Είναι η ψυχή μίας οικονομίας και ο καλύτερος πρεσβευτής της στις διεθνείς αγορές.

Ο κορυφαίος Αυστριακός φιλόσοφος και οικονομολόγος Λούντβιχ φον Μίζες (1881-1973), στο περί αντικαπιταλισμού βιβλίο του έγραφε ότι κύριο γνώρισμα του νεότερου καπιταλισμού, αυτού της βιομηχανίας, είναι η μαζική παραγωγή αγαθών.

Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Η τελευταία όμως προορίζεται να καταναλωθεί από μάζες. Το αποτέλεσμα, έτσι, είναι μία τάση προς συνεχή βελτίωση του μέσου βιοτικού επιπέδου και ο σταδιακός πλουτισμός των πολλών.

Αυτός ήταν και ο λόγος της επιτυχίας της βιομηχανικής επανάστασης. Προσέφερε στους πολλούς αγαθά σε χαμηλή τιμή, τα οποία κάποτε μόνον οι πλούσιοι μπορούσαν να αποκτήσουν. Υπό αυτή την έννοια, μπορούμε να πούμε ότι η βιομηχανική επανάσταση είναι το κύριο συστατικό της δημοκρατίας της αγοράς, φαινόμενο που δημιούργησε και μία νέα τάξη πραγμάτων στην οικονομία.

Από την άποψη αυτή, αν κανείς μελετήσει προσεκτικά την μεταπολεμική ελληνική ανάπτυξη, θα διαπιστώσει ποιον κορυφαίο ρόλο έπαιξε η βιομηχανία της χώρας για μία μακρά περίοδο. Παρόλα αυτά, η αντιβιομηχανική και αντιεπιχειρηματική κουλτούρα είναι διάχυτη στην Ελλάδα, φαινόμενο που πριν απ’ όλα έχει ξεκάθαρα πολιτικά αίτια –γνωστά σήμερα σε όλους.

Έτσι, στην χώρα μας, η βιομηχανία, παρά την κορυφαία σημασία της, ποτέ δεν έτυχε της απαραίτητης προσοχής, ενώ επιχειρήθηκε και η εξάρθρωσή της από ένα αδηφάγο και αποκρουστικό κράτος. Δεν πρέπει να εκπλήσσει συνεπώς ούτε η αδυναμία της χώρας να μπει σε αναπτυξιακή τροχιά, αλλά ούτε και η υπερχρέωσή της, απόρροια της υπερκατανάλωσης με δανεικά.

Σήμερα δεν υπάρχουν πλέον άλλα περιθώρια για αντιπαραγωγικές πρακτικές. Το δανεικό χρήμα είναι δύσκολο και, για να έχουμε κατανάλωση, θα πρέπει να τονώσουμε την παραγωγή. Υπό εξαιρετικά σκληρές ανταγωνιστικές συνθήκες, όμως, και σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.

Στο πλαίσιο αυτό, η βιομηχανία έχει σοβαρό ρόλο να διαδραματίσει και είναι ο μοναδικός κλάδος που μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά στην διαμόρφωση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου.

Παρά τις επιπρόσθετες δυσκολίες με τις οποίες βρέθηκε αντιμέτωπη, η ελληνική βιομηχανία επέδειξε αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα στα χρόνια της κρίσης. Λόγω των υψηλών πολλαπλασιαστικών επιδράσεών της, η συμβολή της στην οικονομία και την κοινωνία είναι ακόμα και σήμερα, παρά την χαμηλή συμμετοχή της στο ΑΕΠ, καθοριστική:

*Η βιομηχανία δημιουργεί απασχόληση σε περίπου 1,2 εκατομμύριο εργαζόμενους (άμεση, έμμεση και προκαλούμενη επίδραση –πηγή ΙΟΒΕ). Δηλαδή, 1 στους 4 εργαζομένους απασχολείται σε βιομηχανικές δραστηριότητες ή σε δραστηριότητες που οφείλονται στην βιομηχανία. Κατά κύριο λόγο είναι θέσεις εργασίας με πλήρες ωράριο και πλαίσιο παροχών περίθαλψης και ασφάλισης.

*Το πρώτο 9μηνο 2017 αύξησε τις θέσεις εργασίας κατά 4,8% (έναντι 1,8% του συνόλου της οικονομίας) και τους μισθούς 1,7% (έναντι 0,5%). Ο μέσος μηνιαίος μισθός στην βιομηχανία είναι στα 1.476 ευρώ, έναντι 1.184 ευρώ στο σύνολο της οικονομίας.

*Οι μεταποιητικές δραστηριότητες δημιουργούν το 9,9% περίπου της Ακαθάριστης Προστιθέμενης Αξίας (ΑΠΑ) το 2016, που αντιστοιχεί στο 8,6% του ΑΕΠ, ενώ ο ευρύτερος βιομηχανικός τομέας (μεταποίηση, εξόρυξη, ενέργεια, κλπ.) δημιουργεί το 13,8% της ΑΠΑ, με 20,5 δισεκατομμύρια ευρώ άμεσα, ακόμα και μέσα στην κρίση, και συνεισφέρει το 19,8% του ακαθάριστου λειτουργικού πλεονάσματος , δηλαδή 13 δισεκατομμύρια ευρώ.

*Οι μεταποιητικές δραστηριότητες δημιουργούν άμεσα και έμμεσα περίπου το 31% (48,7 δισεκατομμύρια ευρώ το 2014) της ΑΠΑ, ακόμα και μέσα στην κρίση, λόγω των υψηλών πολλαπλασιαστικών επιπτώσεων σε όλη την οικονομία (πηγή ΙΟΒΕ).

*Το 87,7% των εξαγωγών αγαθών είναι βιομηχανικά προϊόντα (αξίας 22,3 δισεκατομμυρίων ευρώ) ή το 42,1% των συνολικών εξαγωγών (του τουρισμού, της ναυτιλίας των μεταφορών, κλπ. συμπεριλαμβανομένων) μέσα από εξαγωγές σε 181 χώρες.

*Η βιομηχανία συνεισφέρει το 40% του συνολικού φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων, ενώ ακόμα και μέσα στην κρίση πραγματοποίησε 23 δισεκατομμύρια ευρώ επενδύσεις (2009-2015).

Είναι έτσι καιρός η ελληνική βιομηχανία να ωφεληθεί από τις κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), αλλά με βασικό κριτήριο της εγχώριες ιδιαιτερότητες. Κυρίως δε αυτές που αφορούν τα μεγέθη των ελληνικών βιομηχανικών επιχειρήσεων σε σχέση με την ΕΕ.

Όπως πολύ σωστά επισημαίνουν ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) και ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων (ΣΕΒΤ), η ανάγκη μίας νέας βιομηχανικής πολιτικής είναι επείγουσα.

Διότι στην χώρα μας δεν έχει υπάρξει μέχρι τώρα μία ολοκληρωμένη προσέγγιση βιομηχανικής πολιτικής αλλά και συμμετοχής στην επεξεργασία, διαμόρφωση και εφαρμογή της ευρωπαϊκής στρατηγικής ενίσχυσης της βιομηχανίας.

Η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της ευρωπαϊκής κατάταξης σε ό,τι αφορά την συμμετοχή της μεταποίησης στο ΑΕΠ (κάτω του 10%, έναντι 15% του μέσου ευρωπαϊκού όρου), αλλά εξακολουθεί να μην έχει εθνικό στόχο για το 2020, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πολιτικής για την Αναγέννηση της Ευρωπαϊκής Βιομηχανίας.

Υπάρχουν ωστόσο προφανείς λόγοι για μία εθνική βιομηχανική στρατηγική, στο πλαίσιο των προτεραιοτήτων που θέτει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την βιομηχανική ανασυγκρότηση:

*Έξοδος από την κρίση: Η ανάκαμψη στο πλαίσιο του διεθνούς ανταγωνισμού και οι θετικοί ρυθμοί αύξησης του ΑΕΠ για την Ελλάδα δεν θα μπορέσουν να επιτευχθούν χωρίς την αύξηση της εξωστρεφούς βιομηχανικής παραγωγής (μέσω διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων –tradable goods) και των παραγωγικών επενδύσεων.

*Νέες θέσεις εργασίας. Η προσπάθεια αναγέννησης της ίδιας της μεταποίησης θα δώσει ώθηση σε σειρά άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων που εξαρτώνται από αυτήν, άμεσα ή έμμεσα, σε όλους τους τομείς της οικονομίας, με διατηρήσιμο αποτέλεσμα την αύξηση των θέσεων εργασίας και την βελτίωση των εισοδημάτων.

*Προσέλκυση νέων σύγχρονων παραγωγικών επενδύσεων στην βιομηχανία και μεταποίηση, με υψηλή προστιθέμενη αξία.

*Δημιουργία καλών και σταθερών θέσεων εργασίας.

*Δημιουργία παραγωγικών οικοσυστημάτων από μικρότερες μεταποιητικές μονάδες, οι οποίες δημιουργούν συνεχείς συνέργειες με τις επιχειρήσεις που έχουν εδραιωμένες εξαγωγικές δραστηριότητες.

*Ευρωπαϊκή κατεύθυνση: Οφείλουμε να εξειδικεύσουμε και να προσαρμόσουμε τους γενικούς άξονες που θέτει η Ευρωπαϊκή Βιομηχανική Στρατηγική στην ελληνική πραγματικότητα, ώστε να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες που προσφέρονται και να προσαρμόσουμε τις λύσεις στα ειδικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική βιομηχανία.

Ένα μεσοπρόθεσμο σχέδιο βιομηχανικής ανάπτυξης είναι η απαραίτητη εκκίνηση για την υπέρβαση των χρόνιων υστερήσεων και την σταδιακή σύγκλιση προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Άμεση προτεραιότητα, στο πλαίσιο αυτό, είναι η δέσμευση σε έναν εθνικό στόχο για την αύξηση της συμμετοχής της μεταποίησης στο 12% στο ΑΕΠ έως το 2020 και στο 15% μεσοπρόθεσμα.

Με τις κατάλληλες πολιτικές, η συνεισφορά της ελληνικής βιομηχανίας στο ΑΕΠ μπορεί και πρέπει να φύγει από τις τελευταίες θέσεις της ευρωπαϊκής κατάταξης.

Αν η Ελλάδα αναστρέψει την αποβιομηχάνιση και συγκλίνει με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, μπορεί να δημιουργήσει σταδιακά, άμεσα και έμμεσα, 550.000 νέες, καλές και σταθερές δουλειές, με ισχυρό οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο.