Πολλές φορές οπισθοχωρούν δραματικά, γιατί υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για τη νομιμότητα της δημοκρατίας

Όλοι όσοι είμαστε… παλιοσειρές  της ζωής, ζούμε κάθε χρόνο τις γιορτινές μέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, με πολλά και ποικίλα συναισθήματα, τα οποία όταν τα ανασύρουμε από τον κουμπαρά της μνήμης μας δημιουργούν την αίσθηση της μοναξιάς.

Το γεγονός ότι συμβιβαζόμαστε και απολαμβάνουμε τις φωταψίες, τα έλατα και γενικά τη γιορτινή ατμόσφαιρα, έχει σχέση με τις παιδικές μας καταβολές, γιατί όλα ξεκινάνε από την ηλικία των πρώτων μας χρόνων.

Ακόμα κι αν σαν ενήλικες έχουμε κατορθώσει να απομυθοποιήσουμε πλήρως τα Χριστούγεννα και να τα γιορτάζουμε με δικό μας τρόπο, ή καθόλου, γιατί ενδεχομένως να μη συμβολίζουν κάτι για μας, εν τούτοις ήμασταν κάποτε και εμείς παιδιά, γι’ αυτό γνωρίζουμε πολύ καλά, ότι δεν υπάρχει κανένα παιδί που να μη βιώνει αυτόν τον κόσμο της μαγείας και του ονείρου.

Γι’ αυτό και είναι απόλυτα φυσιολογικό, ότι μας στοιχειώνει το γεγονός, το πώς ζήσαμε τις ημέρες των Χριστουγέννων στα παιδικά μας χρόνια.

Τέτοιες σκέψεις στροβιλίζουν στο μυαλό μου το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, γι’ αυτό προφανώς δεν κατάλαβα πότε είχε ξημερώσει, γιατί ξαφνιάστηκα όταν άκουσα το κουδούνι της πόρτας, αλλά μόλις άνοιξα, βρέθηκα μπροστά σε μια ευχάριστη έκπληξη. Τρεις υπέροχες φατσούλες μου ζήτησαν ευγενικά αν «μπορούνε να τα πούνε». Με το νεύμα που τους έκανα άρχισαν αμέσως την ψαλμωδία και μόλις τελείωσαν ο αρχηγός της παρέας μου σύστησε τη χορωδία.

Η μικρή της παρέας είναι η Αφροδίτη, φίλη μας, η μεγαλύτερη όλων η Μελίνα, αδελφή μου και εγώ είμαι ο Αντώνης. Αφού πήραν το ρεγάλο, ευχήθηκαν χρόνια πολλά και έφυγαν βιαστικά μέσα στο πρωινό μισοσκόταδο, για να αναγγείλουν και σε άλλους γείτονες, τη γέννηση του Χριστού.

Μετά την υπέροχη παράσταση των τριών μελωδιών, άρχισε να αλλάζει η διάθεσή μου, καθώς ξεδιπλώθηκαν στο μυαλό μου σκηνές από υπέροχες αναμνήσεις ημερών αρχαίων.

Θυμήθηκα τα Χριστούγεννα, που δεν είχαν σχέση με τη σημερινή χλιδάτη διάσταση, είχαν όμως μια γλυκύτατη θαλπωρή, όπως αυτή αποτυπωνόταν μέσα από τις σελίδες των βιβλίων του Σκιαθίτη γέροντα των γραμμάτων Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ο οποίος είχε γράψει υπέροχα χριστουγεννιάτικα διηγήματα.

Μέσα από αυτό, πέτυχε «να αποκαταστήσει τη χαμένη επαφή του νεοελληνικού λόγου, με την πηγή της λαϊκής θρησκευτικής ψυχολογίας» όπως έγραφε ο κριτικός, λογοτέχνης και ποιητής Ανδρέας Καραντώνης.

Σήμερα, βέβαια, οι εποχές δεν είναι ίδιες. Οι ψυχές των ανθρώπων έχουν αλλοιωθεί, έχουν γίνει πιο σκληρές, ενώ πρώτο μέλημα των σημερινών ανθρώπων, είναι οι υλικές απολαύσεις. Η παιδεία και η γνώση περνάνε σε αδρανές επίπεδο.

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, που αφορά τους Έλληνες, το 70% των συμπατριωτών μας, ούτε έχει διαβάσει, αλλά και ούτε πρόκειται να ασχοληθεί με το βιβλίο. Επίσης οι μισοί Νεοέλληνες δεν έχουν διαβάσει ποτέ εφημερίδα, και είναι πιθανόν ότι ποτέ στη ζωή τους δεν θα διαβάσουν κάποιο έντυπο.

Τα στοιχεία αυτά αναφέρει σε άρθρο του ο καλός συνάδελφος Θανάσης Παπανδρόπουλος, σημειώνοντας ότι όπως έλεγε ο Μαξ Βέμπερ (1824-1920) Γερμανός κοινωνιολόγος, η ελληνική άγνοια σε μέγιστο βαθμό και η αντίστοιχη ευρωπαϊκή σε μικρότερη κλίμακα, θέτουν υπό σοβαρό κίνδυνο, τη νομιμότητα της δημοκρατίας.

Εύλογα, λοιπόν, συνειρμικά, μου ήρθαν στο μυαλό, οι τρεις τρυφερές φιγούρες της παραμονής Χριστουγέννων και δικαιολογημένα αναρωτήθηκα (και προβληματίστηκα), πώς τα βλαστάρια αυτά θα μεγαλώσουν και κάτω από ποιες συνθήκες, όταν οι συνθήκες της ζωής, παρά τα τεράστια τεχνολογικά άλματα, αντί να καλυτερεύουν, στη χειρότερη περίπτωση παραμένουν στάσιμες. Και πολλές φορές οπισθοχωρούν δραματικά, γιατί όπως στην προηγούμενη παράγραφο αναφέραμε υπάρχει σοβαρός κίνδυνος για τη νομιμότητα της δημοκρατίας.

Το τελευταίο χρονικό διάστημα, έχει ανοίξει πάλι ένα θέμα, προεξάρχοντος του ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά του αρχηγού του και τέως πρωθυπουργού, ότι βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η οργάνωση ενός αστυνομικού κράτους, για να καταπατηθούν οι ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα των πολιτών.

Ομολογώ ότι οι δηλώσεις αυτές ενώ είναι «βροντώδεις», προκαλούν στη δημόσια σφαίρα κρότο, όμοιο με αυτόν που δημιουργούν οι παιδικές στρακαστρούκες. Κι αυτό γίνεται, επειδή η γόμωσή τους δεν είναι από κανονική πυρίτιδα, αλλά είναι -εκτός των άλλων- και κενή περιεχομένου. Είναι, δηλαδή, αυτό που λέμε άσφαιρα πυρά.

Παρατηρήσαμε όλες τις προηγούμενες ημέρες τον… τέως να καταφεύγει σε μια ρητορική, με συνεχείς κατηγορίες εναντίον των… δυνάμεων καταστολής, οι οποίες επιδίδονται σε μια πρωτοφανή εξόντωση πολιτών, γιατί θέλουν να μετατρέψουν οικήματα που καταλαμβάνουν (παρανόμως) σε… πολιτιστικά κέντρα.

Μέσα σε αυτό θα υπάρχουν ειδικά δωμάτια, όπου θα εκτίθενται βόμβες μολότωφ (με το απαραίτητο προσπέκτους για την κατασκευή τους), πυροσβεστήρες, καρφιά, καδρόνια, και άλλα είδη… λαϊκής τέχνης.

Ο Τσίπρας και οι συν αυτώ ανησυχούν σφόδρα για την τύχη αυτών των μουσείων, όπως έκαναν και με το μουσείο της Αμφίπολης, επί πέντε χρόνια, γι’ αυτό το είχαν επιχωματωμένο.

Ειλικρινά, έχω μια μεγάλη απορία και πολύ θα ήθελα κάποιος από τον ΣΥΡΙΖΑ να μου τη λύσει. Σε ποια χώρα όλης της οικουμένης, ένας πολιτικός, που έχει διατελέσει και πρωθυπουργός, θα έκανε δηλώσεις καυτηριάζοντας την αστυνομία, επειδή πήγε να αδειάσει μια πολυκατοικία την οποία είχαν μετατρέψει οι καταληψίες σε πεδίο βολής.

Δεν θέλουμε να γίνουμε υποστηρικτές των αστυνομικών δυνάμεων, οι οποίες εάν πραγματικά ξεφεύγουν από τα καθήκοντά τους, να ελεγχθούν από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές.

Οφείλουμε, όμως, να υπογραμμίσουμε ότι στην περιοχή της Αττικής, αλλά και σε άλλες πόλεις της χώρας, υπάρχουν εκατομμύρια σπίτια και πολυκατοικίες. Σε πόσα από αυτά έχει «μπουκάρει» η αστυνομία κατά τη λαϊκόστροφη ορολογία που χρησιμοποιεί ο Τσίπρας και λοιποί ΣΥΡΙΖΑΙΟΙ.

Εάν δεν μας απατά η μνήμη, έχουν γίνει δεκαπέντε ή είκοσι επιχειρήσεις, σε στοχευμένα οικήματα, τα οποία είχαν καταλάβει οι γνωστοί - άγνωστοι και τα μετέτρεψαν σε άντρα παρανομίας. Τι θα έπρεπε, λοιπόν, να γίνει; Μήπως είχαν σχέδιο οι καταληψίες να διεκδικήσουν και τη χρησικτησία των διαμερισμάτων και να γίνουν κάποια στιγμή κανονικοί ιδιοκτήτες; Πολύ πιθανόν.

Τα τελευταία χρόνια, κυριαρχεί η πολιτική τρομοκρατία της αριστεράς, καθώς θέλει να ηγεμονεύει, με μια ψεύτικη και διαβρωτική άποψη επειδή έχει ένδεια επιχειρημάτων, λόγων και έργων.

Οι καταλήψεις, οι παραβιάσεις του πανεπιστημιακού ασύλου, οι ακτιβιστικές οργανώσεις που κινούνται σε περιοχές παρανομίας, τα «άβατα» που δημιουργήθηκαν στα Εξάρχεια και άλλες περιοχές, οι καταλήψεις πανεπιστημιακών σχολών, προβάλλονται ως χώροι εναλλακτικής εξουσίας. Με αυτή τη λογική που είναι διάχυτη σε όλο το ΣΥΡΙΖΑΙΪΚΟ μόρφωμα δεν μπορεί να υπάρχει κανονικότητα, όπως αυτή νοείται και εφαρμόζεται σε όλες τις δημοκρατικές χώρες.

Και το χειρότερο απ’ όλα, ότι με αυτόν τον τρόπο υπονομεύεται το μέλλον της χώρας, που έχει αντίκτυπο στη νέα γενιά, αυτή που σήμερα ονειρεύεται και θέλει από τα χαράματα με το αθώο χαμόγελό της να μας ευχηθεί για τη χρονιά που έρχεται.

Πάντως για τους πολιτικάντηδες, οι οποίοι άλλα λέγαν, άλλα εννοούν και άλλα κάνουν, ο φιλόσοφος Δημόκριτος (470-370 π.Χ.) έλεγε: «Ευ λογίζεσθαι, ευ λέγειν και πράττειν ά δει». Δηλαδή «Να σκέφτεσαι σωστά, να μιλάς σωστά και να κάνεις αυτά που πρέπει». Καλή χρονιά σε όλους.

*Δημοσιεύτηκε στο «Καρφί» του Σαββατοκύριακου