Θα μπορούσαν τα ψέμματα των πολιτικών να γίνονται ευρύτατα γνωστά χωρίς την συμβολή των δημοσιογράφων;

Μα, μόνο οι πολιτικοί λένε ψέμματα; Με τα όσα μάς βομβαρδίζουν ουκ ολίγοι δημοσιογράφοι δεν θα ασχοληθείτε;

Εύλογο το ερώτημα, μολονότι έχω ασχοληθεί διεξοδικά ακόμη και σε πολλές ομιλίες μου. Τόσο τολμηρά, μάλιστα, ώστε να διακινδυνεύω να βρεθώ απολογούμενος και ενώπιον του πειθαρχικού της ΕΣΗΕΑ.

Του Γιάννη Μαρίνου*

Ο χώρος δυστυχώς δεν επιτρέπει διεξοδική ανάλυση. Όμως θα επισημάνω ευθύς εξ αρχής ότι ο δημοσιογράφος, ως διακινητής πληροφοριών, είναι ο κύριος φορέας μέσω του οποίου διακινούνται ψέμματα των πολιτικών. Και οφείλει να τα φέρνει στην δημοσιότητα όπως διατυπώνονται. Δηλαδή να μην τα αλλοιώνει.

Να μην τα διορθώνει. Έτσι, γίνεται αθέλητος ενίοτε συνεργός στην διάδοση του ψεύδους. Φυσικά, κανείς δεν τού απαγορεύει εν συνεχεία να τα ξεμασκαρέψει και να τα στηλιτεύσει. Όπως κάθε έντιμος πολίτης. Βεβαίως για την αναπαραγωγή των ψευδών αυτών δεν μπορεί να ευθύνεται, μολονότι καθημερινά κατηγορείται ότι παραποιεί τα λεγόμενα.

Ας είμαστε πάντως ειλικρινείς. Και οι δημοσιογράφοι είναι άνθρωποι που έχουν συμπάθειες, συμφέροντα, πιστεύουν σε ιδεολογίες και, καθώς τούς είναι εύκολο, μετά βίας συγκρατούνται να μην γράψουν επηρεαζόμενοι από όλα αυτά.

Πάντως πολλοί είναι εκείνοι που έχουν το ψυχικό σθένος και την ηθική ακεραιότητα να γράφουν μόνο την αλήθεια, να μην αποκρύπτουν ό,τι δεν τούς συμφέρει, να μην αποσιωπούν τα ολισθήματα, ακόμη και τις παρανομίες, εκείνων που συμπαθούν.

Δυστυχώς, αυτό δεν ισχύει αν είναι ενταγμένοι σε κόμματα και δοσμένοι σε ιδεολογίες –οπότε προβάλλουν χωρίς δισταγμό ψέμματα και προπαγάνδα, αποκρύπτουν αδυναμίες και εξωραΐζουν ολισθήματα.

Για εμένα που ως εν ενεργεία δημοσιογράφος επιμελώς απέφυγα να ενταχθώ σε κόμματα και να υπηρετήσω συμφέροντα, ενεργώντας ως ένας Λούκι Λουκ της δημοσιογραφίας, η ένταξη και η σύμπλευση με στενά κομματικά συμφέροντα αποδυναμώνει –αν δεν αναιρεί– την δημοσιογραφική αξιοπιστία.

Για αυτό μόνο όταν συνταξιοδοτήθηκα δέχθηκα να υποκύψω στον πειρασμό να αποδεχθώ το πάντως υψηλής στάθμης αξίωμα του ευρωβουλευτή, μολονότι έσπευσα να το εγκαταλείψω όταν αισθάνθηκα να ασφυκτιώ από την κακώς νοούμενη κομματική πειθαρχία και τις ενδοκομματικές ίντριγκες.

Ιδιαίτερα επειδή εδώ στην Ελλάδα –αλλά όχι στο Ευρωκοινοβούλιο– παρά την ρητή διάταξη του Συντάγματος ότι ο βουλευτής εκφράζεται ελεύθερα και κατά συνείδηση, ο διαφοροποιούμενος από την κομματική γραμμή θεωρείται προδότης και κατά κανόνα διαγράφεται.

Και πώς μπορεί να προστατευθεί στοιχειωδώς ο πολίτης από τα ψέμματα των δημοσιογράφων και ιδιαίτερα της τηλεοράσεως και του Διαδικτύου;

Καθώς η ελευθερία της έκφρασης είναι ύψιστη πολιτιστική κατάκτηση και προϋπόθεση της πραγματικής δημοκρατίας, την καλύτερη προστασία από το δημοσιογραφικό ψεύδος εξασφαλίζει ο πλουραλισμός των Μέσων δημοσιότητας. Από την πολυφωνία τους ο πολίτης μπορεί να αναζητήσει πού βρίσκεται η αλήθεια και πού κρύβεται το ψεύδος.

Και καθώς υπάρχουν πολλές εφημερίδες, πολλοί ραδιοφωνικοί και τηλεοπτικοί σταθμοί, πολλοί ιστότοποι, μπορείς να ξεχωρίσεις τα πιο αξιόπιστα και να αγνοήσεις τα υπηρετούντα πονηρούς σκοπούς.

Ακριβώς για αυτό στα καθεστώτα που βασίζονται στο ψεύδος και στην βία λειτουργεί μονοπώλιο ενημέρωσης και μονοκομματικής κυριαρχίας ΜΜΕ.

Το έχουμε ζήσει στην Ελλάδα και, δυστυχώς, ο κίνδυνος να το ξαναζήσουμε είναι υπαρκτός.

*Πρώην διευθυντής του Οικονομικού Ταχυδρόμου, αρθρογράφος στο Βήμα της Κυριακής