Η αύξηση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος προκαλεί σοκ, καθώς στην Ισπανία και την Πορτογαλία σχεδόν τριπλασιάστηκε σε σύγκριση με πριν από ένα εξάμηνο φθάνοντας τα 175 ευρώ ανά μεγαβατώρα, στη Βρετανία έφθασε τα 183,84 ευρώ, το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη. Κι οι πολιτικές ηγεσίες τρέχουν να προστατέψουν τόσο τις βιομηχανίες, όσο και τους καταναλωτές, με την ισπανική κυβέρνηση να παρουσιάζει την περασμένη εβδομάδα ένα έκτακτο σχέδιο μείωσης των φόρων επί των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος, τη Γαλλία να προσπαθεί να προστατέψει τα φτωχότερα εισοδήματα, και την κυβέρνηση Τζόνσον να απευθύνει έκκληση στους Βρετανούς να μην πανικοβάλλονται υποσχόμενη μέτρα για την εκτόνωση της κρίσης, ενώ μέτρα λαμβάνουν και οι κυβερνήσεις Μητσοτάκη και Ντράγκι.

Η ζήτηση για φυσικό αέριο

Μια πρώτη αιτία για την αύξηση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος, όπως εξηγεί το Politico, είναι η εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου, που χρησιμοποιείται στην Ευρώπη για την παραγωγή σημαντικού ποσοστού ενέργειας. Το φυσικό αέριο αποτελεί σημαντικό συστατικό του ενεργειακού μείγματος στη Γηραιά Ήπειρο κι η εξάρτηση απ’ αυτό συνιστά μεγάλο πρόβλημα για τις περισσότερες χώρες με την αύξηση των τιμών του λόγω της ενισχυμένης με την επιτάχυνση των οικονομιών κατά την έξοδο από τα lockdown και την πορεία προς την «πράσινη μετάβαση» ζήτησης, που δεν μπόρεσε να καλύψει η προσφορά.

Η Ευρώπη επηρεάστηκε αρνητικά και από την απόφαση της Ρωσίας να αποφεύγει την δυνατότητα να χρησιμοποιήσει τις δυνατότητες αποστολής επιπλέον ποσοτήτων μέσω της Ουκρανίας και με χαμηλότερες του φυσιολογικού παραδόσεις, τα αποθέματα στην Ευρώπη είναι πολύ χαμηλότερα του συνηθισμένου ενόψει του χειμώνα.

Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας (ΙΕΑ) κάλεσε τη Δευτέρα τη Ρωσία να αυξήσει τις αγωγές φυσικού αερίου στην Ευρώπη, ενώ ευρωβουλευτές κάλεσαν την Κομισιόν να διεξάγει έρευνα για «πιθανώς σκόπιμη χειραγώγηση της αγοράς» από την κρατική Gazprom της Ρωσίας. Ταυτόχρονα η Ευρώπη ανταγωνίζεται με την Ασία για παραδόσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου, ένας πρόσθετος επιβαρυντικός παράγοντας.

Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειες δεν καλύπτουν το κενό

Τον περασμένο χρόνο οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας κάλυψαν το 38% της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος στην Ευρώπη, ξεπερνώντας για πρώτη φορά τα ορυκτά καύσιμα. Αλλά η αιολική και η ηλιακή ενέργεια δεν μπορούν να παραγάγουν αρκετό ρεύμα για να καλύψουν στο 100% τη ζήτηση ολόκληρο το χρόνο, ακόμη και υπό τις ευνοϊκότερες καιρικές συνθήκες.

Ταυτόχρονα η σταδιακή απεξάρτηση από την πυρηνική ενέργεια σε χώρες όπως η Γερμανία και η Ισπανία αυξάνει το χάσμα ανάμεσα στη ζήτηση και την προσφορά ηλεκτρικού ρεύματος που μπορεί να παραχθεί με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Πρόβλημα σχεδιασμού αγοράς

Οι χώρες της ΕΕ εμπορεύονται ηλεκτρικό ρεύμα σε αγορές χονδρικής, με στόχο την κάλυψη της ενεργειακής ζήτησης για κάθε ώρα της επόμενης ημέρας. Οι αγορές ακολουθούν ένα μοντέλο, βάσει του οποίου η τελική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος για την επόμενη ημέρα συνδέεται με την τιμή του ακριβότερου καυσίμου που απαιτείται για την κάλυψη της προβλεπόμενης ζήτησης. Το σύστημα έχει σχεδιαστεί για να παρέχει στις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας τη δυνατότητα ανάκτησης επενδύσεων και λειτουργικών εξόδων. Εάν το 100% της ζήτησης μπορεί να καλυφθεί με αιολική, ηλιακή και πυρηνική ενέργεια, που έχουν πολύ χαμηλό κόστος παραγωγής, η τιμή της ενέργειας μπορεί να είναι πολύ χαμηλή ή ακόμη και αρνητική – όπως συνέβη την περσινή άνοιξη , όταν η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας ήταν χαμηλή και η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ήταν υψηλή. Αλλά όταν η αναμενόμενη ζήτηση υπερβαίνει την προσφορά που μπορεί να δημιουργηθεί από καθαρή ενέργεια, τα κοστοβόρα ορυκτά καύσιμα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη της ζήτησης και η τιμή της ισχύος συνδέεται με αυτήν την τιμή. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η άνοδος του κόστους του φυσικού αερίου αποτελεί κακό μαντάτο για τις τιμές της ενέργειας.

Η κυβέρνηση Σάντσεθ στη Μαδρίτη κάλεσε προ ημερών την Κομισιόν να επανεξετάσει τη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Η Επιτροπή είχε δεχθεί τέτοιες εκκλήσεις στο παρελθόν και τις απέρριψε. Εκπρόσωπός της είπε τον περασμένο μήνα ότι το τρέχον σύστημα «εξασφαλίζει οικονομικά αποδοτική ροή» και προωθεί την «προστασία των ευάλωτων καταναλωτών». Ειδικοί συμφωνούν με την Κομισιόν, ότι εναλλακτικές ρυθμίσεις, οδήγησαν στην πραγματικότητα σε υψηλότερες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος σε μέρη που έχουν εφαρμοστεί.

Το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών

Πολλή κουβέντα γίνεται για το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ETS) σε ΕΕ και Βρετανία, που συνδέονται με την τρέχουσα αύξηση της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά δεν παίζει καίριο ρόλο. Το σύστημα αυτό έχει σχεδιαστεί για να βοηθήσει στην απεξάρτηση από τον άνθρακα. Επί σειράν ετών το σύστημα της ΕΕ κυμαίνονται στα 5 ευρώ ανά τόνο, αλλά μετά από μια σειρά μεταρρυθμίσεων και λόγω της πίεσης για ανάληψη δράσης για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής η τιμή εκτοξεύτηκε τώρα σε περίπου 60 ευρώ ανά τόνο.

Η αύξηση της τιμής προσελκύει κερδοσκόπους, Η Ισπανία κάλεσε αυτή την εβδομάδα την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να παρέμβει για να φρενάρει τέτοιες δραστηριότητες, όπως ζήτησε και η Πολωνία. Οι τιμές του ΕΤS αναμένεται να αυξηθούν ακόμη περισσότερο εντείνοντας τις ανησυχίες για μελλοντικές αυξήσεις της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος σε χώρες εξαρτώμενες από τον άνθρακα, όπως η Πολωνία, αλλά δεν παίζουν ρόλο στην παρούσα κρίση. Μάλιστα χώρες, όπως η Γερμανία, κατέληξαν ότι είναι φτηνότερη η χρήση άνθρακα για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σε σχέση με το φυσικό αέριο ώστε να καλυφθεί η ζήτηση.

Τι έπεται;

Ταχεία εκτόνωση της αύξησης των τιμών της ενέργειας δεν αναμένεται καθώς πλησιάζει ο χειμώνας. Σύμφωνα με την ΙΕΑ η ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου ενδέχεται να αντιμετωπίσει νέα προβλήματα λόγω μη σχεδιασμένων διακοπών τροφοδοσίας και κυμάτων ψύχους, ειδικά αν αυτά συμβούν περί τα τέλη του χειμώνα». Το ερώτημα είναι κατά πόσον η αύξηση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος είναι κάτι προσωρινό ή ένα βαθύτερο πρόβλημα καθώς η ΕΕ επιχειρεί τη μετάβαση προς την «πράσινη ενέργεια», ένα ερώτημα δύσκολο να απαντηθεί καθώς δεν είναι όλα έτοιμα για ένα σύστημα παραγωγής ενέργειας με χαμηλή εξάρτηση από τον λιγνίτη. «Το ισοζύγιο προσφοράς και ζήτησης ενέργειας στην ΕΕ θα είναι μεταβαλλόμενο καθώς θα εξαρτάται από το πόσο γρήγορα θα προχωρήσει η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και η αντικατάστασή τους από την πράσινη ενέργεια», σημειώνει μελέτη της δεξαμενής σκέψης Bruegel.

Μακροπρόθεσμα, η ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας της ΕΕ είναι πιθανό να τη βοηθήσει να καλύψει τη ζήτηση με καθαρές και φθηνές πηγές ενέργειας. Αλλά λόγω του μοντέλου της αγοράς και μέχρι να αναπτυχθούν μπαταρίες μεγάλης κλίμακας για την αποθήκευση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όταν είναι δυσμενείς οι καιρικές συνθήκες, οι χώρες της ΕΕ θα συνεχίσουν να αντιμετωπίζουν για τα επόμενα χρόνια παρόμοιες καταστάσεις.