Ο φιλελευθερισμός δεν επιδιώκει μια κοινωνία χωρίς πλούσιους, αλλά χωρίς φτωχούς...
Του Νίκου Αναγνωστάτου
Στο προηγούμενο σημείωμα, ανέλυσα την παρεξηγημένη και εν πολλοίς άγνωστη έννοια του νεοφιλελευθερισμού και όπως υποσχέθηκα, σήμερα θα ξεδιπλώσω την έννοια και αρχές του φιλελευθερισμού. Ο φιλελευθερισμός είναι μια πολιτική φιλοσοφία ή κοσμοθεωρία, θεμελιωμένη στις ιδέες της ελευθερίας και της ισότητας. Οι φιλελεύθεροι ασπάζονται ένα ευρύ φάσμα απόψεων, ανάλογα με τον τρόπο με τον οποίον κατανοούν τις αρχές αυτές, αλλά γενικά υποστηρίζουν ιδέες, όπως η διεξαγωγή ελεύθερων και δίκαιων εκλογών, τα πολιτικά δικαιώματα, η ελευθερία του Τύπου, η θρησκευτική ελευθερία, το ελεύθερο εμπόριο και η ιδιοκτησία.
Ελευθερία σημαίνει πριν από όλα άρση των περιορισμών και των αποκλεισμών που χαρακτήριζαν ως τότε τις κοινωνίες τόσο σε επίπεδο συμμετοχής στα κοινά όσο και σε επίπεδο οικονομικών ή άλλων δραστηριοτήτων σχετικών με το πώς θέλει ο καθένας να διαμορφώνει τη ζωή του. Ισότητα σημαίνει κατάργηση της κατάταξης των ανθρώπων σε κατηγορίες, ομοιόμορφη και αμερόληπτη μεταχείριση των πολιτών από το κράτος, αλλά και γενική και αδιαφοροποίητη δυνατότητα συμμετοχής στα αγαθά της κοινωνικής συμβίωσης.
Ο φιλελευθερισμός είναι η μήτρα από την οποία γεννήθηκαν το συνταγματικό κράτος, τα ατομικά δικαιώματα (με πρώτα από όλα την ελευθερία του λόγου και το απαραβίαστο της συνείδησης), η ισότητα ενώπιον του νόμου, το κράτος δικαίου, η δικαστική ανεξαρτησία αλλά και τα πολιτικά δικαιώματα, η ισοπολιτεία και η σύγχρονη δημοκρατία.
Αν ο Άγγλος φιλόσοφος Τζον Λοκ (1632-1704), θεωρείται ο πατέρας του φιλελευθερισμού, ο Σκωτσέζος φιλόσοφος και οικονομολόγος Άνταμ Σμιθ, θεωρείται ο θεμελιωτής του κλασσικού φιλελευθερισμού και της πολιτικής οικονομίας. Ο Τζον Λοκ θεμελίωσε το φιλοσοφικό υπόβαθρο και διεκήρυττε πως «σε κανέναν δεν επιτρέπεται να επιβουλεύεται τη ζωή, την υγεία, την ελευθερία ή την ιδιοκτησία των άλλων». Οι ιδέες του Λοκ, κατά την διάρκεια του διαφωτισμού, είχαν μεγάλη επίδραση σε κυβερνήσεις της Ευρώπης, κατά τον 17ο αιώνα, με αποτέλεσμα να αρχίσει να αμφισβητούνται η μοναρχία και η κληρονομική αριστοκρατία.
Ο Άνταμ Σμιθ, εισήγαγε την θεωρία ότι «τα άτομα μπορούν να επιτύχουν την ηθική μα και την οικονομική τους ανάπτυξη χωρίς την παρέμβαση του κράτους και πως τα έθνη γίνονται πιο ισχυρά όταν οι πολίτες τους αφήνονται ελεύθεροι να λάβουν τις δικές τους πρωτοβουλίες». Με το σημαντικό έργο του «Ο Πλούτος των Εθνών», εισάγει τον όρο «Αόρατος Χειρ», με τον οποίο θέλει να τονίσει ότι «η αγορά όταν λειτουργεί πραγματικά ελεύθερη, αυτορυθμίζεται και παρέχει περισσότερο πλούτο για τους πολίτες, από ό,τι αν σχεδιαζόταν κεντρικά».
Δύο σημαντικά γεγονότα του 18ου αιώνα, καθιέρωσαν την σύγχρονη Αστική Δημοκρατία με βάση τον φιλελευθερισμό. Το ένα ήταν η ψήφιση στις ΗΠΑ του πρώτου φιλελεύθερου Συντάγματος με την «Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας», την 4η Ιουλίου 1778, όπου περιέχεται ολόκληρη η πολιτική φιλοσοφία του Τζον Λοκ. Το δεύτερο σημαντικό γεγονός ήταν η Γαλλική Επανάσταση δεκατρία χρόνια αργότερα, η οποία είχε εμπνευστεί από τη Διακήρυξη των ΗΠΑ και από την ανερχόμενη αστική τάξη, με σύνθημα «Ελευθερία, Ισότητα, Αδελφότητα», καταργώντας τη Μοναρχία και το βρώμικο καθεστώς της φεουδαρχίας.
Έτσι ο φιλελευθερισμός ανέτρεψε την αποικιοκρατία και την μοναρχία, με την ισχύ του αξιακού του συστήματος και όχι με την δύναμη της ολιγαρχίας. Έτσι κατά την διάρκεια του εικοστού αιώνα, οι φιλελεύθερες ιδέες εξαπλώθηκαν ακόμη περισσότερο, καθώς οι φιλελεύθερες δημοκρατίες βρέθηκαν στο πλευρό των νικητών και στους δύο Παγκοσμίους Πολέμους, και εγκαθιδρύθηκαν φιλελεύθερες κυβερνήσεις σε έθνη σε ολόκληρη την Ευρώπη, (πλην Ελλάδας κατά πολλούς, ως το τελευταίο σοβιετικό κράτος του κόσμου, μετά την Β. Κορέα), τη Λατινική Αμερική και τη Βόρεια Αμερική.
Ο κυρίαρχος ιδεολογικός αντίπαλος του φιλελευθερισμού είναι ο κλασικός συντηρητισμός. Συντηρητισμός ονομάζεται η επιφυλακτική και συντηρητική αντιμετώπιση νέων θεσμών, αρχών και αξιών της κοινωνίας, σε ατομική και ομαδική βάση. Γενικά, σημαίνει την επιφυλακτική έως αρνητική στάση απέναντι σε οποιοδήποτε νεωτερισμό. Ο συντηρητισμός είναι υπέρμαχος της προάσπισης αυτών που είναι ήδη δεδομένα, αφομοιωμένα και δεν δημιουργούν κινδύνους και κραδασμούς στο κατεστημένο, και κυρίως δεν χρειάζονται ριζικές αλλαγές. Ο συντηρητισμός λειτουργεί ως προσωπική στάση ζωής, παρόμοια με τον πουριτανισμό, σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο.
Ο συντηρητισμός ως φιλοσοφική στάση, και με βάση τους σημαντικότερους εκφραστές του, όπως ήταν για παράδειγμα ο Έντμουντ Μπερκ (Edmund Burke, 1729-1797) συνδέεται με ρομαντικές και μη ντετερμινιστικές αντιλήψεις για την κοινωνία και την πολιτική.
Δεν αντιτίθεται κατ΄ ανάγκη στις αλλαγές στον τρόπο διακυβέρνησης και στους θεσμούς, αλλά πάντως υπερασπίζεται τη σταδιακή και ομαλή αλλαγή. Σέβεται τις πολιτικές συνήθειες, τα πολιτικά ήθη, και την παράδοση ως συσσωρευμένη γνώση και «σύνεση» περισσότερων γενεών. Δέχεται ότι οι κοινωνικές σχέσεις δεν είναι αιτιακές και προβλέψιμες και ότι η «πολιτική σοφία» είναι στην πραγματικότητα συλλογική και όχι «απόρροια του στοχασμού ενός καθήμενου σε κουνιστή πολυθρόνα» φιλοσόφου.
Σε αυτή τη βάση σκέψης, ο συντηρητισμός υποστηρίζει τη διατήρηση του υφιστάμενου κοινωνικού και πολιτικού κατεστημένου (π.χ. θεσμούς, αξίες κλπ.), ως λειτουργικού και αποτελεσματικού, όσο αυτό είναι δυνατό.
Από την περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης μέχρι περίπου τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι συντηρητικοί στην Ευρώπη αντιτέθηκαν στον φιλελευθερισμό και στη συνέχεια, στον σοσιαλισμό. Οι πιο ριζικά συντηρητικοί επιθυμούσαν τη διατήρηση του αριστοκρατικού φεουδαρχικού κατεστημένου και της πολιτικής ισχύος της χριστιανικής Εκκλησίας. Μετά τα μέσα του 20ου αιώνα ωστόσο οι περισσότεροι συντηρητικοί αποδέχθηκαν τη φιλελεύθερη δημοκρατία και ενσωματώθηκαν σε αυτή.
Όμως ο φιλελευθερισμός επέζησε σημαντικών ιδεολογικών προκλήσεων από τους νέους του αντιπάλους, όπως τον φασισμό και τον κομμουνισμό. Στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, υπήρχε επίσης ανάδειξη του ρεύματος του «κοινωνικού φιλελευθερισμού», έννοια η οποία σχετίζεται με τη σοσιαλδημοκρατία στην Ευρώπη. Κατά συνέπεια, η έννοια της λέξης «φιλελευθερισμός» άρχισε να παρουσιάζει αποκλίσεις στα διάφορα μέρη του κόσμου.
Σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια Britannica, στις Ηνωμένες Πολιτείες ο φιλελευθερισμός συνδέεται με το κράτος πρόνοιας, ενώ στην Ευρώπη συνήθως συνδέεται με τη δέσμευση για τον περιορισμό του κρατικού παρεμβατισμού και τις οικονομικές πολιτικές laissez-faire. Ως εκ τούτου, στις ΗΠΑ, οι ιδέες της ελευθερίας του ατόμου και των laissez-faire οικονομικών πολιτικών, οι οποίες προηγουμένως σχετίζονταν με τον κλασικό φιλελευθερισμό, έγιναν η βάση για την αναδυόμενη σχολή της δεξιάς ελευθεριακής σκέψης.
Μια μάλλον «περιστασιακή» οικονομική θεωρία, ανέπτυξε ο Ο Τζων Μέυναρντ Κέυνς, Άγγλος οικονομολόγος, μαθηματικός, καθηγητής πανεπιστημίου, συγγραφέας και ανώτατος κρατικός υπάλληλος. Δημιούργησε, με τα έργα του και τους οπαδούς του, τη λεγόμενη κεϋνσιανή σχολή στην οικονομική επιστήμη, δηλαδή την αναδιανομή μέρους των κερδών του κεφαλαίου στις κατώτερες τάξεις, με τη μορφή κοινωνικών και άλλων παροχών και την στήριξη της κατανάλωσης για να τονωθεί η παραγωγή και έτσι να μειωθεί η ανεργία και να αναπτυχθεί η οικονομία.
Δεν επικράτησε όμως, διότι τα αποτελέσματα ήταν περιστασιακά και μόνο υπό ειδικές συνθήκες και όχι υπό οποιεσδήποτε προϋποθέσεις και συνθήκες.