Έχοντας πίσω μας μια δεκαετία επώδυνων ανατροπών και μπροστά μας μια τυφλή πορεία, είναι χρήσιμο να δούμε σε μακροσκοπική εικόνα το μεταπολεμικό παρελθόν μας.

Να κατανοήσουμε τι έγινε, πότε έγινε και από ποιες πολιτικές δυνάμεις και ηγέτες, αλλά και τι δεν έγινε και για ποιο λόγο, και τι σημασία είχαν όλα αυτά για την κατάστασή μας σήμερα.

Του Τάσου Γιαννίτση*

Ενα πρόβλημα είναι, ότι για να καταλάβει κανείς την πραγματικότητα, πρέπει να δει και κάποιους αριθμούς. Είναι βέβαια γνωστή η μπούρδα ότι ‘οι αριθμοί ευημερούν, αλλά οι άνθρωποι δυστυχούν’. Σωστή η μπούρδα, αν οι αριθμοί είναι κίβδηλοι. Μόνο που τότε δεν φταίνε οι αριθμοί, αλλά όσοι τους φτιάχνουν.

Το διαφορετικό είναι πιο πιθανό: ‘Όταν οι αριθμοί δυστυχούν, οι άνθρωποι επίσης δυστυχούν’.  Όχι, ίσως, πάντα, αν σκεφτούμε την παραοικονομία, τη φοροδιαφυγή, τις οικονομικές και πολιτικές Μαφίες ή τη διαφθορά, αλλά ξέρουμε ότι στην ελληνική πραγματικότητα δεν υπάρχουν τέτοια.

Στον Πίνακα καταγράφεται η εξέλιξη πολύ βασικών οικονομικών μεγεθών, που καθόρισαν την εθνική μας πορεία: μεγέθυνση του ΑΕΠ, επενδύσεις, πληθωρισμός, ανεργία, δημοσιονομικά ελλείμματα και χρέος. Διέκρινα το μεγάλο χρονικό διάστημα από το 1961 μέχρι σήμερα σε έξι περιόδους, που, γενικά, με μικρές εξαιρέσεις, αντανακλούν μια οικονομική και πολιτική ενότητα.

Την περίοδο 1961-73 την ενοποίησα για λόγους πρακτικούς και μόνο. Η διαφορά Δημοκρατίας και Δικτατορίας δεν γεφυρώνεται. Η τελευταία περίοδος (της κρίσης) είναι καταστροφή. Τα μεγέθη της δεν χρειάζονται σχολιασμό.

Βασικά οικονομικά μεγέθη (μέσοι ετήσιοι ρυθμοί μεταβολής ΑΕΠ και επενδύσεων και μέσοι όροι περιόδου για πληθωρισμό, ανεργία, ελλείμματα και χρέος)

Πηγή στοιχείων: Eurostat, OECD και Τράπεζα Ελλάδος (Η Ελληνική Οικονομία, έκδ.1984).

Ας δούμε τι προκύπτει. Κατ’ αρχάς, ποιες ήταν οι περίοδοι με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη στη χώρα; Πρώτη έρχεται η περίοδος 1961-73 (με 7.5% ρυθμό μεγέθυνσης το χρόνο), δεύτερη η περίοδος 1994-2003 (με 3.5%),  ακολουθεί  η περίοδος 1974-81 (με 3%), έπεται η περίοδος 2004-9, με προτελευταία στη σειρά τα χρόνια  1982-93, και, τελευταία, προφανώς, τα καταστροφικά χρόνια της κρίσης.

Στις επενδύσεις, ουσιαστικά διακρίνονται δύο αναπτυξιακοί κύκλοι: 1961-73 (ρυθμοί επενδύσεων 10.2%) και 1994-2003 (7.2%, αντίστοιχα). Σε όλες τις άλλες περιόδους οι μέσοι ρυθμοί κινούνται γύρω ή κάτω από το μηδέν! Οι δύο αναπτυξιακοί κύκλοι είναι οι περίοδοι της χρυσής δεκαετίας των sixties και η περίοδος στην οποία η Ελλάδα ορθοπόδησε, ανέκτησε μια θέση στον ευρωπαϊκό ήλιο, απέκτησε σταθερό νόμισμα, βοήθησε την Κύπρο να ενταχθεί στην Ε.Ε., ολοκλήρωσε ιστορικές υποδομές, οργάνωσε με επιτυχία τους Ολυμπιακούς Αγώνες και επέτρεψε στην επόμενη περίοδο να πορευτεί με ευδαιμονία.

Ας δούμε τον πληθωρισμό: για 20 χρόνια (1974-1993/4) ζήσαμε με μέσο ετήσιο πληθωρισμό 18%. Μόνο από το 1994 και μετά η ελληνική κοινωνία μπόρεσε να αισθανθεί μια νομισματική και εισοδηματική σταθερότητα και να ξεπεράσει την απειλή των συνεχών διολισθήσεων της δραχμής (αθροιστικά 90% απώλεια αξίας απέναντι στο δολάριο μεταξύ 1975 και 1998, χρονιά που ενταχθήκαμε στον ευρωπαϊκό μηχανισμό). ‘Ανθρώπινοι’ ρυθμοί πληθωρισμού (3%-4%) κυριάρχησαν από τα τέλη της δεκαετίας 1990 και μετά.

Και η ανεργία Η ανεργία κινείται υπέροχα χαμηλά στο 1974-81 (2.5%). Αυξάνει σημαντικά (στο 7.7%) στην περίοδο 1982-93, ανεβαίνει κι άλλο (στο 10.5%) το 1994-2003, μειώνεται λίγο στα χρόνια 2004-2009 (9.1%) και πιάνει ταβάνι στα χρόνια της κρίσης (22.4%), οπότε από κάποια χρονιά και μετά, συνδέεται και με πρωτοφανή μαζική φυγή στο εξωτερικό, με μερική απασχόληση, άρα μισή αμοιβή, και με εκρηκτική αύξηση του αριθμού όσων άφησαν την αγορά εργασίας για να γίνουν συνταξιούχοι (γύρω στους 700-750 χιλιάδες μετά το 2008). Επίσης, η βελτίωση της ανεργίας το 2004-9 σχετίζεται και με μαζικούς διορισμούς στο Δημόσιο.

Τα δημοσιονομικά ελλείμματα είναι σταυρός του μαρτυρίου: Πολύ χαμηλά επίπεδα από το 1961 μέχρι το 1981, πύραυλος το 1982 με 1993, αστρική βελτίωση το 1994 με 2003, για να καταποντιστούν πάλι από το 2006 και μετά, και κυρίως το 2009, και στα χρόνια της κρίσης. Στο χρέος έχουμε συνεχείς αυξητικές τάσεις. Στα μεγέθη του Πίνακα δεν διακρίνεται, ότι στην περίοδο 1994-2003 η σχέση χρέους/ΑΕΠ ξεκίνησε με 108% το 1993 και μέσα σε μια δεκαετία αυξήθηκε κατά πέντε μονάδες του ΑΕΠ (στο 113%) το 2003, ενώ στη συνέχεια, μέσα σε έξη χρόνια -μέχρι το 2009-  εκτινάχθηκε κατά είκοσι μία ποσοστιαίες μονάδες στο 134%,  με δραματικό φινάλε την κατάρρευση του 2009.

Στα παραπάνω δεν παρουσιάζονται στοιχεία για μισθούς και εισοδήματα, κοινωνική πολιτική, ανισότητες  και άλλα παρεμφερή.

Δεν τα περιέλαβα, πρώτον, γιατί έχω αναφερθεί εκτεταμένα σε αυτά αλλού και η επανάληψη είναι βαρετή, δεύτερον, γιατί η πραγματικότητα των αριθμών, αν ξέρεις να τους διαβάσεις, δεν βρίσκεται τόσο πολύ σε αναντιστοιχία με την πραγματικότητα των ανθρώπων, όσο με την ασχετοσύνη όσων θέλουν να λένε τα παραμύθια τους χωρίς να έχουν ιδέα (ή, συχνά, και γνωρίζοντας πολλά), αλλά και χωρίς να θέλουν να ελέγχονται για όσα ισχυρίζονται. Ενας τρίτος λόγος είναι, ότι αν εμφανίζονταν και αυτά τα στοιχεία (ή και άλλα) στην εικόνα, οι διαπιστώσεις θα ήσαν πολύ δυσάρεστες.

Θα φαινόταν, ότι ένας πρωθυπουργός (στον Κ. Σημίτη αναφέρομαι), που στη Δικτατορία συμμετείχε σε βομβιστική οργάνωση με τον Καράγεωργα  –τον ‘Κουλοχέρη’ κατά κάποιους- είχε εξασφαλίσει για τη χώρα του, όχι μόνο τους πιο υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης μετά τη χρυσή δεκαετία των sixties, αλλά και τις πιο σημαντικές αυξήσεις σε μισθούς, κοινωνικές δαπάνες, υγεία, εκπαίδευση. Έτσι, σκέφτηκα να βρω έναν τέταρτο λόγο: ότι τέτοια στοιχεία δεν χωρούσαν στο κείμενο.

Φυσικά, δεν αποτιμά κανείς την ιστορία με οικονομικές έννοιες μόνο. Το ξέρω. Πολιτικές και κοινωνικές αποφάσεις και εξελίξεις σε κάθε περίοδο, από πολύ θετικές μέχρι εξαιρετικά καταστροφικές, πρέπει να συμπληρώνουν το κάδρο.

Όχι όμως επιλεκτικά. Ούτε και αναπαράγοντας την τυραννία των προκατασκευασμένων κομματικών μύθων. Δύσκολο, επίσης, είναι να κάνει κανείς αποτιμήσεις, όταν μια από τις δύο (οικονομική-κοινωνική ή πολιτική) διαστάσεις είναι ικανοποιητική και η άλλη προβληματική.

Να θυμίσω, επίσης, ότι χρονολογικές ταξινομήσεις όπως οι παραπάνω, δεν είναι στεγανά κουτάκια. Θετικές ή αρνητικές επιδόσεις σε μια περίοδο μπορεί να οφείλονται σε θετικές αποφάσεις ή σε ‘πολιτικές καμένης γης’ προηγούμενων ετών, όπως και να είναι αποτέλεσμα Διακυβέρνησης των ετών που αναφέρονται.

Στο τέλος του Μεσαίωνα, για πρόσωπα, που κατά περίεργο τρόπο κατάφερναν ο,τι δεν κατάφερναν άλλοι, υπήρχε η Ιερά Εξέταση. Σήμερα, αυτά πια δεν γίνονται έτσι. Οι μέθοδοι έχουν εκσυγχρονιστεί, υπάρχει πρόοδος. Τώρα υπάρχει Δημοκρατία, Αρχές, αξίες, θεσμοί και αξιοσέβαστα πρόσωπα, που δεν διανοούνται ποτέ να ευτελίσουν το κύρος τους, με αυτονόητη εξαίρεση όταν δεν έχουν κανένα. Ομως, στην Ελλάδα τέτοιες πρακτικές δεν εξαλείφθηκαν ακριβώς.

Τελικά σημαίνουν τίποτα όλα τα παραπάνω; Απολύτως τίποτα.  Η πραγματικότητα καθορίζεται από τις ομιλίες, τα γραπτά, τα πρωινάδικα, τις δηλώσεις, την τηλεόραση, τα ραδιόφωνα, τις κενού περιεχομένου βαθυστόχαστες αναλύσεις και το μαχητικό ύφος ή την απύθμενη επιθετικότητα απέναντι σε όσους τολμούν να αμφισβητήσουν την αμορφωσιά πολλών, την εμπάθεια του καθενός. Προσδιορίζεται και από την απάθεια άλλων, που απλώς παρακολουθούν. Οποια άλλη πραγματικότητα δεν υπάρχει.

Και αφού δεν υπάρχει άλλη, η Ελλάδα ακολουθεί τον δικό της δρόμο, πέφτοντας μέσα σε 70 χρόνια σε μια εμφύλια σύγκρουση, σε μια δικτατορία, σε μια εισβολή στην Κύπρο, σε μια μεγαλειώδη οικονομική κρίση και στην πιο μακρόχρονη αυτό-παγίδευση σε σχέση με άλλους.

Ποια άλλη κοινωνία μπορεί να υπερηφανευτεί για τόσες πολλές νίκες μέσα σε τόσες λίγες δεκαετίες; Μάλλον καμιά.

Κατακλείδα: Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, αλλά πρέπει να ξέρουμε τι είναι αυτό που αγιάζει το σκοπό’ (Leon Trotsky) -δεν ξέρω αν το είπε πριν ή μετά την εξέγερση της Κρονστάνδης.

*Ομότ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, π. Υπουργός