Nα μην κυκλοφορούν χωρίς λόγο, να μην γυμνάζονται σε εξωτερικούς χώρους και να μην κάνουν χειρωνακτική εργασία ευάλωτα άτομα, τις ημέρες που η αφρικανική σκόνη είναι σε υψηλά επίπεδα στην ατμόσφαιρα.

Αυτά συστήνουν ο πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, καθηγητής Καρδιολογίας Γιώργος Κοχιαδάκης, ο καθηγητής Πνευμονολογίας, αντιπρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας Νίκος Τζανάκης και η πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αλλεργιολογίας Ζωή Δεμέστιχα.

Σε συνέντευξή τους στο Πρακτορείο FM και στην εκπομπή της Τάνιας Μαντουβάλου «104,9 ΜΥΣΤΙΚΑ ΥΓΕΙΑΣ» επισημαίνουν ότι σε περίπτωση μεγάλης ανάγκης, καλόν είναι ειδικά οι ευπαθείς όταν βγαίνουν έξω, να φορούν μάσκα Ν95, καθώς επίσης να είναι σε επικοινωνία με τον γιατρό τους για ενδεχόμενη τροποποίηση της αγωγής τους.

Οι τρεις επιστήμονες εξηγούν μάλιστα ότι ευάλωτοι δεν λογίζονται μόνο όσοι υποφέρουν από καρδιολογικά, πνευμονολογικά ή αλλεργικά προβλήματα, αλλά τα άτομα γενικότερα της τρίτης ηλικίας, οι καπνιστές και τα παιδιά, ειδικά πριν από την ηλικία των έξι, επτά ετών.

Όπως αναφέρει ο πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, αυτές τις μέρες παρατηρείται αύξηση προσελεύσεων στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών των Νοσοκομείων, αλλά, συνήθως τις ημέρες που ακολουθούν ενός επεισοδίου συγκέντρωσης αφρικανικής σκόνης, υπάρχει πιο ξεκάθαρη εικόνα, ως προς αυτό, καθότι τα συμπτώματα εμφανίζονται με καθυστέρηση κάποιων ημερών.

Για αυτό το λόγο επικαλείται την καμπάνια της ΕΚΕ, σύμφωνα με την οποία έχουν εκδοθεί οδηγίες για περιορισμό της κυκλοφορίας, συχνό πλύσιμο του προσώπου και καλή ενυδάτωση, που μειώνει τις επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στον ανθρώπινο οργανισμό.

Με οξέα θρομβωτικά επεισόδια κινδυνεύουν ακόμη και υγιή άτομα

Όχι μόνο οι καρδιολογικοί ασθενείς αλλά και υγιή άτομα κινδυνεύουν από την αφρικανική σκόνη, σύμφωνα με τον καθηγητή Κοχιαδάκη, γιατί όπως λέει η ατμοσφαιρική ρύπανση μπορεί να δημιουργεί αυξημένη συχνότητα παλμών, αυξημένη αρτηριακή πίεση, αγγειοσύσπαση στα στεφανιαία αγγεία, αλλά επίσης μπορεί να αυξήσει και την επίπτωση των οξέων θρομβωτικών επεισοδίων, ακόμη και σε άτομα χωρίς ιστορικό.

«Σε ανθρώπους που ήδη έχουν στεφανιαία νόσο ή καρδιακή ανεπάρκεια, ή κολπική μαρμαρυγή, ο κίνδυνος για προβλήματα είναι ακόμη μεγαλύτερος, καθώς η ατμοσφαιρική ρύπανση αυξάνει το έργο και τις απαιτήσεις της καρδιάς, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να επιβαρύνονται ακόμη περισσότερο». Παρότι δεν περιέχουν κατά κανόνα τοξικές ουσίες στην επιφάνεια τους, τα σωματίδια που μεταφέρει η αφρικανική σκόνη, μηχανικά αλλά και εκ της συστάσεώς τους, καθώς αποτελούνται από πυρίτιο, δημιουργούν συνθήκες φλεγμονής στους αεραγωγούς, λέει από την πλευρά του ο καθηγητής Τζανάκης.

«Έτσι ευπαθή άτομα που ήδη έχουν φλεγμονώδεις παθήσεις των βρόχων, όπως πχ χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, βρογχικό άσθμα, ή πνευμονική ίνωση, καθώς και άτομα που έχουν συγχρόνως και καρδιολογικά προβλήματα (που είναι σύνηθες για αυτούς τους αρρώστους), παροξύνονται και δημιουργούνται συνθήκες αναζήτησης ιατρικής βοήθειας και καταστάσεις επείγοντος, που τους στέλνουν στα Νοσοκομεία για εισαγωγή. Και βέβαια μία τέτοια κατάσταση δεν είναι άμοιρη σοβαρών επιπλοκών καμία φορά, όπως είναι νοσηλεία σε ΜΕΘ, διασωλήνωση κλπ».

Με χρονοκαθυστέρηση 2-5 ημερών εμφανίζονται τα συμπτώματα

Στο μέλλον τέτοια επεισόδια θα είναι συχνότερα και μακρύτερα.

Από τη στιγμή που θα εκτεθεί ο άνθρωπος σε αυτά τα σωματίδια υπάρχει μία χρονοκαθυστέρηση από δύο έως πέντε ημέρες μέχρι να εκδηλώσει τα συμπτώματα και να επιβαρυνθεί η κατάσταση της υγείας του, οπότε τις πραγματικές συνέπειες θα τις εισπράξουμε μερικές μέρες αφού φύγει το νέφος, τονίζει ο κ. Τζανάκης.

Δεν είναι απλό γεγονός είναι ένα φαινόμενο που χρειάζεται να το προσέξουμε, τονίζει ο αντιπρόεδρος της ΕΠΕ, προειδοποιώντας ότι στο μέλλον τέτοια φαινόμενα, λόγω της κλιματικής αλλαγής και της χειροτέρευσης των κλιματικών συνθηκών, θα είναι συχνότερα και μακρύτερης διάρκειας.

«Η επόμενη πραγματική ανθρώπινη ανάγκη δεν θα είναι μόνο το νερό, αλλά και ο καθαρός αέρας. Τόσο στο εσωτερικό κτιρίων, όσο και στους εξωτερικούς χώρους. Επομένως η ανθρωπότητα θα αντιμετωπίσει το επόμενο διάστημα, μία κρίση καθαρού αέρα και από τώρα πρέπει να σχεδιάσουμε πως θα την διαχειριστούμε».

Τα αλλεργιογόνα της εποχής γίνονται πιο επιθετικά και διεισδυτικά

Σύμφωνα με την πρόεδρο της Ελληνικής Εταιρείας Αλλεργιολογίας Ζωή Δεμέστιχα, μέσω της αφρικανικής σκόνης, μεταφέρονται διάφορα τοξικά μέταλλα, όπως ο μόλυβδος ο υδράργυρος, οι διοξίνες, βιολογικοί παράγοντες, όπως είναι τα βακτήρια και μύκητες μέσα στους οποίους είναι και γυρεόκοκκοι και διάφορα φυσικής προέλευσης σωματίδια, όπως και σωματίδια ανθρωπογενούς παραγωγής από βαριά βιομηχανία, από γεωργικά φάρμακα και γενικότερα από ύλη που μπορεί να αιωρείται. «Από το μέγεθος τους εξαρτάται κατά πόσον θα πλήξουν τον πληθυσμό και κατά πόσον θα δημιουργήσουν προβλήματα.

Τα μεγάλου μεγέθους σωματίδια καθιζάνουν κατά τη διαδρομή και πέφτουν στην θάλασσα. Αυτά που μας δημιουργούν προβλήματα είναι τα μικρότερου μεγέθους. Τα 10 μικρά (σσ πολύ μικρή υποδιαίρεση του εκατοστού) σε μέγεθος σωματίδια περνούν τις αεροφόρους οδούς, τα 2,5 μικρά διεισδύουν στις κυψελίδες, ενώ τα πάρα πολύ μικρά που είναι νανοσωματίδια, πλήττουν κυρίως όργανα. Αυτοί οι ρύποι ενσωματώνονται τους γυρεόκοκους, οι οποίοι προέρχονται από τα αλλεργιογόνα που υπάρχουν αυτή την εποχή, όπως πχ το περδικάκι κι έτσι αυτά τα αλλεργιογόνα γίνονται πιο επιθετικά και πιο διεισδυτικά, οπότε δημιουργούν βαρύτερα συμπτώματα και σε εύρος και σε ένταση, στους αλλεργικούς.

Συμπτώματα όπως μπούκωμα, καταρροή, φτερνίσματα, τσούξιμο δακρύρροια στα μάτια, και φωτοφοβία. Δημιουργείται όλη η συμπτωματολογία αναπνευστικής αλλεργίας, και φυσικά σε έναν ασθματικό προδήλως τα συμπτώματα είναι βαρύτερα και μπορεί να κάνει ακόμη και κρίση άσθματος».

Ψυχολογική κατάπτωση, κούραση, βαρύ κεφάλι και δυσκολία στην αναπνοή μπορεί να παρουσιάσουν ακόμη και άτομα που δεν έχουν αλλεργίες, αναφέρει η κ. Δεμέστιχα, διευκρινίζοντας ότι όλα αυτά είναι απόρροια της κλιματικής αλλαγής. «Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας. Και θα αποκτήσουμε και γνώσεις στην πράξη γιατί μέχρι σήμερα γνωρίζαμε τα της κλιματικής αλλαγής περισσότερο στη θεωρία».