Ενώ κάθε άνθρωπος επιδιώκει την μεγιστοποίηση της ωφέλειας ή χρησιμότητας για τον εαυτό του, όπως ο ίδιος την αντιλαμβάνεται (‘’utility’’ είναι ο όρος που χρησιμοποιούν οι οικονομολόγοι), οι πολιτικοί επιδιώκουν την μεγιστοποίηση των … ψήφων. Ευλόγως ίσως, γιατί χωρίς επαρκή αριθμό ψήφων δεν θα έλθουν στην εξουσία, που είναι αναγκαίος όρος για να ακολουθήσουν τα όποια θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα των δράσεών τους.
Του Κώστα Χριστίδη*
Τα αποτελέσματα αυτά σχεδόν πάντα υπολείπονται των προσδοκιών. Και τούτο γιατί εξαρτώνται όχι μόνο από την θέληση και τις ικανότητες των ιδίων αλλά και από πλήθος εξωγενών παραγόντων, εντός και εκτός χώρας (π.χ. διεθνείς πολιτικές εξελίξεις, δημόσια διοίκηση, φυσικές καταστροφές), τους οποίους σε μικρό μόνο βαθμό (ή και καθόλου) μπορούν να ελέγξουν.
Γι’ αυτούς τους λόγους ο Μίλτον Φρίντμαν έχει πει ότι το να υποστηρίζει κάποιος την ανάληψη μίας αρμοδιότητας από μία δημόσια υπηρεσία υπό τον όρο ότι θα την επιτελέσει με τον επιθυμητό τρόπο είναι εξ ίσου ουτοπικό με το να ζητά γάτες που γαβγίζουν (barking cats)!
Ο τρόπος που λειτουργεί μία δημόσια υπηρεσία δεν είναι αποτέλεσμα ενός λάθους εύκολου να διορθωθεί, ούτε μίας σύμπτωσης αλλά είναι συνέπεια της επίδρασης παραγόντων πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών που έχουν ισχύ σχεδόν όση και οι φυσικοί νόμοι.
Το γεγονός αυτό παραβλέπουν καλοπροαίρετοι άνθρωποι που πιστεύουν ότι αρκεί να αντικατασταθούν οι διεφθαρμένοι και οι ανάλγητοι από ηθικούς και πονόψυχους πολιτικούς για να λειτουργήσει το σύστημα.
Τα παραπάνω ασφαλώς δεν σημαίνουν ότι όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι και ότι είναι μάταιη κάθε προσπάθεια αλλαγής προσώπων και πραγμάτων, όπως υποστηρίζουν διάφοροι υπερ-απαιτητικοί, κυνικοί ή μεμψίμοιροι.
Η περίπτωση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα.
Εξελέγη αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας τον Ιανουάριο 2016, αντίθετα με τις επιθυμίες της μεγάλης πλειοψηφίας των μελών της τότε κοινοβουλευτικής ομάδας, χάρη στις ψήφους εκατοντάδων χιλιάδων απλών ανθρώπων που έσπευσαν να εγγραφούν ως μέλη του κόμματος ακριβώς για να στηρίξουν την υποψηφιότητά του, ελπίζοντας σε κάτι καλύτερο για το κόμμα αλλά, κυρίως, για τη χώρα.
Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα άλλαξε την εικόνα του κόμματος: νοικοκύρεψε τα οικονομικά του, καθιέρωσε το συνέδριο να γίνεται σε ετήσια βάση, θέσπισε θητεία για τον αρχηγό, ίδρυσε μητρώο στελεχών, στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό σε αξιόλογους τεχνοκράτες και, γενικά, επέφερε μία ευπρόσδεκτη αλλαγή στη φυσιογνωμία της Νέας Δημοκρατίας, η οποία, ασφαλώς, θα πρέπει να συνεχιστεί.
Ακόμη σημαντικότερη είναι η αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας και στις αποφάσεις της κυβέρνησης, όπως φαίνεται από τον απολογισμό των 150 πρώτων ημερών: φορολογικές μειώσεις, προσπάθειες για προσέλκυση επενδύσεων, ουσιαστικές τομές στο πλαίσιο μίας κατ’ ανάγκην περιορισμένης συνταγματικής αναθεώρησης, ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας, εφαρμογή του αντικαπνιστικού νόμου, προετοιμασία ψηφιακού μετασχηματισμού και άλλα πολλά που δείχνουν ότι, παρά το μέγεθος των προβλημάτων και κάποιες επιμέρους καθυστερήσεις ή αστοχίες, η γενική εικόνα ήδη αλλάζει.
*Νομικός – Οικονομολόγος