ακολουθούν οι τράπεζες, κατά την διαδικασία διαχείρισης των κόκκινων δανείων και τις ρυθμίσεις. Περιλαμβάνει γενικές αρχές συμπεριφοράς, τόσο για τις δανείστριες τράπεζες όσο και για τους δανειολήπτες, με στόχο την εξεύρεση λύσεων ρύθμισης ή οριστικού διακανονισμού οφειλών σε καθυστέρηση, λαμβάνοντας υπόψη τις δυνατότητες και ιδιαιτερότητες κάθε δανειολήπτη.

Στον αναθεωρημένο Κώδικα Δεοντολογίας, τονίζεται πως σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής δόσης, εν όλο ή εν μέρει, σύμφωνα με το προσυμφωνημένο χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής, το ίδρυμα δύναται να προβεί στις πιο κάτω ενέργειες:

1)Στάδιο 1: Επικοινωνία με τον δανειολήπτη.

2)Στάδιο 2: Συγκέντρωση οικονομικών και άλλων πληροφοριών.

3)Στάδιο 3: Αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων.

4)Στάδιο 4: Πρόταση των κατάλληλων λύσεων στον δανειολήπτη.

5)Στάδιο 5: Διαδικασία εξέτασης ενστάσεων.

6)Επικοινωνία με τον δανειολήπτη

7)Επικοινωνία που αφορά δάνειο σε αρχική καθυστέρηση

8)Προαιρετική επικοινωνία

Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής δόσης, η τράπεζα μπορεί να προβεί στις πιο κάτω ενέργειες:

Στην συνέχεια, επιχειρεί επικοινωνία με τον δανειολήπτη συμβουλευτικού χαρακτήρα με επίκεντρο τη διερεύνηση των αιτιών που ανέκυψαν και μπορεί να οδηγήσουν σε καθυστερήσεις, ώστε να του δοθεί η δυνατότητα να εξετάσει έγκαιρα την ένταξη του στη ΔΕΚ για διερεύνηση τυχόν εναλλακτικών λύσεων.

Συνέχιση της επικοινωνίας στα επόμενα στάδια της ΔΕΚ, γίνεται εφόσον συναινέσει ο δανειολήπτης. Μη ανταπόκριση σε αυτό το Στάδιο, δεν συνεπάγεται την απώλεια του χαρακτηρισμού του ως «συνεργάσιμου», όμως η επικοινωνία σε αυτό το Στάδιο είναι σκόπιμο να συνοδεύεται με αποστολή του «Ενημερωτικού Φυλλαδίου» και καθορισμό του «Ειδικού Σημείου Επικοινωνίας» για τις περαιτέρω επαφές.

Το στάδιο της «υποχρεωτικής ειδοποίησης»



Αν η καθυστέρηση υπερβεί τις εξήντα ημέρες, το ίδρυμα οφείλει να αποστείλει γραπτή ειδοποίηση στον δανειολήπτη εντός των επόμενων τριάντα ημερών, εκτός αν εν τω μεταξύ καταβληθεί η οφειλόμενη δόση. Σε περίπτωση νέας καθυστέρησης για το ίδιο δάνειο δεν είναι υποχρεωτική η επανάληψη της αποστολής της 1ης γραπτής ειδοποίησης σε έγχαρτη μορφή, εκτός αν έχει παρέλθει έτος από την τελευταία αποστολή της.

Η πρόταση για «κατάλληλη λύση»



Ο Κώδικας, προβλέπει πως κάθε ίδρυμα παρέχει, χωρίς αυτό να θεωρείται νέα υπηρεσία προς τον δανειολήπτη που θεωρείται συνεργάσιμος, πρόταση μιας ή περισσότερων εναλλακτικών λύσεων ρύθμισης και αν καμία εξ αυτών δεν συμφωνηθεί, λύση οριστικής διευθέτησης. Αυτό γίνεται, χωρίς να είναι υποχρεωτικό να έχουν πληρωθεί προηγουμένως υποχρεώσεις προς τους πιστωτές.

Για την αξιολόγηση της καταλληλότητας κάθε λύσης, λαμβάνονται υπόψη, σε κάθε περίπτωση, η ανάγκη συμμόρφωσης του ιδρύματος προς τις ισχύουσες εποπτικές απαιτήσεις και οι ειδικότερες για τη διαχείριση των καθυστερήσεων διατάξεις προληπτικής εποπτείας που έχει θεσπίσει η Τράπεζα της Ελλάδος για τη διαχείριση των απαιτήσεων σε καθυστέρηση ή άλλη αρμόδια, κατά περίπτωση αρχή για την προληπτική εποπτεία του ιδρύματος.

Πως πρέπει να αξιολογούνται τα οικονομικά στοιχεία



Κάθε ίδρυμα αξιοποιεί την πληροφόρηση που παρέχεται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα ώστε να εκτιμώνται, κατά το δυνατόν, κατ' ελάχιστον, τα εξής:

-η περιουσιακή κατάσταση του δανειολήπτη,

-η τρέχουσα ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη, λαμβάνοντας υπόψη σε κάθε περίπτωση το συνολικό ύψος και τη φύση των χρεών του δανειολήπτη περιλαμβανομένων τυχόν οφειλών του έναντι άλλων ιδρυμάτων ή φορολογικών ή άλλων δημοσίων αρχών ή ασφαλιστικών φορέων,

-το ιστορικό οικονομικής συμπεριφοράς του δανειολήπτη και

-η μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής των οφειλών εκ μέρους του δανειολήπτη μέχρι τη λήξη της περιόδου ρύθμισης.

-Η εκτίμηση υπό στοιχείο (δδ) πραγματοποιείται λαμβάνοντας υποχρεωτικώς υπόψη:

-το ελάχιστο επίπεδο των «εύλογων δαπανών διαβίωσης» και

- Να εξετάζονται παράμετροι όπως, ηλικία, επάγγελμα, οικογενειακή κατάσταση, υγεία κ.λπ.) ώστε κατά την εκτίμηση της ικανότητας αποπληρωμής να λαμβάνονται υπόψη παράγοντες υγείας, κοινωνικοί κ.λπ., που θα μπορούσαν να επηρεάσουν ουσιωδώς την ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη.