Σε μείωση της δόσης στεγαστικών δανείων για ευάλωτα νοικοκυριά συμφώνησαν το υπουργείο Οικονομικών με τις διοικήσεις των τραπεζών της Ελλάδας.
Πιο συγκεκριμένα, συμφωνήθηκε να εξεταστεί η επιδότηση του 50% της διαφοράς της δόσης που προκύπτει από την αύξηση των επιτοκίων από τις τράπεζες τις χώρας, προκειμένου να περιοριστεί η επιβάρυνση των ευάλωτων στεγαστικών δανειοληπτών, οφειλέτες οι οποίοι, μέχρι και σήμερα, είναι συνεπείς στις δανειακές τους υποχρεώσεις.
Αυτό συζητήθηκε κατά τη χθεσινή συνάντηση του υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα με τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες πρότειναν αυτή τη λύση ως αντίβαρο στο ισπανικό μοντέλο, που απορρίφθηκε.
Τι προβλέπει η πρόταση
Το μέτρο προβλέπει ότι εάν κάποιος ευάλωτος δανειολήπτης στεγαστικού δανείου πλήρωνε πριν από την αύξηση των επιτοκίων 400 ευρώ μηνιαία δόση, η οποία μετά την άνοδο αυξήθηκε στα 500 ευρώ, οι τράπεζες θα αναλάβουν το 50% αυτής της αύξησης, δηλαδή τα 50 ευρώ.
Το μέτρο προτάθηκε να ισχύσει για 12 μήνες και οι λεπτομέρειες θα καθοριστούν τις προσεχείς ημέρες προκειμένου να οριστικοποιηθεί και η ακριβής περίμετρος των δανείων που θα επιδοτηθούν.
Στη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή εκπροσώπων της ΤτΕ, της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών, του γενικού γραμματέα Δημοσιονομικής Πολιτικής Θάνου Πετραλιά, της ειδικής γραμματέως Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους Μαριαλένας Αθανασοπούλου και του προέδρου του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων Μιχάλη Αργυρού, ο υπουργός Οικονομικών απέρριψε το ενδεχόμενο ανάληψης από το κράτος μέρους της επιδότησης και ζήτησε από τις τράπεζες τα εξής:
1. Κατάθεση εντός των προσεχών δύο εβδομάδων συγκεκριμένης πρότασης για το πρόγραμμα στήριξης ενήμερων ευάλωτων δανειοληπτών, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους ευρωπαϊκούς εποπτικούς κανόνες, χωρίς δημοσιονομικό κόστος.
Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, ο αριθμός των ευάλωτων νοικοκυριών στα οποία θα μπορούσε να εφαρμοστεί το μέτρο της επιδότησης κυμαίνεται μεταξύ 20.000-30.000 και το κόστος είναι διαχειρίσιμο. Προϋπόθεση είναι το μέτρο να λάβει την έγκριση της ΕΚΤ, η οποία σύμφωνα με τις εκτιμήσεις ενδέχεται να ζητήσει την αναταξινόμηση αυτών των δανείων από την κατηγορία των εξυπηρετούμενων στην κατηγορία των υποψήφιων προς αθέτηση δανείων. Ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, όπως εξηγούν αρμόδιες πηγές, το κόστος είναι μικρό και οι τράπεζες μπορούν να το επωμιστούν.
2. Κατάθεση έως τα τέλη του χρόνου προτάσεων από την πλευρά των τραπεζών με σκοπό την αύξηση της εγκρισιμότητας των αιτήσεων του εξωδικαστικού μηχανισμού που αφορούν τους ενήμερους δανειολήπτες τους.
3. Αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων και μείωση των αυξημένων επιτοκίων χορηγήσεων ως αποτέλεσμα της αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ. Η κυβέρνηση, όπως σημειώνει σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Οικονομικών, ζήτησε αυτό να γίνει άμεσα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τη μεγάλη αύξηση του επιτοκιακού περιθωρίου των τραπεζών το τελευταίο διάστημα, ενώ οι τράπεζες αναμένεται να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση διακριτά και ανεξάρτητα.
4. Επαναξιολόγηση του κόστους προμηθειών των τραπεζών για τις απλές τραπεζικές συναλλαγές. Η κυβέρνηση παρουσίασε λίστα συγκεκριμένων προμηθειών, η οποία θα αξιολογηθεί από το κάθε τραπεζικό ίδρυμα, διακριτά και ανεξάρτητα.
Κριτήρια για ευάλωτα νοικοκυριά
• Εισοδηματικά: Το συνολικό εισόδημα να μην υπερβαίνει τις 7.000 ευρώ για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, προσαυξανόμενο κατά 3.500 ευρώ για κάθε επιπλέον μέλος του νοικοκυριού. Στη μονογονεϊκή οικογένεια για το πρώτο ανήλικο μέλος του νοικοκυριού ορίζεται προσαύξηση 7.000 ευρώ. Στα νοικοκυριά με απροστάτευτα τέκνα ορίζεται προσαύξηση 7.000 ευρώ για κάθε απροστάτευτο τέκνο. Το συνολικό εισόδημα δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 21.000 ευρώ ετησίως, ανεξαρτήτως της σύνθεσης του νοικοκυριού.
• Περιουσιακά: Η συνολική φορολογητέα αξία της ακίνητης περιουσίας του νοικοκυριού να μην υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ για το μονοπρόσωπο νοικοκυριό, προσαυξανόμενη κατά 15.000 ευρώ για κάθε πρόσθετο μέλος και έως τις 180.000 ευρώ. Το συνολικό ύψος των καταθέσεων του νοικοκυριού ή/και η τρέχουσα αξία μετοχών, ομολόγων κ.λπ. να μην υπερβαίνει τις 7.000 ευρώ για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, προσαυξανόμενο κατά 3.500 ευρώ για κάθε επιπλέον μέλος του νοικοκυριού. Στη μονογονεϊκή οικογένεια για το πρώτο ανήλικο μέλος του νοικοκυριού ορίζεται προσαύξηση 7.000 ευρώ. Στα νοικοκυριά με απροστάτευτα τέκνα ορίζεται προσαύξηση 7.000 ευρώ για κάθε απροστάτευτο τέκνο.