Με την κατάθεση του αστυνομικού που έφτασε πρώτος στο σπίτι στα Γλυκά Νερά συνεχίζεται η δίκη για τη δολοφονία της Καρολάιν Κράουτς. Ο
Μπάμπης Αναγνωστόπουλος είχε διάλογο με τον μάρτυρα αστυνομικό.
Ο αστυνομικός Χρήστος Βαρδίκος περιέγραψε λεπτό προς λεπτό όσα είδε που έφτασε πρώτος στο σπίτι μετά την κλήση του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου σε βοήθεια για δήθεν ληστεία. Στην κατάθεση του ενώπιον του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου που συνεχίζεται η δίκη για τη δολοφονία της Καρολάιν Κράουτς ο μάρτυρας υποστήριξε ότι φαινόταν πως ο κατηγορούμενος είχε στήσει ένα σκηνικό, «φτωχά» σκηνοθετημένο.
«Όταν φτάσαμε στο σημείο είδαμε τη γειτόνισσα. Κρατούσε το τηλέφωνο σε ανοιχτή ακρόαση και ακουγόταν ένας άντρας με πνιχτή φωνή και μας καλούσε σε βοήθεια. Το ένα παραθυρόφυλλο ήταν βγαλμένο στο πάτωμα. Όλα ήταν σαν ψαγμένα. Ακούσαμε τη φωνή να ζητά να ανέβουμε πάνω. Τότε είδαμε ένα μεγάλο σκυλί νεκρό να κρέμεται από την κουπαστή. Καταλάβαμε ότι κάτι κακό έχει συμβεί. Οι άλλοι χώροι ήταν επίσης ακατάστατοι, μπήκαμε μέσα στο δωμάτιο και είδαμε το κρεβάτι ευθεία μπροστά, το θύμα ξαπλωμένο μπρούμυτα, φαινόταν ότι ήταν νεκρή, και τον κατηγορούμενο αριστερά από το κρεβάτι, στο πάτωμα, δεμένος χειροπόδαρα, τα χέρια και τα πόδια μαζί ενωμένα» είπε ο μάρτυρας και συμπλήρωσε:
«Είδαμε την κοπέλα δεμένη, ήταν νεκρή. Ο κατηγορούμενος κάτω από το κρεβάτι. Ήταν δεμένος. Τα πόδια του δεμένα μεταξύ τους. Τα χέρια μεταξύ τους και όλα μαζί σε εμβρυακή στάση. Είχε ταινία στο στόμα και τα μάτια . Είδαμε το μωρό πάνω στο σώμα της μαμάς του. Η γυναίκα ήταν πισθάγκωνα. Πρώτα λύσαμε τον λαιμό και τα χέρια και μετά πήρα το μωρό από πάνω της. Όταν λύθηκε ο κατηγορούμενος έκατσε πάνω στο κρεβάτι και άρχισε να ακουμπάει τη γυναίκα σε κατάσταση να δει τι έχει συμβεί. Την κουνούσε και ρωτούσε αγάπη μου είσαι καλά; Έκανε κάποιες ενέργειες, έμοιαζε ότι βρισκόταν σε σοκ και μου ζήτησε να πάρει το μωρό αγκαλιά. Του το έδωσα. Οι κινήσεις του μας φαίνονταν άγαρμπες και κουνούσε το μωρό σαν κούκλα και προσπαθούσαμε να τον ηρεμήσουμε και να τον απομακρύνουμε».
Όπως κατέθεσε ο μάρτυρας με την πρώτη ματιά έμοιαζε σοκαρισμένος αλλά κάτι δεν πήγαινε καλά.
«Ήταν λίγο περίεργο. Είπαμε ότι ήταν πολύ σοκαρισμένος ή πολύ ψύχραιμος. Δεν έχω ξαναδεί τέτοια αντίδραση. Μου έκανε εντύπωση η ψυχραιμία του ή η έλλειψη αντίληψης κατάστασης. Θεωρήσαμε ότι είναι σε σοκ και δεν ήθελε να πάρει το παιδί αγκαλιά. Έπρεπε κάποιος να πάρει το παιδί. Μου ζήτησε λίγο χρόνο να πάρει τους γονείς του. Τους πήρε τελικά να έρθουν να το πάρουν» ανέφερε ο μάρτυρας και ερωτήθηκε περιέγραψε τι αντίκρυσε φτάνοντας στο σημείο.
Πρόεδρος: Το παιδί είχε καταλάβει τι είχε συμβεί;
Αστυνομικός: Όχι δεν έκλαιγε ήταν σιωπηλό. Η γυναίκα ήταν δεμένη πισθάγκωνα με κάποιο ύφασμα και είχε περασμένο και ένα δεύτερο ύφασμα σαν ζακέτα. Όταν λύθηκε ο κατηγορούμενος έκατσε πάνω στο κρεβάτι και άρχισε να σκουντάει τη γυναίκα, σε κατάσταση ότι τι έχει συμβεί. Του είπαμε ότι έχει τελειώσει, είναι νεκρή. Έκανε κάποιες ενέργειες ότι βρισκόταν σε σοκ και ζήτησε να πάρει το μωρό αγκαλιά. Του το έδωσα αλλά επειδή οι κινήσεις του φαίνονταν άγαρμπες και κουνούσε το μωρό δεξιά αριστερά σαν κούκλα, σαν σε κατάσταση θρήνου, του το πήρα από τα χέρια.
Πρόεδρος: Δηλαδή πως ήταν;
Μάρτυρας: Είπαμε και με τους άλλους συναδέλφους, ότι είτε είναι πολύ σοκαρισμένος είτε είναι πολύ ψύχραιμος.
Πρόεδρος: Δηλαδή είδατε μια συμπεριφορά ακραία;
Μάρτυρας: Έχουμε ξαναδεί συγγενείς θυμάτων, δεν έχω δει ξανά τέτοια αντίδραση.
Πρόεδρος: Τι σας έκανε εντύπωση δηλαδή;
Μάρτυρας: Η ψυχραιμία, ή η έλλειψη αντίληψης της κατάστασης.
«Αρχίσαμε να συζητάμε αυτό που είδαμε και το πρώτο που συζητήσαμε είναι ότι δεν υπήρχαν ίχνη παραβίασης. Το παράθυρο ήταν άθικτο, ήταν σαν να έχει βγει και αφεθεί στο πάτωμα.
Στο ισόγειο υπήρχε μια κάμερα βγαλμένη και σπασμένη. Υπήρχε πληκτρολόγιο για συναγερμό, δεν ξέρω αν λειτουργούσε» ανέφερε.
Κατά τον μάρτυρα αυτό που τους έκανε εντύπωση ήταν: «ότι πήρε τηλέφωνο με τη μύτη ενώ ήταν δεμένος με τα χέρια μπροστά. Μας είπε ότι χτύπησε το κομοδίνο, έπεσε το κινητό και κατάφερε με τη μύτη να καλέσει την αστυνομία. Όταν το σκεφτήκαμε με ηρεμία ήταν σαν να έπαιζε κάποιος θέατρο. Εκείνες τις στιγμές έμοιαζε σαν να μη καταλαβαίνει τι έχει συμβεί. Έμοιαζε σε κατάσταση σοκ. Δεν έκλαψε όταν του είπα ότι η γυναίκα του είναι νεκρή και μου ζήτησε να κρατήσει το μωρό».
Ο διάλογος μεταξύ του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου και του αστυνομικού
Κατηγορούμενος: Με στενοχωρεί που λέτε ότι μετά το συμβάν πήρα την κόρη μου αγκαλιά και με είδατε να τρέμω. Σας έδωσα το παιδί να κατέβουμε με ασφάλεια τη σκάλα και για τις επόμενες ώρες είχα την κόρη μου αγκαλιά και μέχρι να έρθουν οι γονείς μου εσείς κρατήσατε το παιδί για ένα δύο λεπτά….Μου έκανε εντύπωση που το λέτε αυτό.
Μάρτυρας: Το περιστατικό είναι γραμμένο σε υψηλή ανάλυση κεφάλι μου. Εγώ είμαι αυτός που σας έφερα κάτι να βάλετε για να μην κρυώνετε και σας έφερα τα παπούτσια σας και σας έδωσα το τηλέφωνο για τους γονείς σας. Το μωρό δεν το πήρατε καθόλου στην αγκαλιά σας. Μετά ήρθε το ΕΚΑΒ αλλά δεν θυμάμαι ποιος το παρέδωσε.
Κατηγορούμενος: Όταν ήρθε το ΕΚΑΒ ήμουν στο περιπολικό με το παιδί. Κατεβαίνοντας στις σκάλες και στρίβοντας το τελευταίο κομμάτι είπατε ότι δεν είχα καμία αντίδραση όταν είδα το σκυλάκι. Είτε δεν με είδατε είτε ήταν άλλος συνάδελφος γιατί όταν το είδα το σκυλάκι μου με συγκράτησε. Περιγράφετε μια απάθεια που δεν ήταν έτσι.
Μάρτυρας: Δεν είδα κάποια αντίδραση από εσάς. Εγώ δηλώνω την απάθεια και την ψυχρότητα σε ένα τέτοιο σκηνικό και υποκειμενικά πώς θα αντιδρούσα εγώ με ένα νεκρό σκύλο, τη νεκρή γυναίκα και το μωρό επάνω της.
Κατηγορούμενος: Αν αυτός ο άνθρωπος που είδατε ήταν σε κατάσταση σοκ που μόλις διαλύθηκε η ζωή μπροστά του…
Επειδή εξ αρχής ο μάρτυρας είπε ότι ήταν είτε σε κατάσταση σοκ είτε σε ψύχραιμη κατάσταση….
Πρόεδρος: Το αιτιολόγησε το συμπέρασμα του με το αποτέλεσμα της εξέλιξης των πραγμάτων. Κατέστη σαφές…
Δεύτερος αστυνομικός: «Εμείς δεν μπορούσαμε να συνέλθουμε και αυτός ήταν ψύχραιμος»
«Ήταν τόσο ψύχραιμος, δεν έχω συναντήσει ξανά τόση ψυχραιμία» ανέφερε ο δεύτερος αστυνομικός που κατέθεσε σήμερα στη δίκη του Μπάμπη Αναγνωστόπουλου, ο οποίος κατηγορείται για τη δολοφονία της 20χρονης συζύγου Καρολάιν Κράουτς.
Ο αστυνομικός Κλεάνθης Αντωνόπουλος, οποίος επίσης είχε σπεύσει στη μεζονέτα των Γλυκών Νερών τη νύχτα του στυγερού εγκλήματος ανέφερε ακόμη για το θέατρο που έπαιζε ο κατηγορούμενος λέγοντας τους ότι είχαν μπει ληστές στο σπίτι του. «Μας είπε ότι οι ληστές είχαν όπλα και μάλιστα είπε ότι είχαν ένα όπλο σαν το δικό μου, γεγονός που μας έκανε εντύπωση γιατί ένα θύμα εκείνη τη στιγμή δεν παρατηρεί το είδος του όπλου» ανέφερε ο Κλεάνθης Αντωνόπουλος για να προσθέσει: «Μας προβλημάτισε επίσης το παράθυρο, ο τρόπος που αντιδρούσε ο κατηγορούμενος, το χτύπημα στο μέτωπο του για το οποίο απάντησε ότι δεν είχε χτυπηθεί, ήταν ψύχραιμος. Μάλιστα ρώτησε κάποιος από τον ασύρματο κι εκείνος απάντησε».
Στη συνέχεια, στο ακροατήριο ο μάρτυρας αστυνομικός επισήμανε ακόμη τα εξής: «Η αντίδραση του κατηγορουμένου όταν του είπε ο άλλος αστυνομικός «άστο τελείωσε» για τη γυναίκα του, ήταν σαν να μη κατάλαβε τι έχει γίνει. Μας είπε κάποια στιγμή «γιατί τη σκότωσαν αφού τους έδωσα τα λεφτά». Από τις ερωτήσεις που μας έκανε κατάλαβε ότι είχε πεθάνει, αλλά η αντίδραση του ήταν τέτοια σαν να μην είχε πεθάνει η γυναίκα του. Η πρώτη αντίδραση ήταν σαν να μη κατάλαβε, αλλά μετά είχε καταλάβει αλλά η συμπεριφορά του ήταν περίεργη. Ήταν ψύχραιμος σε σημείο που δε μπορούσα να το πιστέψω. Δεν έχω ξαναδεί τέτοια ηρεμία, τόση ψυχραιμία, είχε μια γαλήνη σε φάση που δεν το έχω ξαναδεί αυτό. Ήρθαν πολλές υπηρεσίες και σε όλες έλεγε την ιστορία σαν να μην έχει συμβεί κάτι σε αυτόν. Αν μου είχε συμβεί εμένα θα έλεγα «ρε παιδιά τα έχω πει πέντε φορές, πόσες φορές να τα πω».
Μάλιστα, το στοιχείο εκείνο που εντυπωσιάζει και το οποίο εισέφερε με τη μαρτυρία του στο ακροατήριο ο κ. Αντωνόπουλος είναι το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος τους έλεγε ότι αναγνώρισε το όπλο των ληστών. Ο μάρτυρας ανέφερε χαρακτηριστικά για τον Μπάμπη Αναγνωστόπουλο: «Μας είπε ότι οι ληστές είχαν όπλα και μάλιστα είπε ότι είχαν ένα όπλο σαν το δικό μου, γεγονός που μας έκανε εντύπωση γιατί ένα θύμα εκείνη τη στιγμή δεν παρατηρεί το είδος του όπλου. Μας προβλημάτισε επίσης το παράθυρο, ο τρόπος που αντιδρούσε ο κατηγορούμενος, το χτύπημα στο μέτωπο του για το οποίο απάντησε ότι δεν είχε χτυπηθεί. Μάλιστα ρώτησε κάποιος από τον ασύρματο κι εκείνος απάντησε. Ήταν τόσο ψύχραιμος, δεν έχω συναντήσει ξανά τόση ψυχραιμία».
Πρόεδρος: Σας έκανε εντύπωση ότι υπήρχε απουσία συναισθήματος;
Αστυνομικός: Ήμασταν τόσοι άνθρωποι κάτω και δεν μπορούσαμε να συνέλθουμε, δε μιλούσαμε και εκείνος ήταν ψύχραιμος. Ο πρώτος πανικός που επικράτησε στο σπίτι, ακολουθήθηκε από ηρεμία. Ήταν σα να είπε «ότι έγινε, έγινε». Μόλις είπα «πάμε κάτω να μείνει καθαρός ο χώρος», ήταν σαν να τελείωσαν όλα.
Η έδρα ρώτησε τον κ. Αντωνόπουλο για τον αν ο κατηγορούμενος αντέδρασε βλέποντας το σκυλί στη κουπαστή της σκάλας δολοφονημένο. Όπως ανέφερε ο μάρτυρας δεν υπήρχε καμία αντίδραση εκ μέρους του κατηγορούμενου.
Εισαγγελέας: Πως μέτρησε το χρόνο για να δέσει το λαιμό του;
Μάρτυρας: Θεωρώ ότι το δεν παίρνω ανάσα και πεθαίνω δεν ήταν αληθές. Ήταν σφιχτά δεμένος αλλά δεν ήταν σε τέτοια κατάσταση. Από τη στιγμή που λύθηκε και μετά ήταν τρομερά ψύχραιμος, ήταν σαν να μην είχα πεθάνει η γυναίκα του. Ήμασταν μαζί 3-4 ώρες και δε μου είπε μια φορά «τι έπαθα! Έχασα τη γυναίκα μου». Πρώτη φορά στα 20 χρόνια είδα θύμα να έχει τέτοια ψυχραιμία.
Ακολουθήστε το Lykavitos.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις