Με την κατάθεση νομοτεχνικών βελτιώσεων από τον κ. Θοδωρή Δρίτσα, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ξαφνική εμπλοκή στο ζήτημα της παραχώρησης του ΟΛΠ, ξεκίνησε εκ νέου η διακοπείσα συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής.

Οι αλλαγές αφορούν τα άρθρα 5,6,9 και 12 του κυρωτικού νόμου, αλλά και τα 14,15 και 19 του συνολικού νομοσχεδίου.

Την ίδια ώρα, φαίνεται να έχει ξεσπάσει «blame game» μεταξύ του υπουργείου Ναυτιλίας και της γενικής γραμματείας της κυβέρνησης, αναφορικά με την ευθύνη της «λαθροχειρίας» που προκάλεσε την ξαφνική εμπλοκή, με το Μέγαρο Μαξίμου να τηρεί ίσες αποστάσεις και να επιρρίπτει ευθύνες και στις δύο πλευρές.

Ο κ. Θοδωρής Δρίστας «κάρφωσε» στην πρωτολογία του τον γενικό γραμματέα, Μιχάλη Καλογήρου, λέγοντας: «Η Γενική Γραμματεία Κυβέρνησης και όχι το υπουργείο Ναυτιλίας, με κριτήριο όχι πολιτικό ή συμβατικό, αλλά ορθής και καλής νομοθέτησης, προέβη σε μια σειρά από αλλαγές, που δεν έχει καμία σχέση με παραβίαση συμφωνημένων όρων και κανόνων».

Ωστόσο, αξιωματούχοι της κυβέρνησης σημείωναν με νόημα ότι οι αλλαγές φέρουν την υπογραφή και των δύο προσώπων.

Ο κ. Δρίτσας επανήλθε στη δευτερολογία του και προκειμένου να διασκεδάσει τις εντυπώσεις για τον «εμφύλιο» που έχει ξεσπάσει, είπε: «Αναλαμβάνω όλη την ευθύνη γι' αυτό, αλλά ήταν και μια πρωτοβουλία της γενικής γραμματείας της κυβερνήσεως, στο πλαίσιο όλα τα σχέδια νόμου να τα ελέγχει και να παρεμβαίνει στο πλαίσιο της καλής νομοθέτησης».

Υποστήριξε, δε, ότι ο ίδιος ουδέποτε «κάρφωσε» τον γενικό γραμματέα της κυβέρνησης και πως όλα οφείλονται στα μίντια. «Να αντισταθεί η αίθουσα σε αυτή την αθλιότητα. Μην ανέχεστε αυτή την αγυρτεία, απ' όπου κι αν εκδηλώνεται» είπε χαρακτηριστικά.

Εκτός αυτών, ο υπουργός συνέχισε για δεύτερη ημέρα τη δημόσια προσωπική του απολογία για τη σύμβαση παραχώρησης, με την οποία, όπως είπε, η κυβέρνηση δεν συμφωνούσε, αλλά «υπαναχώρησε σχεδόν καταναγκαστικά».

«Είχαμε πει εξ αρχής ότι δεν ήμασταν υπέρ των ιδιωτικοποιήσεων στο λιμάνι του Πειραιά. Αυτό το όραμα η κυβέρνησή μας δεν μπόρεσε να το υλοποιήσει εξαιτίας των εξελίξεων. Εξαιτίας ενός συμβιβασμού που είχε και επώδυνες λύσεις, αλλά και επιλογές όπως αυτή, που δεν ήταν συμβατές με τις προγραμματικές μας διακηρύξεις. Δεν είναι υπαναχώρηση, αλλά αλλαγή πλεύσης σε επιλογή σχεδόν καταναγκαστική» είπε χαρακτηριστικά, για να προσθέσει ωστόσο σε άλλο σημείο ότι είναι «άβολες οι καρέκλες της εξουσίας για εμάς. Ο λαός μας έδωσε την εντολή να παραμείνουμε».

«Σεβόμαστε τον παραχωρησιούχο και τη φίλη Κίνα»



«Γεννήθηκε ένα μείζον ζήτημα κυριολεκτικά εκ του μη όντος» υποστήριξε ο κ. Δρίτσας από το βήμα της Βουλής και, απευθυνόμενος στους βουλευτές της αντιπολίτευσης, ζήτησε να εξετάσουν πιο προσεκτικά τα κείμενα.

«Φυσικά σεβόμαστε και τον παραχωρησιούχο, σεβόμαστε και τη φίλη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και δεν έχουμε καμιά αντίρρηση να εξαντλήσουμε όλη την καλή πίστη για να μην υπάρχει η παραμικρή υποψία ότι η κυβέρνησή μας δεν είναι συνεπής προς τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει διεθνώς» τόνισε.

«Προσπαθήσαμε να βρούμε λύσεις για την υπέρβαση κάθε επιφύλαξης» είπε ο κ. Δρίτσας, εξηγώντας τι μεσολάβησε την ώρα που η συνεδρίαση είχε διακοπεί.

«Εμείς εξαντλήσαμε την προσπάθεια» τόνισε ο υπουργός Ναυτιλίας.

Κατά την άποψη που εξέφρασε ο Θοδωρής Δίτσας, για το θέμα της Cosco «δεν υπήρχε κανένας λόγος να δημιουργηθεί όλη αυτή η αντίδραση και όλη αυτή η αναταραχή».

«Οι δικες μας παρεμβάσεις συνέτειναν στην καλή νομοθέτηση που εξυπηρετούν όλους, αλλιώς στο μέλλον μπορούν να δημιουργηθούν περισσότερες τριβές» υποστήριξε και εις ό,τι αφορά τις βελτιώσεις που παρουσίασε στη Βουλή» είπε ο κ. Δρίτσας: «Οι νομοτεχνικές βελτιώσεις μπορούν πραγματικά να βελτιωθούν, να δοκιμαστούν και στην πράξη και να αξιολογηθούν».

Μετά την κριτική που δέχθηκε η κυβέρνηση για τους χειρισμούς της, το Μέγαρο Μαξίμου εξέδωσε ανακοίνωση. «Όπως ξεκαθάρισε και ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας Θοδωρής Δρίτσας, ο θόρυβος που έχει ξεσηκωθεί γύρω από το θέμα της κύρωσης της σύμβασης με τη COCSO, είναι επί ουσιαστικά ανύπαρκτου ζητήματος» ανέφερε σε γραπτή της δήλωση για το θέμα της κύρωσης της σύμβασης με την Cosco η κυβερνητική εκπρόσωπος Ολγα Γεροβασίλη.

«Η κυβέρνηση, σε συνεργασία με το ΤΑΙΠΕΔ, προχώρησε ως όφειλε στις απαιτούμενες βελτιώσεις, προκειμένου να είναι νομοτεχνικά άρτιες οι διατυπώσεις του κυρωτικού νόμου» πρόσθεσε στη δήλωσή της.

Και κατέληξε: «Οι υπερβολικές αντιδράσεις καθώς και η απόπειρα πολιτικής εκμετάλλευσης του ζητήματος, την παραμονή του ταξιδιού του Πρωθυπουργού στην Κίνα, δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα παιχνίδι εντυπώσεων. Το θέμα έχει ήδη διευκρινιστεί πλήρως και η σύμβαση θα κυρωθεί κανονικά».