Σύμφωνα με τις καταγραφές των μετεωρολογικών σταθμών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών/meteo.gr, ο φετινός Μάρτιος ήταν από τους πιο ψυχρούς της τελευταίας 12ετίας.

Προκαταρκτικά στοιχεία από αναλύσεις μετεωρολογικών μοντέλων δείχνουν ότι ο φετινός Μάρτιος ήταν ο τέταρτος πιο ψυχρός από το 1980, μετά τους αντίστοιχους μήνες του 1987, 1996 και 1998.

Η εξήγηση

Η ατμοσφαιρική κυκλοφορία τον φετινό Μάρτιο πάνω από την Ευρώπη χαρακτηρίστηκε από την παρουσία ενός σχεδόν στάσιμου και ασυνήθιστα υψηλού βαρομετρικού συστήματος με κέντρο τη Σκανδιναβία που επεκτεινόταν συχνά προς την Κεντρική Ευρώπη. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τη συνεχή μεταφορά ψυχρών αερίων μαζών από τη Βορειοανατολική Ευρώπη προς τα Βαλκάνια, αλλά και την απουσία φαινομένων στο μεγαλύτερο μέρος της γηραιάς ηπείρου. Η έλλειψη φαινομένων και χιονοκάλυψης στο μεγαλύτερο μέρος της ηπείρου ήταν χαρακτηριστική, ενώ η ξηρασία ιδιαίτερα στη Βόρεια Ιταλία, στη Γαλλία, στη Βόρεια Ισπανία και στην Πορτογαλία, λόγω της παρουσίας αυτού του αντικυκλώνα, είναι η χειρότερη που έχει καταγραφεί τις τελευταίες δεκαετίες.

Στη Μετεωρολογία αυτού του είδους στάσιμοι αντικυκλώνες ονομάζονται «Εμποδιστές», καθώς η μεγάλη κατακόρυφη και οριζόντια έκτασή τους εμποδίζουν την ανάπτυξη χαμηλών βαρομετρικών συστημάτων που συνήθως κινούνται από τα δυτικά προς τα ανατολικά. Έτσι, το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης δεν κατάφερε να εμπλουτιστεί με υγρές αέριες μάζες από τον Ατλαντικό. Η Ελλάδα δέχθηκε αξιόλογες βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις μόνο από εφήμερα βαρομετρικά χαμηλά που αναπτύχθηκαν κατά την κάθοδο ψυχρών αέριων μαζών πάνω από την αρκετά θερμότερη Μεσόγειο Θάλασσα.

Οι αντικυκλώνες-Εμποδιστές μπορούν να παραμείνουν στάσιμοι για μερικές εβδομάδες, όπως και έγινε φέτος από τα τέλη Φεβρουαρίου έως τα τέλη Μαρτίου 2022, και έχουν συνδεθεί με την εκδήλωση ακραίων καιρικών φαινομένων. H συχνότητα της εμφάνισής τους αυξάνεται λόγω της κλιματικής αλλαγής, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες και, ανάλογα με την περιοχή στην οποία αναπτύσσονται, οδηγούν σε ακραία καιρικά φαινόμενα είτε στην περιοχή δράσης τους (υψηλές θερμοκρασίες κοντά στο έδαφος), είτε περιφερειακά τους (πλημμύρες).

Ο βαρύς χειμώνας δεν έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι ακολουθείται από ένα ακραία θερμό καλοκαίρι.

Στη Στερεά Ελλάδα καταγράφηκε η μεγαλύτερη αρνητική απόκλιση της μέσης τιμής των μεγίστων θερμοκρασιών, καθώς η θερμοκρασία βρέθηκε -4,1°C κάτω από τα φυσιολογικά για την εποχή επίπεδα.

Στη Βόρεια Ελλάδα (Μακεδονία και Θράκη), οι μέγιστες τιμές θερμοκρασίας κυμάνθηκαν πολύ κοντά σε εκείνες του Μαρτίου 2015, με την απόκλιση της μέσης τιμής να φτάνει τους -3,6°C. Η μέση τιμή των 10,9°C ήταν κατά 0,5°C χαμηλότερη από την αντίστοιχη του 2015, και κατά 6°C χαμηλότερη από την ακραία υψηλή τιμή του Μαρτίου 2019.

Στη Θεσσαλονίκη ο υδράργυρος κυμάνθηκε περίπου -3,6°C χαμηλότερα από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα, με αρνητικές αποκλίσεις να καταγράφονται τις 23 από τις 31 ημέρες του μήνα. Η ψυχρότερη ημέρα ήταν επίσης η 11η Μαρτίου 2022 με μέγιστη τιμή ημέρας μόλις τους 7°C.

Για τη Θεσσαλία, πρόκειται για τον πιο ψυχρό Μάρτιο τουλάχιστον από το 2010 και ήταν κατά 0,8°C ψυχρότερος από τον αντίστοιχο μήνα του 2015 και κατά 6,7°C ψυχρότερος από τον Μάρτιο του 2018.

Στη Δυτική ηπειρωτική Ελλάδα και τα Επτάνησα, ήταν επίσης ο ψυχρότερος Μάρτιος από το 2010, με τις μέγιστες θερμοκρασίες να κυμαίνονται κατά 2,7°C χαμηλότερα από τη μέση τιμή της περιόδου αναφοράς 2010-2019.

Στην Πελοπόννησο, η μέση τιμή των μεγίστων θερμοκρασιών τον φετινό Μάρτιο ήταν 13,7°C, δηλαδή κατά 3,6°C χαμηλότερη από τη μέση τιμή της περιόδου 2010-2019.

Παρόμοιες συνθήκες καταγράφηκαν και στα Νησιά του Αιγαίου. Ιδιαίτερα για την Κρήτη,  πρόκειται για τη μεγαλύτερη απόκλιση από προηγούμενο ρεκόρ της περιόδου 2010-2019 στη χώρα μας.

Πλέον τις πρώτες ημέρες του Απριλίου 2022, σύμφωνα με το meteo, υπάρχει ανακατάταξη της ατμοσφαιρικής κυκλοφορίας πάνω από την Ευρώπη με μεγάλη δραστηριότητα χαμηλών βαρομετρικών συστημάτων που προκαλούν όψιμες χιονοπτώσεις στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη