Πριν από 3 χρόνια για την πλειοψηφία του ελληνικού λαού, η έξοδος από το μνημόνιο φάνταζε ως κάτι διαφορετικό από αυτό που φαίνεται σήμερα. Και αυτό γιατί όλοι έχουμε προεξοφλήσει ότι τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει στην καθημερινότητα μας.

Το εισόδημα δεν πρόκειται να αυξηθεί, οι φόροι θα εξακολουθήσουν να παραμένουν υψηλοί, οι συντάξεις είναι προγραμματισμένες να περικοπούν. Με λίγα λόγια η ζωή θα εξακολουθήσει να κινείται στους ήδη δύσκολους ρυθμούς.

Του Βασίλη Φεύγα*

Αυτή ακριβώς η οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα είναι που έχει εγκλωβίσει και την σημερινή κυβέρνηση μεταξύ Σκύλας και Χάρυβδης, τα δυο φοβερά θαλάσσια τέρατα της αρχαιότητας, όσον αφορά την ημερομηνία των εκλογών. Και τι εννοώ; Εκλογές τον Οκτώβριο του 2018 με μοναδικό αφήγημα την έξοδο από το Μνημόνιο δεν πρόκειται να προσφέρει κανένα κέρδος στη σημερινή κυβέρνηση. Αν πρόσφερε κάτι θα το βλέπαμε ήδη στις δημοσκοπήσεις.

Στις έρευνες κοινής γνώμης η διαφορά εξακολουθεί να είναι μεγάλη και σε ορισμένες από αυτές διευρύνεται. Εκλογές τον Μάιο του 2019, ταυτόχρονα με τις ευρωεκλογές, σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να περάσει από τις Συμπληγάδες Πέτρες της μείωσης των συντάξεων και των νέων οικονομικών μέτρων. Μπορούμε να μιλάμε με βεβαιότητα για περαιτέρω μείωση των ποσοστών και των δύο κυβερνητικών εταίρων.

Εκλογές τον Οκτώβριο του 2019 σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να έχει μεγάλες δυνάμεις για να απορροφήσει την προαναφερόμενη ήττα των ευρωεκλογών. Και τις δυνάμεις αυτές δεν τις έχει και φαίνεται! Από όποια οπτική γωνία και αν το δει κανείς αυτή η κυβέρνηση «έχει φάει τα ψωμιά της» και αποτελεί βαρίδι για τις προοπτικές της χώρας. Δεν είναι τυχαίο που η απαισιοδοξία για το μέλλον κυριαρχεί στην ελληνική κοινή γνώμη.

Η παραμονή της κυβέρνησης στην εξουσία το μόνο που ουσιαστικά προσφέρει είναι να αυξάνει την πολιτική αστάθεια και αβεβαιότητα. Αυτή την πολιτική αβεβαιότητα εντείνουν οι χειρισμοί των κυβερνώντων τόσο στο Σκοπιανό, όσο και στα Ελληνοτουρκικά. Δεν είναι τυχαίο που η ελληνική κοινή γνώμη νοιώθει έντονα το αίσθημα της ανασφάλειας, όσον αφορά τα εθνικά μας θέματα.

Ανασφάλεια που εντείνεται τόσο από τις διχογνωμίες στο εσωτερικό της κυβέρνησης, όσο και από την στάση των Σκοπίων και από τις προκλητικές δηλώσεις του Ταγίπ Ερντογάν και άλλων Τούρκων κυβερνητικών αξιωματούχων.

Απέναντι στα Σκόπια η κυβέρνηση είναι έτοιμη να παραδώσει την ονομασία δίχως να έχει εξασφαλίσει αλλαγές στο Σύνταγμα και την ονομασία έναντι όλων, ενώ απέναντι στους Τούρκους σφυρίζει αδιάφορα και φαίνεται αδύναμη να αντιμετωπίσει την τουρκική προκλητικότητα.

Υπό τις παραπάνω πολιτικές συνθήκες είναι λογικό ο απλός πολίτης αυτής της χώρας να αναρωτιέται: «Ποιος σοβαρός επενδυτής θα έρθει να βάλει χρήματα σε μια χώρα όπου η κυβέρνηση δεν έχει δυνάμεις;». Και βέβαια όλοι γνωρίζουμε την απάντηση την οποία μας δίνουν με σαφήνεια και οι αντίστοιχοι οικονομικοί δείκτες.

Αλλά δίχως επενδύσεις δεν μπορούν να δημιουργηθούν νέες δουλειές που είναι και το βασικό πρόβλημα της χώρας. Ούτε βέβαια να παραχθεί πλούτος που θα βελτιώσει το εισόδημα όλων μας που είναι επίσης βασικό ζήτημα για κάθε ελληνική οικογένεια.

Μοιραία, λοιπόν, η συνέχιση του βίου αυτής της κυβέρνησης οδηγεί τη χώρα σε αδιέξοδο. Όλα δείχνουν ότι σύντομα η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να αποδράσει για να περισώσει ότι και όσο μπορεί. Όσο πιο σύντομα το πράξει, τόσο πιο καλό θα είναι για όλους μας!

*Σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας