Νέα στοιχεία έρχονται στο φως της δημοσιότητας από την δικογραφία που έχει σχηματιστεί για την υπόθεση της δολοφονίας του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ.

Οι εξελίξεις είναι ραγδαίες μετά τη σύλληψη των δύο αδελφών και στοίχημα για τις αρχές είναι να φτάσουν στον ηθικό αυτουργό, στον άνθρωπο δηλαδή που έδωσε την εντολή να εκτελεστεί το συμβόλαιο θανάτου.  Υπενθυμίζεται ότι εκτός από τα δύο αδέλφια. ηλικίας 40 και 48 ετών, που συνελήφθησαν, στη δικογραφία περιλαμβάνονται ακόμη τρία άτομα, για τα οποία όμως δεν έχουν βρεθεί μέχρι στιγμής στοιχεία επαρκή προκειμένου να εκδοθούν εντάλματα σύλληψης.

Όπως μετέδωσε το MEGA, στη δικογραφία της υπόθεσης αναφέρεται πως ένας κατηγορούμενος προχωρούσε σε παραπλανητικές συνομιλίες, καθώς πίστευε πως τα τηλέφωνα του παρακολουθούνταν από την αστυνομία. Στόχος του να δείξει πως δεν γνωρίζει έναν περιβόητο ποινικό, για τον οποίο η αστυνομία εκτιμά πως πιθανότατα είναι ο εντολέας της δολοφονία του δημοσιογράφου.

Η συνομιλία αυτή έγινε στις 5 Σεπτεμβρίου του 2022. Ο κατηγορούμενος, στην προσπάθειά του να απειλήσει έναν ιδιώτη, ξεχνιέται και του αναφέρει το όνομα του συγκεκριμένου ποινικού για να τον εκφοβίσει. Μετά όμως καταλαβαίνει το λάθος του και προσπαθεί να το “σώσει”. Έτσι, αρχίζει να κάνει παραπλανητικά τηλεφωνήματα σε διάφορους γνωστούς του, ρωτώντας «ποιος είναι ο μεγαλοποινικός» και «αν έχετε ακούσει το όνομά του». Όλα αυτά, στην προσπάθειά του να μην συνδεθεί ο δολοφόνος του δημοσιογράφου με τον εντολέα του, σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ.

Στη δικογραφία αναφέρεται πως δύο από τους βασικούς υπόπτους για τη δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ, (o 40χρονος συλληφθείς και ένας 50χρονος το όνομα του οποίου περιλαμβάνεται στη δικογραφία) λίγη ώρα μετά την εγκληματική ενέργεια είχαν προχωρήσει σε ανάρτηση κοινής τους φωτογραφίας στο Facebook, πιθανόν για επιδεικτικούς λόγους. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι αυτό βοήθησε τα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. να διαλευκάνουν την υπόθεση, καθώς εντόπισαν από ποια τηλέφωνα έγινε η συγκεκριμένη ανάρτηση.

Τα “πακιστανικά” τηλέφωνα

Οι συλληφθέντες χρησιμοποίησαν δύο κινητά με αριθμούς «φαντάσματα» που εμφανίζονται να ανήκουν σε αχυράνθρωπο από το Μπαγκλαντές. Αυτοί οι αριθμοί παρουσίασαν μεταξύ τους επικοινωνίες μία ημέρα πριν αλλά και την ημέρα της δολοφονίας, από τις 12.30 μ.μ. έως τις 13.21 μ.μ. Αυτά τα τηλέφωνα φαίνεται πως ενεργοποιήθηκαν λίγες μέρες πριν από την εκτέλεση του δημοσιογράφου, και συγκεκριμένα στις 5 Απριλίου.  Το κανονικά κινητά τηλέφωνα των συλληφθέντων το επίμαχο χρονικό διάστημα ήταν σε αδράνεια.

H δικογραφία του 2015

Σημειώνεται ότι μια δικογραφία που σχηματίστηκε το 2015 μπήκε στο μικροσκόπιο του τμήματος Ανθρωποκτονιών στο πλαίσιο της έρευνας για τον εντοπισμό του εντολέα της δολοφονίας του Γιώργου Καραϊβάζ. Αρχηγικό μέλος φερόταν ένα βαρύ όνομα της νύχτας που σήμερα βρίσκεται έγκλειστος στη φυλακή. Το όνομα του συγκεκριμένου ατόμου αναφέρεται και στη δικογραφία για την υπόθεση Καραϊβάζ, ωστόσο ποτέ δεν βρέθηκαν στοιχεία που να τον συνδέουν με το έγκλημα.

Οι αστυνομικοί έβαλαν στο μικροσκόπιο τον συγκεκριμένο άνθρωπο της νύχτας, καθώς τόσο ο ίδιος όσο και φερόμενος ως συνεργός του σε κύκλωμα εκβιαστών είχαν προμηθευτεί κάρτες SIM από το ίδιο κατάστημα στην Πανόρμου, από το οποίο φέρεται να πήραν τις τηλεφωνικές τους συνδέσεις και οι δράστες της δολοφονίας Καραϊβάζ.

Ο ιδιοκτήτης του καταστήματος φέρεται να διατηρεί επαφή με αυτούς τους δύο άνδρες που το 2015 είχαν κατηγορηθεί από το τμήμα Δίωξης Εκβιαστών ότι συμμετείχαν σε ομάδα μπράβων που πουλούσε προστασία σε δεκάδες μαγαζιά στην Αττική.

Ο πρώτος από αυτούς περιγράφεται ως ο αρχηγός της σπείρας. Μάλιστα, ύστερα από απόπειρα δολοφονίας εναντίον του, το 2020, στη Βάρη, είχε γίνει έρευνα στο κινητό του τηλέφωνο και είχαν βρεθεί επικοινωνίες του με τον ιδιοκτήτη του καταστήματος στην Πανόρμου. Ο δεύτερος φέρεται να είναι το δεξί χέρι του αρχηγού και το 2015 οι αστυνομικοί είχαν εντοπίσει στο σπίτι του κάρτες sim αγορασμένες από το ίδιο κατάστημα, στους Αμπελόκηπους. Λίγη ώρα μετά τη δολοφονία του δημοσιογράφου ο ίδιος έστειλε γραπτό μήνυμα στον ιδιοκτήτη του μαγαζιού.

Σύμφωνα με την ίδια πηγή, ο ιδιοκτήτης του καταστήματος κινητής τηλεφωνίας κατά τη διάρκεια εξέτασής του από τους αστυνομικούς, δεν αρνήθηκε τη γνωριμία του με τα αρχηγικά μέλη της ομάδας εκβιαστών, υποστηρίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι οι επικοινωνίες με τον αρχηγό της ομάδας αφορούσαν σε θέματα σταθερής και κινητής τηλεφωνίας και οι σχέσεις τους είναι τυπικές. Επίσης, είπε ότι ο ίδιος τηλεφωνούσε στον υπαρχηγό του κυκλώματος, τον οποίο γνωρίζει από το 2009, ή του έστελνε SMS, για… «ξεμάτιασμα».