Πρόσφατα στη Βουλή σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων έγινε μια συζήτηση, από αυτές που αποκαλούν εκτός ημερησίας διατάξεως, με θέμα την Παιδεία. Όσοι είχαν την υπομονή να την παρακολουθήσουν θα διαπίστωσαν ότι δεν έγιναν σοφότεροι. Κι αυτό γιατί ουδέν νεότερο προέκυψε από αυτήν την πολύωρη συζήτηση.
Του Τάσου Παπαδόπουλου
Μάλλον ένα βέβαιο συμπέρασμα προέκυψε, και ήταν αυτό της ασυμφωνίας χαρακτήρων, που λένε και στα διαζύγια. Το να ξηλώνει ο επόμενος ότι έκανε ο προηγούμενος, διεκδικώντας το αλάθητο είναι κάτι που λειτουργεί σε βάρος της παιδείας, και συγκεκριμένα σε βάρος των σπουδών των παιδιών μας.
Όπως είναι γνωστό δεν είναι μόνο τα κόμματα, που άλλαζαν όλα αυτά τα χρόνια ότι είχαν κάνει οι προηγούμενοι, αλλά και ο κάθε νέος υπουργός που εντός του ίδιου κυβερνητικού σχήματος, που αναλάμβανε κατά καιρούς τα ινία του κρίσιμου τομέα της παιδείας.
Κατηγορούν για παράδειγμα την σημερινή συγκυβέρνηση για την πλήρη κατεδάφιση του λεγόμενου νόμου Διαμαντοπούλου, που ψηφίσθηκε το 2011 από 255 βουλευτές. Συγκέντρωσε δηλαδή μια πρωτόγνωρη πλειοψηφία για τα ελληνικά δεδομένα.
Όμως το ξήλωμα του νόμου άρχισε επί συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ-ΝΔ, όταν στο υπουργείο Παιδείας τέθηκε επικεφαλής ο κ. Αρβανιτόπουλος. Πανεπιστημιακός ό ίδιος, δεν είδε με καλό μάτι τα Συμβούλια Διοίκησης και φρόντισε να περιορίσει τις δραστηριότητες τους, πριν καν αυτά λειτουργήσουν και μετρηθεί η αποτελεσματικότητα τους.
Αλλά και ο νόμος Γιαννάκου, που προηγήθηκε αυτού της Διαμαντοπούλου συγκέντρωσε τα πυρά τόσο της αντιπολίτευσης όσο και μέρους της συμπολίτευσης. Και το υποκριτικό, που είδαμε στην περί ου ο λόγος συνεδρίαση, ήταν οι έπαινοι στο πρόσωπο της Μαριέττας Γιαννάκου, που ακούστηκαν τόσο από τους μεν όσο και από τους δε.
Το περιεχόμενο της αντιπαράθεσης στη βουλή, για να επανέλθουμε στην ουσία του θέματος, είχε τα χαρακτηριστικά της κόντρας μεταξύ μιας ιδεοληπτικής αριστεράς και μιας ξεχαρβαλωμένης δεξιάς.
Οι μεν που έχουν την εξουσία, μας είπαν ότι η αριστεία ταυτίζεται με τον ελιτισμό και οι δε ότι πανάκεια αποτελούν τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, που οι ίδιοι δεν τόλμησαν να θεσμοθετήσουν, όταν είχαν και το μαχαίρι και το πεπόνι στα χέρια τους, μια και οι πρωτομάστορες των συνταγματικών αλλαγών ήταν οι πανεπιστημιακοί Παυλόπουλος και Βενιζέλος.
Κατά τα άλλα ακούσαμε τον επί της Παιδείας υπουργό να μας λέει ότι ήταν επιλογή του να μην ολοκληρώσει τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο. Παρ όλα αυτά τον είδαμε να μας μιλάει για την επιστημονική του άποψη στο θέμα της γενοκτονίας των Ποντίων και να την μετατρέπει σε στιγμιαίο έγκλημα, άρα και παραγραμμένο, αντί αυτού της εθνοκάθαρσης που παραμένει διαχρονικά απαράγραπτο.
Κατά τα άλλα η επαναφορά του ασύλου, που επιτρέπει στους λεγόμενους μπαχαλάκιδες να χρησιμοποιούν ως ορμητήριο το πολυτεχνείο προκειμένου να επιτεθούν και να καταστρέψουν τρόλεϊ και λεωφορεία, αποτελεί για κάποιους στο κόμμα της εξουσίας ιστορικά κατοχυρωμένο δικαίωμα, που κατά περίεργη σύμπτωση δεν συναντάμε σε κανένα ακαδημαϊκό χώρο των κουτόφραγκων.
Βεβαίως ακούσαμε και τον επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας να δηλώνει υπερήφανος ως καταληψίας στο σχολείο που πήγαινε και απ’ ότι φαίνεται θα είναι το ίδιο υπερήφανος, που λόγω ανειλημμένων συνδικαλιστικών υποχρεώσεων, ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο πολυτεχνείο στα δέκα χρόνια αντί των πέντε ετών που διαρκούν οι σπουδές.
Για το λόγο αυτό φρόντισαν απ΄ ότι φαίνεται να επαναφέρουν τους «αιώνιους» φοιτητές στα πανεπιστήμια. Ως αιτιολογικό προέβαλαν τους εργαζόμενους φοιτητές στην εποχή της παροχής στέγης, συσσιτίων και επιδότησης των σπουδών. Όμως ο καταργηθείς νόμος προέβλεπε αυτή την περίπτωση και έδινε περισσότερο χρόνο στους εργαζόμενους φοιτητές, για την αποπεράτωση των σπουδών τους.
Όμως η παιδεία δεν είναι και δεν πρέπει να είναι κλοτσοσκούφι του κάθε κόμματος ή υπουργού. Γιατί απευθύνεται στη νέα γενιά που αποτελεί το μέλλον στης πατρίδας μας. Σε άλλες, κανονικές χώρες, όπως η Φινλανδία και η Ν. Κορέα η οικονομική κρίση ξεπεράστηκε με σοβαρές αλλαγές στην εκπαίδευση.
Αντίθετα στην Ελλάδα, μικρά και μεγάλα συμφέροντα, καθώς και εμμονές σε ιδέες που έχουν προ καιρού καταρρεύσει, δουλεύουν με περισσή επιμέλεια το ράβε ξήλωνε, με αποτέλεσμα το γνωστικό επίπεδο πέρα από την αναχρονιστική προσέγγιση της παπαγαλίας, να περιορίζεται και να εμφανίζεται το φαινόμενο του φροντιστηρίου ακόμη και στο δημοτικό σχολείο.
Σε όλη αυτή την κατάρρευση, πέρα από τα κόμματα, βαρύτατες ευθύνες φέρουν και οι συνδικαλιστές στο χώρο της παιδείας, που προβάλλουν τα συντεχνιακά τους συμφέροντα υπέρμετρα, παρακάμπτοντας το λειτούργημά τους, που δεν είναι άλλο από την μόρφωση των παιδιών μας.
Όσο η παιδεία θα είναι το μπαλάκι που παίζουν τα παιχνίδια τους κόμματα και συνδικαλιστές, μην περιμένει κανείς ανάπτυξη και εκσυγχρονισμό της χώρας. Θα βολοδέρνουμε χωρίς φάρο και πυξίδα σε έναν ρευστό διεθνή περίγυρο, που θα θυμίζει νύχτα χωρίς φεγγάρι πάνω σε ένα σάπιο σκαρί πάνω στα φουρτουνιασμένα κύματα…
ΠΗΓΗ: ORGI.GR