Στην Πράξη 2, Σκηνή 1, οι Λόρδοι Ρος (Ρ), Γουίλομπυ (Γ) και ο κόμης Νορθάμπερλαντ (Ν) συζητούν για την φορολογική πολιτική του Βασιλιά Ριχάρδου:
Του Κώστα Χριστίδη*
Ρ.: Έχει ρημάξει τον λαό με άγριους φόρους και έχει χάσει την αγάπη του.
Γ.: Κάθε μέρα μηχανεύεται τεχνάσματα για νέα χαράτσια: «Δωρεές εν λευκώ!», «Συνεισφορές!» και ό,τι άλλο φαντασθεί ο νους του ανθρώπου. Όμως, για τον Θεό, πού πάνε όλα αυτά;
Ν.: Πάντως όχι στον πόλεμο, γιατί κανέναν πόλεμο δεν έκανε ο βασιλιάς, αντίθετα ξεπούλησε με αισχρές συμβάσεις όσα οι πρόγονοί του είχαν κατακτήσει με πολέμους. Και έχει ξοδέψει σε περίοδο ειρήνης όσα οι άλλοι ξόδευαν σε ολόκληρους πολέμους.
Ρ.: Όσο για το βασίλειο, το έχει βάλει υποθήκη στον λόρδο του Γουίλτσαιρ.
Γ.: Έχει χρεοκοπήσει ο βασιλιάς!
Ν.: Όνειδος και ανυποληψία τον περιμένουν.
Ρ.: Δεν έχει χρήματα γι’ αυτόν τον πόλεμο στην Ιρλανδία και όσους φόρους να βάλει δεν γίνεται να τα μαζέψει – γι’ αυτό θέλει να αρπάξει την περιουσία του εξόριστου Δούκα του Χέρφορντ [μετέπειτα βασιλιά Ερρίκου Δ΄].
Ν.: Του έντιμου ξαδέλφου του – τι αθλιότητα για βασιλιά! Όμως κι εμείς, άρχοντες, ενώ ακούμε να έρχεται μουγκρίζοντας λαίλαπα φοβερή, δεν κάνουμε προσπάθειες να προφυλαχθούμε. Βλέπουμε τον αέρα να λυσσομανάει στα πανιά μας και αντί να βρούμε τρόπο να τα μαζέψουμε, αποδεχόμαστε τον βέβαιο πνιγμό.
Ρ.: Βλέπουμε όλοι το ναυάγιό μας και τον κίνδυνο που είναι πια αναπότρεπτος, γιατί ανεχτήκαμε τόσο καιρό τα αίτια που έριξαν έξω το καράβι.
Τετρακόσια είκοσι τέσσερα χρόνια μετά την συγγραφή του σαιξπηρικού ιστορικού δράματος, οι αναλογίες με την σημερινή ελληνική πραγματικότητα είναι χαρακτηριστικές. Η κρατική εξουσία επιβάλλει διαρκώς φόρους, εισφορές, χαράτσια, μηχανευόμενη νέα τεχνάσματα.
Η δημόσια περιουσία υποθηκεύεται για 99 χρόνια και «στραγγίζεται» κάθε ρευστότητα από δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, σε μία προσπάθεια εξεύρεσης πόρων για άσκηση πελατειακών πρακτικών. Τα αίτια που «έριξαν έξω το καράβι» αγνοούνται. Αντί για την αναγκαία αλλαγή πορείας ο κυβερνήτης ασχολείται με μεταγραφές πολιτικών «από το κάτω ράφι», επιδιώκοντας να παραμείνει στο πηδάλιο για λίγους ακόμη μήνες.
Την ευθύνη για το πλοίο πρέπει, τάχιστα, να αναλάβουν ικανότεροι κυβερνήτες. Όσο δεν αντιμετωπίζουμε τα πραγματικά αίτια του προβλήματος (μειώνοντας φόρους και δημόσιες δαπάνες) οδηγούμαστε πλησίστιοι προς ναυάγιο. Πρέπει άμεσα να βρούμε τρόπο ‘’να μαζέψουμε τα πανιά’’ γιατί η καταιγίδα ήδη λυσσομανάει.