Ένα ρητό λέει “μην αφήσεις το χθες να ξοδέψει πάρα πολύ από το σήμερα”. Παρακολουθώντας όμως τη δημόσια συζήτηση τον τελευταίο μήνα στην Ελλάδα διαπιστώνει κανείς ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο.
Τη στιγμή που η χώρα έχει ανάγκη να “τρέξει” για να βγεί από τα προβλήματα και να καλύψει το έδαφος που έχει χάσει τα τελευταία χρόνια, ξοδεύουμε παρά πολύ από το σήμερα για συζητήσεις για το χθές.
Του Παναγιώτη Πικραμμένου*
Στάλιν, εμφύλιος, Ανδρέας Παπαδρέου, έχουν καλύψει το χώρο που θάπρεπε να καλύπτουν γόνιμες αντιπαραθέσεις για το μέλλον της χώρας: για τη θέση της Ελλάδας στο σύγχρονο κόσμο, για την προσέλκυση επενδύσεων, για τον εκσυγχρονισμό του κράτους, για την αντιμετώπιση της ανεργίας και της ακραίας φτώχειας.
Τη στιγμή που πρέπει να σχεδιάσουμε το μέλλον και να δημιουργήσουμε, κάποιοι ανοίγουν πληγές του μακρινού παρελθόντος προσπαθώντας να χρησιμοποιήσουν την ιστορία ως πολιτικό εργαλείο και να διχάσουν.
Η τεχνητή ευφυΐα, η ρομποτική, οι ενεργειακές τεχνολογίες, η βιοτεχνολογία, η κωδικοποίηση του χρήματος, οι ψηφιακοί πόλεμοι, η νέα γεωγραφία των αγορών βρίσκονται στις προτεραιότητες των χωρών που θέλουν να ενισχύσουν τη θέση τους στον κόσμο.
Να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες και να αντιμετωπίσουν τις νέες προκλήσεις.
Η συζήτηση λοιπόν μεταξύ των κομμάτων που μιλούν στο όνομα της προόδου θα έπρεπε να είναι πώς θα μπορέσει η Ελλάδα να συγχρονίσει τα βήματά της με τον υπόλοιπο κόσμο και όχι να αναλώνεται στο χθές.
Κάθε εποχή έχει τα προτάγματά της. Για τις αρχές του 20ου αιώνα το πρόταγμα ήταν η αναδιοργάνωση και ο θεσμικός εκσυγχρονισμός της χώρας, έργο που επετέλεσε με μεγάλη επιτυχία ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή το πρόταγμα ήταν η αποκατάσταση της δημοκρατίας και η ένταξη της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Πέτυχε και τα δύο.
Για τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη το πρόταγμα ήταν η είσοδος της Ελλάδας στο κόσμο των μεταρρυθμίσεων. Για τον Ανδρέα Παπανδρέου ήταν το κλείσιμο των πληγών του εμφυλίου και η άρση του αποκλεισμού μεγάλου τμήματος των πολιτών.
Σήμερα, το πραγματικό στοίχημα της χώρας είναι η έξοδος από την κρίση και ο συγχρονισμός των βημάτων της με τον υπόλοιπο κόσμο, κυρίως δε με την Ευρώπη.
Γι΄αυτό απαιτείται η προώθηση μεταρρυθμίσεων με στόχο την προσέλκυση επενδύσεων, την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, της καινοτομίας, της απασχόλησης.
Παράλληλα πρέπει να είναι σαφές ότι το μέλλον δεν μπορεί να χτιστεί με ένα μικρό τμήμα που θα προχωράει και θα ευημερεί όταν μια μεγάλη ομάδα συμπολιτών μας βρίσκεται στο περιθώριο. Η δημιουργία ενός αξιόπιστου κοινωνικού κράτους είναι όρος sine qua non για να προχωρήσει η χώρα.
Η Ελλάδα έχει χάσει πολύ χρόνο. Πρέπει να καλύψει το χαμένο έδαφος όχι με μικρά βήματα και πολλές φορές αντιφατικά, όπως βλέπουμε τον τελευταίο καιρό, αλλά με άλματα.
Αυτό μπορεί να το πετύχει μόνο μια νέα γενιά ηγετών με μόρφωση, εμπειρία και εντιμότητα.
Χρειαζόμαστε στο τιμόνι της χώρας ανθρώπους που έχουν γνώση του κόσμου.
Που έχουν πλήρη συνείδηση ότι τα προβλήματα της χώρας δεν θα λυθούν από το κλείσιμο στον εαυτό της αλλά όταν μπορεί να κοιτάξει κατάματα τις προκλήσεις.
Με τόλμη και αυτοπεποίθηση και έχει τις δυνάμεις να το κάνει.
Η Ελλάδα μπορεί. Αυτό που χρειάζεται είναι μία νέα ηγεσία. Τώρα που αυταπάτες ετών κατέρρευσαν είναι ευθύνη των πολιτών, όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή να επιλέξουν εκείνους που μπορούν να οδηγήσουν τη χώρα στη νέα εποχή.
Που θα χτίσουν την Ελλάδα του 21ου αιώνα.
Να επιλέξουν μία ηγεσία που θα κοιτάει μπροστά και δεν θα υπολογίζει το πολιτικό κόστος. Που θα κοιτάει μόνο το καλό της Χώρας και όχι το πως θα εξασφαλιστεί.
Με δυό κουβέντες, που θα κοιτάει να πραγματοποιήσει αυτά που έχει υποσχεθεί.
Το παρελθόν δεν αλλάζει. Το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε για το μέλλον είναι να το δημιουγήσουμε.
*Επίτιμος Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας
Πρώην Υπηρεσιακός Πρωθυπουργός