Σε πλήρη εξέλιξη είναι για δεύτερο 24ωρο οι έρευνες για τον εντοπισμό του αγνοούμενου κυβερνήτη του Phantom F-4 που συνετρίβη στη θάλασσα νότια της Ανδραβίδας το πρωί της Δευτέρας.
Μέχρι στιγμής οι έρευνες από αέρος και θαλάσσης παραμένουν άκαρπες, με τις δυνάμεις που επιχειρούν να ενισχύονται περαιτέρω με την συμμετοχή ενός Sikorsky S-70, ενός super puma, αλλά και ενός ειδικού ρομπότ. Το έργο της επιχείρησης δυσχεραίνουν ακόμα περισσότερο οι καιρικές συνθήκες στην περιοχή, καθώς επικρατεί συννεφιά και ψιλόβροχο.
Την ίδια ώρα στην Αθήνα και στο Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας επικρατεί βαρύ πένθος για τον χαμό 29χρονου Υποσμηναγού Μάριου – Μιχαήλ Τουρούτσικα, ενώ κλιμάκιο ψυχολόγων έχει σπεύσει από την πρώτη στιγμή στην οικογένειά του. Παράλληλα, έχει ξεκινήσει η αναζήτηση των αιτιών που οδήγησαν στην τραγωδία, με όλα τα σενάρια να είναι ανοιχτά.
Μέχρι στιγμής κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα το τι συνέβη τα κρίσιμα δευτερόλεπτα πριν καρφωθεί το F-4 Phantom στο νερό, με αναλυτές, απόστρατους Ικάρους και έμπειρα στελέχη της HAF να αναλύουν κάθε πιθανό σενάριο. Αυτοί που σίγουρα έχουν πιο καθαρή εικόνα είναι ο κυβερνήτης και ο συγκυβερνήτης του δεύτερου F-4 Phantom που επίσης πετούσε στην περιοχή και φέρεται να έχει δει το μοιραίο αεροσκάφος δευτερόλεπτα πριν τη συντριβή. Ωστόσο και αυτός δεν μπορεί με ασφάλεια να εξηγήσει τι ακριβώς έγινε και ο Σμηναγός Τσιτλακίδης με τον Υποσμηναγό Τουρούτσικα δεν πρόλαβαν να αντιδράσουν πριν το αεροσκάφος «καρφωθεί» στα νερά του Κυπαρισαϊκού κόλπου.
Μηχανική βλάβη; Λάθος χειρισμός; Βέρτιγκο; Κανείς δεν μπορεί να πει με ασφάλεια μέχρι στιγμής και όπως τονίζουν άλλωστε στελέχη της Πολεμικής Αεροπορίας, το ζητούμενο αυτή τη στιγμή είναι να βρεθεί ο κυβερνήτης, ο Σμηναγός Ευστάθιος Τσιτλακίδης.
Ωστόσο, τα ερωτήματα είναι πολλά για τους λόγους που οδήγησαν τον «φαντομά» στο νερό ενώ εκτελούσε πτήση «χαμηλής ναυτιλίας», ελάχιστα μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Αν το μαχητικό υπέστη μηχανική βλάβη θα έπρεπε οι αρκετά έμπειροι χειριστές να έχουν χρησιμοποιήσει το σύστημα ασφαλείας με το εκτινασσόμενο κάθισμα. Οι αρχικές πληροφορίες που έκαναν λόγο για εντοπισμό αλεξίπτωτου δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ από επίσημα χείλη της HAF και όπως φαίνεται ούτε ο κυβερνήτης ούτε ο συγκυβερνήτης πρόλαβαν να αντιδράσουν.
Να έχασαν για κάποιο λόγο τη δύναμη των δύο πανίσχυρων κινητήρων του F-4; Σαφώς και δεν μπορεί να αποκλειστεί αυτό το ενδεχόμενο, με τους δύο πιλότους να μην προλαβαίνουν να ενημερώσουν για βλάβη ούτε τον «Bravo 1», το μαχητικό δηλαδή που ήταν ζευγάρι. Επικοινωνία δεν έχει καταγραφεί, ούτε εξέπεμψαν κάποιο μήνυμα ο Σμηναγός και ο Υποσμηναγός. Να μπήκε γλάρος ή κάποιο άλλο πουλί στον κινητήρα; Πιθανό μεν, δύσκολο δε. Διότι σε μια τέτοια περίπτωση θα προλάβαινε έστω ένας από τους δύο χειριστές να πει μια λέξη.
Να έγινε κάποιος λάθος χειρισμός; Τόσο ο Σμηναγός Ευστάθιος Τσιτλακίδης ο οποίος έχει χιλιάδες ώρες πτήσης στον συγκεκριμένο τύπο μαχητικού, όσο και ο συγκυβερνήτης Υποσμηναγός Μάριος Τουρούτσικας θεωρούνταν έμπειροι και δεν ήταν η πρώτη φορά που εκτελούσαν μια τόσο απαιτητική άσκηση. Ήταν τόσο ικανοί που ακόμα κι αν γινόταν ένας λάθος χειρισμός μπορούσαν αμέσως να τον διορθώσουν και να ανταπεξέλθουν. Η κλήση που πήρε το μαχητικό λίγο πριν τη συντριβή ίσως να φανερώνει κάτι, όμως τίποτα ακόμα δεν είναι σίγουρο.
Τι συνέβη λοιπόν; Οι αρμόδιοι εξετάζουν και το ενδεχόμενο οι χειριστές να έπαθαν βέρτιγκο. Στην περιοχή επικρατούσε «θολούρα» και ενδέχεται οι χειριστές να μπέρδεψαν ουρανό με θάλασσα. Αυτό ίσως εξηγεί και το γεγονός ότι καρφώθηκαν «αφρενάριστοι» στη θάλασσα με ταχύτητα 800 χλμ.
Η άσκηση «χαμηλής ναυτιλίας» είναι από τις πλέον απαιτητικές για τους πιλότους της Πολεμικής μας Αεροπορίας. Γίνονται με στόχο την εξοικείωση των ιπτάμενων σε δύσκολες συνθήκες και πέταγμα σε χαμηλό ύψος πάνω από τη θάλασσα, ώστε αν βρεθούν σε αντίστοιχη κατάσταση σε πραγματικές συνθήκες αερομαχίας, οι πιλότοι να ξέρουν πώς να μην εντοπιστούν από εχθρικά ραντάρ.
Οι συνθήκες των πτήσεων είναι πραγματικά δύσκολες γιατί περιλαμβάνουν υψηλές ταχύτητες, μεγάλες κλίσεις και στροφές με πολλά G. Και όλα αυτά σε ύψος μόλις 300 πόδια (100 μέτρα) από την επιφάνεια της θάλασσας. Επομένως οποιαδήποτε βλάβη στο αεροπλάνο, όπως για παράδειγμα μία βλάβη στο πηδάλιο, τους κινητήρες ή οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να αποδειχθεί μοιραία, καθώς ο πιλότος δεν έχει καθόλου χρόνο να αντιδράσει.