Η ώρα του εισαγγελέα στην υπόθεση της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι έφτασε μετά την σχεδόν 15μηνη ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου. Ο εισαγγελέας Παναγιώτης Μανιάτης σε μια κατάμεστη δικαστική αίθουσα έκανε λόγο για τη «δεύτερη μεγαλύτερη τραγωδία σε αριθμό θυμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο» και ανέλυσε ένα προς ένα τα στοιχεία που προέκυψαν αναφορικά με τις ενέργειες των 21 κατηγορουμένων την ημέρα της τραγωδίας, η οποία εκτυλίχθηκε το απόγευμα της 23ης Ιουλίου 2018.
«Προσεγγίζουμε το πέρας μιας μαραθώνιας διαδικασίας σε ένα μείζονος σημασίας συμβάν, που καθόρισε την ιστορία του τόπου μας» ανέφερε ο εισαγγελικός λειτουργός, σημειώνοντας πως «δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι σε πολλά ζητήματα πυροπροστασίας πρέπει να μιλάμε για την περίοδο προ της 23ης Ιουλίου 2018 και μετά».
«Υπήρξε η δεύτερη μεγαλύτερη τραγωδία σε αριθμό θυμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο. Υπήρξαν δεκάδες νεκροί, τραυματίες και εγκαυματίες μέσα σε μόλις 2,5 ώρες. Στις 23 Ιουλίου 2018, σε ένα συμβάν πολύ μικρής χρονικής διάρκειας, είχαμε περισσότερους από 100 νεκρούς» τόνισε ο εισαγγελικός λειτουργός και πρόσθεσε πως «αποδείχτηκε ότι εχθρός του κακού είναι το χειρότερο». «Είχαμε μεγάλες φωτιές με πολλά θύματα από το 2007. Η συμφορά για το συμβάν που εξετάζουμε εμπέδωσε στο συλλογικό υποσυνείδητο το δόγμα ότι πάσει θυσία πρέπει να προστατεύεται η ανθρώπινη ζωή ως πρώτιστο έννομο αγαθό. Πρέπει να προσπαθήσουμε να δώσουμε την απάντηση στο ερώτημα ποιος έφταιξε και τι έγινε λάθος και φτάσαμε σε αυτό το ολέθριο αποτέλεσμα», είπε χαρακτηριστικά.
Δεκάδες συγγενείς θυμάτων και εγκαυματίες παρακολουθούν την εισαγγελική αγόρευση, ενώ στο εδώλιο κάθονται 14 από τους συνολικά 21 κατηγορούμενους, μεταξύ των οποίων η πρώην περιφερειάρχης Αττικής, Ρένα Δούρου και ο πρώην δήμαρχος Ραφήνας Πικερμίου, Ευάγγελος Μπουρνούς.
«Έπειτα από δεκαπέντε μήνες διαδικασίας έχω να πω ότι καταβλήθηκε κάθε δυνατή προσπάθεια για τη διεξαγωγή μιας δίκαιης δίκης» είπε ο εισαγγελέας, ο οποίος αρχικά κατέγραψε τα γεγονότα, όπως αναβίωσαν μέσα από στοιχεία και μαρτυρίες.
«Η φωτιά αποδείχτηκε ότι ξεκίνησε 16:41 στην περιοχή Νταού Πεντέλης. Ο πλέον αξιόπιστος μάρτυρας υπήρξε το βιντεοληπτικό υλικό. Η πρώτη αναγγελία έγινε από δασοπυροσβέστες στις 16.46 και ακολούθησε κινητοποίηση προσωπικού. Ο δείκτης κινδύνου για την Αττική εκείνη την ημέρα ήταν βαθμού 4, δηλαδή πολύ υψηλός. Την ώρα έναρξης της πυρκαγιάς, ο άνεμος ήταν 5 μποφόρ και έφτασε τα 8 και 9 μποφόρ. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις δεν κατόρθωσαν να περιορίσουν τη φωτιά και απέκτησε δυναμική, υψηλό ρυθμό απελευθέρωσης θερμότητας και εξελίχθηκε σε δυο μέτωπα» ανέφερε.
Ο εισαγγελικός λειτουργός εστίασε στην εναέρια επιτήρηση λόγω της επικινδυνότητας της ημέρας, εξέφρασε την άποψη πως κατ’ αποτέλεσμα η εναέρια επιτήρηση έγινε και κάλυψε το σύνολο των ωρών που ζητήθηκε από το ΕΣΚΕ.
Σχετικά με την πρόνοια, που, σύμφωνα με την κατηγορία, οι αρμόδιοι δεν έλαβαν πρόνοια για μεταστάθμευση εναέριων μέσων, ο εισαγγελικός λειτουργός σημείωσε τον αποφασιστικό ρόλο που διαδραματίζει ο πιλότος την ώρα της εκτέλεσης της αποστολής, σταθμίζοντας τους όρους για την ασφάλεια της πτήσης. «Αποδείχθηκε ότι οι μετασταθμεύσεις που μπορούσαν να γίνουν έγιναν. Δεν υπήρξε παράλειψη των τριών κατηγορουμένων» τόνισε.
Εκτενή αναφορά έκανε ο εισαγγελέας στα γεγονότα γύρω από τη φωτιά που ξέσπασε την ίδια ημέρα στη Μότορ Όιλ, σχετικά με το σκέλος της κατηγορίας για την αξιοποίηση των εναέριων μέσων, υπογραμμίζοντας πως δόθηκαν «αντιφατικές εκδοχές».
Ο εισαγγελέας επικαλέστηκε τη μαρτυρία του επικεφαλής πυροσβέστη, που επιχειρούσε στο πεδίο, ο οποίος ανέφερε πως «υπήρχε φωτιά πέριξ, αλλά όχι μέσα» στα διυλιστήρια. Ο κ. Μανιάτης, μιλώντας για τις ενέργειες που έγιναν, έκανε λόγο για «παράτυπη και επιχειρησιακά εσφαλμένη απόφαση».
«Αποδείχθηκε ότι ο κ. Φωστιέρης έλαβε δυο κλήσεις από τον ιδιοκτήτη του διυλιστηρίου, επιφανή επιχειρηματία που του ζητά επιτακτικά εναέρια μέσα. Ο επιχειρηματίας, όμως, δε βρισκόταν εκεί, μετέφερε την εικόνα από τους υπαλλήλους του. Φέρεται να του δήλωσε, όμως, ότι η φωτιά έχει εισέλθει στις εγκαταστάσεις. Όμως ποια θα έπρεπε να είναι η δέουσα αντίδραση του; Να επιβεβαιώσει την πληροφορία που έλαβε» είπε ο εισαγγελέας, συμπληρώνοντας πως συχνά άνθρωποι που δεν είναι υπηρεσιακοί παράγοντες ζητούν εναέρια μέσα:
«Είναι δυστυχώς συχνό το φαινόμενο διάφοροι παράγοντες, επιφανείς και επώνυμοι, να απευθύνονται στο ΕΣΚΕ για καταστολή πυρκαγιάς σε περιοχές ενδιαφέροντός τους. Αλίμονο, αν τέτοια αιτήματα δεν αξιολογούνται και γίνονται δεκτά ανάλογα με τη βαρύτητα του ονόματος που τα ζητά. Πόσο μάλλον όταν τα εναέρια μέσα δεν είναι πεπερασμένα. Πρέπει να γίνεται αξιολόγηση με κριτήρια υπηρεσιακά…».
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, ο κατηγορούμενος έπρεπε να επιβεβαιώσει την κατάσταση που επικρατούσε στο πεδίο πριν κινηθεί.
Ως προς τη μη αξιοποίηση των ελικοπτέρων Φλόγα 1 και 2, ο εισαγγελέας έκρινε ότι όσα εναέρια μέσα δε χρησιμοποιήθηκαν, δεν ήταν παράλειψη, αλλά υπήρχαν υπηρεσιακοί ή άλλοι λόγοι, που καθιστούσαν αδύνατη τη χρήση τους στην προκειμένη περίπτωση.
Ωστόσο, αναφερόμενος στα Σινούκ ο κ. Μανιάτης είπε: «Μόνο 2 ήταν διαθέσιμα στο αεροδρόμιο Μεγάρων, αλλά υπάρχει σφάλμα και αβλεψία ως προς το ότι για το ένα καθυστέρησε η υποβολή αιτήματος και για το άλλο δεν έγινε καθόλου…».
Ο εισαγγελέας, καταγράφοντας τα πυροσβεστικά μέσα που έφτασαν στο Μάτι, είπε πως «από το χρόνο εκδήλωσης μέχρι το τέλος του συμβάντος έφτασαν 111 συνολικά οχήματα όλων των τύπων και κατηγοριών…».
«Δεν νομίζω ότι μπορεί να γίνει λόγος για καθυστερημένη πρώτη προσβολή» ανέφερε ο εισαγγελέας, τονίζοντας πως αποδείχθηκε ότι «οι επίγειες δυνάμεις δεν επαρκούσαν, για να καλύψουν όλα τα συμβάντα» και μίλησε για «πληγή».
«Δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε δυο μεγάλα συμβάντα, που εξελίσσονται ταυτόχρονα στην ίδια περιφέρεια… Προτάχθηκε το συμβάν που είχε προηγηθεί χρονικά» ανέφερε χαρακτηριστικά.