Συνεχίστηκε σήμερα η δίκη για την πολύνεκρη τραγωδία στο Μάτι με τη φονική πυρκαγιά τον Ιούλιο του 2018. «Δεν είναι δυνατόν να χάθηκαν τόσοι άνθρωποι γιατί δεν είχαμε αυτοκίνητα. Οι άνθρωποι είναι πολύτιμοι δεν είναι εμπόρευμα», τόνισε ο τότε διοικητής του Πυροσβεστικού Σταθμού της Νέας Μάκρης, Δαμιανός Παπαδόπουλος απολογούμενος ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών όπου εκδικάζεται η υπόθεση για τη φονική φωτιά στο Μάτι.
Ο κατηγορούμενος περιέγραψε εκείνη την ημέρα το Μάτι ως πολεμικό σκηνικό ενώ αναφέρθηκε στην τραγική όπως αποδείχθηκε έλλειψη πυροσβεστικών οχημάτων καθώς και στις προσπάθειες που έκανε για να απεγκλωβίσει κατοίκους.
«Οι άνθρωποι όπου έβλεπαν καρότσα ανέβαιναν. Ψάχναμε στους θάμνους στις 21:00 το βράδυ. Και κάποια στιγμή συνάντησα έναν κάτοικο της περιοχής ο οποίος λέει “Ρε, πυροσβέστη ένα ασθενοφόρο”. Τον ρώτησα που μένει και μου είπε “δεν θα πάμε στο σπίτι μου γιατί η γυναίκα μου είναι καμένη. Να με πας σε ασθενοφόρο”. Έφτασα στο ασθενοφόρο. Και είδα έναν σάκο… Με έναν νεκρό. Ο οδηγός μου είπε ότι το πρωτόκολλο δεν επιτρέπει μεταφορά νεκρού με ζωντανό. Του λέω ποιο πρωτόκολλο εδώ γίνεται Ιράν-Ιράκ…”
Όπως είπε ο κατηγορούμενος: «Δεν φοβήθηκα όταν ήμουν καπετάνιος, πριν μπω στην Πυροσβεστική ,στον Περσικό στον πόλεμο Ιράν- Ιράκ. Στο Μάτι όμως φοβήθηκα γιατί είμασταν εμείς και εμείς.. Ζητούσαμε συνεχώς πυροσβεστικά και τα είχαν στείλει όλα στο Νταού…Αυτό που συνέβη στο Μάτι είναι φοβερό, τόσοι άνθρωποι.. Είναι πολύτιμοι οι άνθρωποι, δεν είναι εμπορεύματα..» είπε κλαίγοντας.
«Εφιαλτική» θα ήταν κατά τον τότε επικεφαλής της Διοίκησης Πυροσβεστικών υπηρεσιών Αθηνών Νικόλαο Παναγιωτόπουλο η οργανωμένη απομάκρυνση καθώς η συγκεκριμένη φωτιά εξελίχθηκε μέσα σε 120 λεπτά κινούμενη Ανατολικά κόντρα σε κάθε προηγούμενη στην περιοχή που συνήθως είχε κίνηση δυτικά. Όπως είπε, «δεν ήταν ξεκάθαρη η ασφαλής οδός διαφυγής, ούτε το σημείο συγκέντρωσης», σημειώνοντας πως δεν «ήταν ενδεδειγμένη η οργανωμένη απομάκρυνση».
Ο κατηγορούμενος παραδέχθηκε ότι γύρω στις 18:00 το απόγευμα προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον τότε υπαρχηγό της Πυροσβεστικής Βασίλη Ματθαιόπουλο ώστε να τον ενημερώσει ότι είχαν πληροφορία για δύο νεκρούς. Όμως επειδή δεν τον βρήκε, ενημέρωσε άλλο αξιωματικό, ο οποίος σήμερα δεν ζει.
Αντίθετος στην οργανωμένη απομάκρυνση με τα τότε δεδομένα, εμφανίστηκε και ο τότε διοικητής της Πυροσβεστικής Νικόλας Χιώνης απολογούμενος στο δικαστήριο. «Εάν υλοποιηθεί ατάκτως υπάρχει κίνδυνος για τον κόσμο που θα τον βρει δρόμο… Η φωτιά ήταν σαν ένα τσουνάμι» σημείωσε.
Ο κατηγορούμενος μίλησε και για ένδεια των επίγειων δυνάμεων.
«Υπήρχε έλλειψη επίγειων και εναέριων δυνάμεων που είχαν διατεθεί από νωρίς στη φωτιά της Κινέτας. Δυστυχώς η Πολιτεία λόγω της οικονομικής κρίσης δεν διέθετε αλλά οχήματα για την εξυπηρέτηση μας. Με δική μας ευθύνη και σύμφωνη γνώμη των πληρωμάτων καθιστούσαμε επιχειρησιακά οχήματα που θα έπρεπε να ήταν ακινητοποιημένα. Οι βλάβες ήταν συνεχείς. Μόνο αν αν ακούσετε τις συνομιλίες μας θα καταλαβαίνατε γιατί πράγμα μιλάμε. Όχι μόνο δεν αξιοποιήσαμε τις δυνάμεις ,όπως είναι η κατηγορία, αλλά αντίθετα μιλάμε για ένδεια δυνάμεων».
Τέλος, εξέφρασε τη βαθιά του θλίψη στους συγγενείς των θυμάτων ,αλλά όπως είπε «η κατάσταση ήταν μη διαχειρίσιμη, μας ξεπερνούσε. Εμείς κάναμε ό,τι μπορούσαμε. Λυπάμαι που δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι ακόμα παραπάνω…».