Ο προπονητής Νίκος Σειραγάκης που καταδικάστηκε για την ασέλγεια σε 36 ανήλικους, 12,5 χρόνια μετά την σύλληψη του, τρία χρόνια μετά την πρώτη αποφυλάκισή του, η οποία δεν κράτησε παρά λίγες μέρες μετά τον ντόρο που προκλήθηκε, αποφυλακίστηκε υπό όρους.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, ο Σειραγάκης αποφυλακίστηκε -μετά την σχετική αίτηση που κατέθεσε στο συμβούλιο του σωφρονιστικού καταστήματος όπου βρισκόταν τα τελευταία χρόνια- από τις φυλακές της Τρίπολης.
Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι ο Σειραγάκης, που καταδικάστηκε για βαρύτατα εγκλήματα κατά ανηλίκων σε 401 χρόνια κάθειρξης, έχει δηλώσει ως τόπο κατοικίας περιοχή της Αττικής, όπου υποχρεούται να παρουσιάζεται δύο φορές τον μήνα στο τοπικό αστυνομικό τμήμα για να δίνει το «παρών», ενώ από τους βασικότερους όρους που του έχουν επιβληθεί είναι να μην επιστρέψει σε οποιαδήποτε περιοχή της Κρήτης και να μην έχει την παραμικρή επαφή με ανήλικο χωρίς παρουσία ή την συναίνεση των εχόντων την επιμέλεια, καθώς και να παρακολουθεί συνεδρίες με ψυχίατρο.
Να θυμίσουμε ότι είχε καταδικαστεί σε 401 χρόνια φυλάκισης, που με τη συγχώνευση έγιναν 220 και που σε πραγματικά χρόνια έκτισης μειώνονται σε 25 και τελικά σε 20 με τον νέο ποινικό κώδικα. Ο Σειραγάκης καταδικάστηκε πρωτόδικα για κατάχρηση σε ασέλγεια και απόπειρα κατάχρησης σε ασέλγεια σε βάρος 36 παιδιών, ενώ την ίδια ποινή του επέβαλε και το εφετείο.
Στα τέλη Απριλίου του 2020 είχε αποφυλακιστεί από τις φυλακές των Γρεβενών, που τότε εξέτιε την ποινή του, όμως λίγες ημέρες αργότερα είχε συλληφθεί για παραβίαση των όρων της αποφυλάκισης και οδηγήθηκε ξανά στις φυλακές. Τότε, είχε δηλώσει ως τόπο διαμονής περιοχή της Θεσσαλονίκης, ενώ κατά πληροφορίες, μετά την εκ νέου φυλάκισή του, παρέμεινε για κάποιο διάστημα στο σωφρονιστικό κατάστημα των Γρεβενών και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Τρίπολη.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι τον Δεκέμβριο του 2011, που συνελήφθη για τα ειδεχθή εγκλήματά του κατά των ανηλίκων, είχε προφυλακιστεί στις φυλακές Τριπόλεως. Η δίκη του, τόσο σε πρώτο όσο και σε δεύτερο βαθμό, είχε πραγματοποιηθεί στο Εφετείο του Πειραιά, για λόγους προστασίας της ανηλικότητας των θυμάτων του.