Η αδυναμία αυτή αναγνώρισης και κατανόησης των κρίσιμων προβλημάτων από τις ηγεσίες σε παγκόσμιο επίπεδο ήταν απολύτως ορατή, γεγονός που από την μια, συμπαρέσυρε χρονικά την κρίση επί μια δεκαετία και από την άλλη, ενδυνάμωσε κινήματα και προσωπικότητες που εξέφρασαν ακραίο λαϊκιστικό πολιτικό λόγο.
Των Δρ. Αντώνη Ζαϊρη και Δρ. Γεώργιου Δίελλα
Με τον τρόπο αυτό, ο κοινωνικά και πολιτικά εκφρασμένος λαϊκισμός έλαβε κρίσιμο μερίδιο στην πολιτική αγορά, καθώς σε σχέση με τα παραδοσιακά κόμματα είχε να αντιπροτείνει «άμεσα εφαρμόσιμες» λύσεις, με δήθεν φιλολαϊκό αφήγημα.
Οι δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις στάθηκαν αμήχανες, καθώς το δυσμενές και τοξικό περιβάλλον λιτότητας έδωσε ώθηση στον λαϊκισμό, προκαλώντας ταυτόχρονα ισχυρές αντιμεταρρυθμιστικές αντιστάσεις από πλευράς κοινωνίας λόγω δυσκολίας αφομοίωσης. Από την άλλη έπρεπε να ξεπεραστούν δύο κυρίαρχα εμπόδια:
Πρώτον, η παγιωμένη αναχρονιστική νοοτροπία, σε ένα βαθμό δικαιολογημένη δεδομένης της πολύχρονης κρίσης, αντιτάχθηκε στο μακροπρόθεσμο βασανιστικό ορίζοντα υλοποίησης μεταρρυθμίσεων. Τούτο αναδεικνύει την ανάγκη ουσιαστικής ενημέρωσης της κοινωνίας για την αναγκαιότητα των μεταρρυθμίσεων που διευκολύνουν τις ζωές όλων, μακριά από πελατειακές, μονοσήμαντες αντιλήψεις και νοοτροπίες.
Δεύτερον, η πρόταξη της έννοιας του ιδίου, σε βάρος του συλλογικού συμφέροντος εφόσον οι σύγχρονες καπιταλιστικές κοινωνίες της Δύσης απώλεσαν μπροστά στην επιδίωξη του κέρδους, κάθε έννοια αλληλεγγύης, συνεργατικότητας και κοινωνικής υπευθυνότητας, ταυτισμένες με το ίδιον προσωπικό όφελος που συνεπαγόταν κύρος, αναγνώριση, κινητοποίηση εσωτερικών μηχανισμών ανάδειξης και καταξίωσης, βασισμένων εν πολλοίς στην ανθρώπινη ματαιοδοξία.
Ωστόσο, οι Κοινωνίες υπάρχουν και λειτουργούν πρωτίστως στη βάση εξυπηρέτησης του γενικού και όχι των επιμέρους συμφερόντων και αυτό δεν αποτελεί σύνθημα αλλά προορισμό, τρόπο ζωής και παραδειγματικής συμπεριφοράς απ΄ όλους, εθνικές ηγεσίες, εκπροσώπους του λαού και επιτελικά στελέχη των κυβερνήσεων.
Οι οικονομικές επιπτώσεις σε πολλά κράτη της Δύσης υπήρξαν εξαιρετικά δυσμενείς και βαριές. Οι κακές πολιτικές κυβερνήσεων και η λανθασμένη ερμηνεία για την έννοια του κοινωνικού κράτους, οδήγησαν σε υπέρογκα χρέη και δημοσιονομικά ελλείμματα, δύσκολα αναστρέψιμα και μη ελέγξιμα.
Η αναγκαιότητα άμεσης επιβολής μέτρων για αποτροπή περαιτέρω δημοσιονομικού εκτροχιασμού στη χώρα μας «γέννησαν» αδικαιολόγητα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, που δεν συνάδουν με τον ρόλο του κράτους στην οικονομία και την κοινωνία και υπονομεύουν την ανάπτυξη και τις επενδύσεις.
Η αντιμετώπιση βεβαίως του δημοσιονομικού ελλείμματος και του ελλείμματος ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, λόγω υστέρησης εξαγωγών, στέφθηκε με επιτυχία λόγω των προηγούμενων μέτρων.
Δημιούργησε ωστόσο σήμερα δύο νέου τύπου ελλείμματα, εξίσου σοβαρά, που τόσο οι Θεσμοί όσο και η δική μας προηγούμενη Κυβέρνηση, δυσκολεύτηκαν να διαχειριστούν. Πρόκειται για το έλλειμμα επενδύσεων και το έλλειμμα χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας.
Όσον αφορά τις εγχώριες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου στη χώρα μας, αυτές υποχώρησαν από τα 50δις στα 20δις με 32δις όμως αποσβέσεις, ενώ υστέρηση παρατηρείται και στις ξένες άμεσες επενδύσεις που κυμαίνονται γύρω στο 2% αλλά συνιστούν αναγκαία συνθήκη επίτευξης υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Συνολικά στη χώρα επενδύουμε το 10% περίπου του ΑΕΠ από 20% που ήταν την περίοδο προ κρίσης.
Όσον αφορά το έλλειμμα χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας, αυτό θα σταματήσει να υφίσταται σταδιακά όταν ενεργοποιηθούν μηχανισμοί και εισέλθει σε πλήρη κανονικότητα η εξασφάλιση πρόσβασης του εγχώριου τραπεζικού συστήματος στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου και χρήματος με ικανοποιητικά επιτόκια.
Είναι ενθαρρυντική η κίνηση του Ελληνικού Δημοσίου στις 16/7/2019 που δανείστηκε 2,5δις με επιτόκιο 1,9% μέσω 7ετούς ομολόγου, ενώ οι προσφορές ξεπέρασαν τα 13 δις υπερκαλύπτοντας κατά πέντε φορές την έκδοση.
Αντίστοιχα η πρότερη έκδοση 10ετούς ομολόγου στις 5 Μαρτίου 2019 επιβαρύνθηκε με επιτόκιο 3,9%.
Εστιάζοντας στην Ελλάδα της επόμενης μέρας απόλυτη προτεραιότητα συνιστούν δύο βασικές κατευθύνσεις πολιτικής που σχετίζονται με το brand positioning της χώρας.
Η πρώτη είναι η τοποθέτηση της χώρας μας στην Οικονομία μέσα από ένα νέο Εθνικό παραγωγικό μοντέλο που θα κληθεί να υπηρετήσει η παρούσα Kυβέρνηση, καθώς είναι απαραίτητο να αλλάξουν και να επαναπροσδιοριστούν οι συσχετισμοί που αφορούν τις έννοιες: κεφάλαιο, παραγωγή, αγορά, δημόσιος τομέας, εργασιακές σχέσεις, συνδικαλισμός.
Η δεύτερη είναι η τοποθέτηση της χώρας στο διεθνές σκηνικό που απαιτεί επανασχεδίαση της εξωτερικής πολιτικής, με αξιοποίηση των διεθνών συσχετισμών, και διακριτό ενεργό ρόλο για την Ελλάδα, στο πλαίσιο ανάληψης πρωτοβουλιών και εφαρμογής ενεργών πολιτικών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όλα αυτά βεβαίως χρήζουν πολιτικών εμπνευσμένων ηγεσιών, που διαθέτουν επιστημονική και τεχνολογική επάρκεια πρωτίστως, αλλά κυρίως εμπειρία πραγματικότητας και γνώση του διεθνούς περιβάλλοντος και της λειτουργίας της αγοράς.
Με άλλα λόγια, εμπειρία καθημερινότητας, που σημαίνει διαμόρφωση στρατηγικής που εκπορεύεται από μελέτη και ανάλυση της συμπεριφοράς της διεθνούς πολιτικής και οικονομίας, αλλά όχι βασισμένων σε απόψεις μεμονωμένων ιδιαίτερων, διεθνών και εγχώριων συμφερόντων συγκεκριμένων ομάδων.
Η χώρα χρειάζεται και τα δύο. Με ικανότητα σύνθεσης διαφορετικών αντιλήψεων και συγκεκριμένο στοχοθετημένο όραμα που θα προσεγγίζει την πραγματικότητα του μέσου πολίτη.
Με ανεπτυγμένο κριτήριο αντιπροσωπευτικότητας και ευαισθησία σε θέματα κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης.
Χώρα απαλλαγμένη από ερασιτεχνισμούς, πειράματα, προσωπικές αλαζονείες και εγωκεντρισμούς.
Στην υπηρεσία του γενικού και όχι των επιμέρους συμφερόντων, καθώς οι πολιτικές επιλογές του σήμερα, έχουν το ελάττωμα να επιβεβαιώνονται αύριο.
*Δρ. Αντώνης Ζαϊρης, Αναπλ. Αντιπρόεδρος ΣΕΛΠΕ,Μέλος της Ενωσης Αμερικάνων Οικονομολόγων και της Αμερικάνικης Φιλοσοφικής Εταιρίας.
Δρ. Γεώργιος Δίελλας διδάσκει στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο και στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης