Συγκλονιστικές είναι οι αποκαλύψεις γυναίκας από τη Γεωργία που έγινε παρένθετη μητέρα στην κλινική γονιμότητας στα Χανιά. Στελέχη της συγκεκριμένης κλινικής βρίσκονται στο στόχαστρο ποινικής δίωξης αφού κατηγορούνται για εμπορία βρεφών και παράνομες υιοθεσίες.

Η γυναίκα από τη Γεωργία μίλησε στο flashnews.gr και στη δημοσιογράφο Δανάη Σολανάκη υπό καθεστώς ανωνυμίας για λόγους ασφάλειας. Για τις ανάγκες της συζήτησης και του ρεπορτάζ, χρησιμοποιεί το ψευδώνυμο «Άννα»

Φιλοξενήθηκε σε τρία σπίτια

Η Άννα βρέθηκε στα Χανιά για σχεδόν 11 μήνες. Όπως αναφέρει στο τοπικό σάιτ, μέσα σε αυτήν την περίοδο, έγινε παρένθετη μητέρα και φιλοξενήθηκε σε τρία από τα συνολικά 14 σπίτια που φέρεται να είχε στη διάθεσή της η κλινική. Έχοντας βιώσει τον τρόπο λειτουργίας της κλινικής και συμβιώνοντας με παρένθετες μητέρες αλλά και δότριες ωαρίων, αποκαλύπτει όσα λέει ότι έζησε το 2021 όταν πήρε την απόφαση για οικονομικούς λόγους να γίνει παρένθετη μητέρα:

«Ήρθα σε επαφή με μία γυναίκα από τη Γεωργία, μέσω ίντερνετ. Εκείνη, με έφερε σε επαφή και με την κλινική των Χανίων. Ύστερα από αρκετή σκέψη, αποφάσισα να έρθω στην Ελλάδα, με την κλινική να αναλαμβάνει τα έξοδα για το ταξίδι μου μέχρι τα Χανιά.

Αρχικά, χρειάστηκε να κάνω κάποιες εξετάσεις υγείας σε μία κλινική της Γεωργίας. Όταν έφτασα στην Ελλάδα επαναλήφθησαν ορισμένες εξετάσεις και μετά ξεκίνησα τη διαδικασία της παρένθετης μητρότητας. Εκείνη την περίοδο ήμουν 34 χρόνων, ενώ οι νεότερες κοπέλες που γνώρισα μέσω της κλινικής (παρένθετες και δότριες ωαρίων) ήταν 24 με 25 χρόνων. Η αμοιβή που θα λάμβανα θα ήταν 18.000€ για όλο το χρονικό διάστημα παραμονής μου, ποσό από το οποίο κάθε μήνα θα έπαιρνα 200€ για τα προσωπικά μου έξοδα και το φαγητό μου. Συνολικά, στο τέλος θα έπαιρνα τα υπόλοιπα 15.000€.

Αν είχαμε ανάγκη από περισσότερα χρήματα κατά τη διάρκεια της διαμονής μας, μας έδιναν το ποσό που ζητούσαμε το οποίο και αφαιρούσαν από την πληρωμή που θα λαμβάναμε το τέλος».

Αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα

Ερωτηθείσα για τον λόγο που αποφάσισε να γίνει παρένθετη μητέρα, η Άννα παραδέχεται: «Αντιμετώπιζα αρκετά οικονομικά προβλήματα και έτσι πήρα την απόφαση να γίνω παρένθετη μητέρα. Στη Γεωργία κάτι τέτοιο είναι πολύ κατακριτέο με αποτέλεσμα πολλές κοπέλες να απευθύνονται στο εξωτερικό ώστε να βγάλουν χρήματα από την παρένθετη μητρότητα. Πριν καν ξεκινήσει η κύησή μου είχα προετοιμαστεί ψυχολογικά, ότι το παιδί αυτό δεν θα είναι δικό μου. Υπενθύμιζα στον εαυτό μου ότι θα βοηθήσω άλλους ανθρώπους να φτιάξουν τη δική τους οικογένεια.

Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν ισχύει για όλες τις παρένθετες μητέρες. Πολλές από τις κοπέλες με τις οποίες συγκατοικούσα, δεν ήταν έτοιμες ψυχολογικά γι’ αυτήν την εμπειρία, ενώ αρκετές από αυτές αντιμετώπιζαν συμπτώματα κατάθλιψης. Γενικότερα, οι συνθήκες συμβίωσης δεν ήταν ευχάριστες, καθώς η φορτισμένη ατμόσφαιρα δημιουργούσε εντάσεις μεταξύ μας, […] Αυτό το γεγονός αποτέλεσε και αιτία να αλλάξω σπίτι» εξηγεί η Άννα, αναφέροντας ότι κατά την διάρκεια της παραμονής της άλλαξε και μεταφέρθηκε σε τρία διαφορετικά σπίτια από αυτά που φέρεται να διέθετε η κλινική.

«Στο σπίτι όπου έμεινα το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, συνολικά ήμασταν πέντε παρένθετες μητέρες κάτω από μία στέγη και, παρ’ όλο που ο χώρος ήταν μεγάλος, δεν μπορούσαμε να κινηθούμε άνετα […] Μεταξύ μας οι κοπέλες, λέγαμε το σπίτι “καταραμένο” καθώς στην είσοδό του είχε ένα κρεμασμένο χέρι (ενν. ρόπτρο) και μας είχε φανεί περίεργο».

Ο έλεγχος, οι επιπλήξεις και οι απειλές

Διευκρινίζοντας ποιες ακριβώς ήταν οι συνθήκες διαβίωσης στα σπίτια της κλινικής, η Άννα δηλώνει: «Δεν είχα κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα από το σπίτι στο οποίο μέναμε, ούτε απαγορευόταν να βγούμε εκτός του σπιτιού. Ωστόσο, η γυναίκα από τη Γεωργία που με έστειλε εδώ μας ασκούσε υπερβολικό έλεγχο. Κάθε φορά που κάποια από εμάς επιχειρούσε να φύγει για βόλτα το βράδυ, η Γεωργιανή το μάθαινε. Μας προειδοποιούσε ότι έπρεπε να είμαστε σπίτι πριν τις 10, αλλιώς έλεγε ότι θα είχαμε πρόβλημα. Αν κάποια κοπέλα έμενε έξω μέχρι αργά, την έπαιρνε τηλέφωνο, της έκανε επίπληξη και την απειλούσε ότι θα τη στείλει σπίτι της».

Ερωτηθείσα για το κατά πόσο αισθανόταν ασφαλής καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής της στα Χανιά, η Άννα αναφέρει ότι «κατά τη διάρκεια του τοκετού, η αντιμετώπιση όλων ήταν πολύ καλή και αισθάνθηκα απόλυτα ασφαλής […] αν και κάτι τέτοιο δεν ισχύει για όλες τις παρένθετες μητέρες με τις οποίες συμβίωσα […]. Ο 73χρονος γιατρός της κλινικής βρισκόταν στο δωμάτιο ενώ με είχε εξετάσει πρωτύτερα, μία φορά […]. Σε γενικές γραμμές από την κλινική έμεινα ευχαριστημένη, ωστόσο είχα πάντα την αίσθηση ότι κάποιος με παρακολουθούσε. Η αίσθηση έλλειψης ελευθερίας ήταν έντονη».

«Είχα την εντύπωση ότι όλα είναι νόμιμα»

Αναφορικά με την ενημέρωση που είχε πριν γίνει παρένθετη μητέρα, σχετικά με τη νομιμότητα των διαδικασιών, η Άννα δηλώνει ότι «όταν ξεκίνησα τη διαδικασία, μου είπαν ότι όλα είναι νόμιμα. Υπέγραψα ορισμένα χαρτιά στη Γεωργία και θεώρησα ότι είμαι καλυμμένη. Ωστόσο, όταν έφτασα στην Ελλάδα μου δόθηκαν περισσότερα έγγραφα να υπογράψω, στα ελληνικά αυτή τη φορά, για τα οποία δεν είχα ενημερωθεί και δεν ήξερα τη γλώσσα ώστε να καταλάβω τι αναγράφουν […].

Επίσης, όταν έρχεσαι από τη Γεωργία στην Ελλάδα, είσαι νόμιμη για τρεις μήνες. Όταν ρώτησα αν θα μου υποβληθεί πρόστιμο για την παράβαση της τρίμηνης διαμονής μου, πήρα σαν απάντηση ότι εφόσον θα μείνω έγκυος στην Ελλάδα, δεν θα μου επιβληθεί κάποιο πρόστιμο. Ωστόσο, αυτό δεν ήταν αλήθεια. Με την επιστροφή μου στη Γεωργία, συνειδητοποίησα ότι έχω χρεωθεί πρόστιμο ύψους 1.200 € το οποίο έχει παραμείνει απλήρωτο.

Σε όλη αυτήν την διαδικασία, θεωρούσα ότι η μόνη “παρανομία” ήταν η παράταση της παραμονής μου στη χώρα. Μέχρι και πριν από λίγο καιρό, είχα την εντύπωση ότι η διαδικασία που ακολούθησα της παρένθετης μητρότητας μέσω της εν λόγω κλινικής ήταν καθ’ όλα νόμιμη. Μόνο όταν ξέσπασε το σκάνδαλο και ενημερώθηκα για τις εξελίξεις συνειδητοποίησα ότι η κλινική κατηγορείται για παράνομες διαδικασίες».

Ερωτηθείσα για τις ιατρικές διαδικασίες στις οποίες υποβλήθηκε ώστε να μείνει έγκυος, η Άννα παραδέχεται ότι «υποβαλλόμασταν συχνά σε διαδικασία εμβρυομεταφοράς για να μείνουμε έγκυες, συνήθως 3-4 φορές η κάθε παρένθετη, ωστόσο γνώρισα μία κοπέλα που χρειάστηκε να περάσει τη διαδικασία 10 φορές για να κυοφορήσει» ενώ αναφορικά με τη λήψη ωαρίων, δηλώνει ότι «εγώ δεν υποβλήθηκα σε διαδικασία λήψης ωαρίων. Γνωρίζω περιπτώσεις δύο γυναικών, η μία εκ των οποίων υποβλήθηκε δύο φορές στην εν λόγω διαδικασία και η άλλη τέσσερις».

Πολλές κοπέλες δεν γνώριζαν για την τύχη των παιδιών που κυοφορούσαν

«Όσον αφορά τους γονείς των οποίων το παιδί κυοφόρησα, δεν είχαμε μεγάλη επαφή. Ήξερα μόνο τα ονόματά τους και γνώρισα ότι ήταν από το εξωτερικό, όχι Έλληνες. Όταν γέννησα, έστειλαν κάποια δώρα και με ευχαρίστησαν. Ωστόσο, πάρα πολλές κοπέλες δεν είχαν ιδέα για την τύχη που θα είχαν τα παιδιά που κυοφόρησαν, καθώς δεν γνώριζαν σε ποιους θα καταλήξουν»

Η Άννα, διατηρούσε επικοινωνία με τρεις γυναίκες από την κλινική. Όπως εξηγεί «ήταν οι υπεύθυνες τόσο για τα φάρμακα και τα ιατρικά ραντεβού μας όσο και για την “τύχη” των παιδιών […]. Μία από αυτές, είχε αναλάβει να φροντίζει τις κοπέλες, να τους παρέχει χρήματα και να ασχολείται με όσα θέματα προκύπταν στο σπίτι […]. Η Γεωργιανή, γνωρίζω ότι διατηρεί περίπου πενταετή συνεργασία με την κλινική».

Η Άννα, καταλήγει αναφέροντας ότι «δεν έχω κανένα παράπονο από τη διαμονή μου στα Χανιά, εκτός από το ότι για σχεδόν ένα χρόνο αισθανόμουν έγκλειστη […]. Στο σπίτι δεν μπορούσε να με επισκεφτεί κανένας δικός μου άνθρωπος, απαγορευόταν η είσοδος σε οποιονδήποτε εκτός από τις παρένθετες που έμεναν εκεί».