Αξιέπαινο και δομημένο το σχέδιο της Ν.Δ. για την επανεκκίνηση της οικονομίας—με την κατανόηση πως οι λεπτομέρειες ενός τέτοιου εγχειρήματος δεν ξεδιπλώνονται σε μία ομιλία.
Παρά ταύτα, όταν τίθενται τόσο φιλόδοξοι στόχοι που εμφανίζονται μάλιστα εκ πρώτης όψεως σε σχετική αναντιστοιχία τόσο με μνημονιακές υποχρεώσεις (π.χ. με το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% του ΑΕΠ) όσο και με την πραγματικότητα της αγοράς (αύξηση των εξαγωγών στο 40% του ΑΕΠ, «προσιτό»(;) ενεργειακό κόστος) τότε η παρουσίαση οφείλει να έχει περισσότερη σάρκα και οστά.
Του Αντώνη Κεφαλά
Ακόμη περισσότερο, δε, όταν εμπεριέχει ορισμένα «διαμάντια» όπως την μεγαλύτερη προοδευτικότητα στον ΕΝΦΙΑ! Διαφορετικά, ένας σκληρός κριτής θα μπορούσε εύκολα να το χαρακτηρίσει ως ένα ακόμη πρόγραμμα Θεσσαλονίκης …αλά ΣΥΡΙΖΑ.
Πολλά ερωτηματικά, όμως, αφήνει και το θέμα των επενδύσεων. Ορθά το σχέδιο θέτει ως στόχο την αύξηση τους κατά 100 δις. ευρώ μέσα σε μία πενταετία – προφανώς από τη στιγμή που η Ν.Δ. θα αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Το «πώς» προκύπτει έμμεσα και συμπερασματικά: μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης των επιχειρήσεων, μεταφορά ζημιών, απλοποίηση αδειοδοτήσεων, στήριξη της νέας και δυναμικής επιχειρηματικότητας. Δράσεις χιλιοειπωμένες, σαράντα χρόνια τώρα. Εξαγγελίες άτολμες, χωρίς φαντασία. Και το χειρότερο χωρίς να έχουν επαφή με την επιχειρηματική αγορά – την ελληνική ή την διεθνή.
Αν ο πρόεδρος της Ν.Δ. και οι επιτελείς του είχαν κάνει τον κόπο να πάνε να μιλήσουν με πετυχημένες μικρομεσαίες επιχειρήσεις στον Ασπρόπυργο, με μεσαίες που δίνουν μάχη επιβίωσης στη Σίνδο, με ελληνικές που έγιναν ξένες, με μεγάλες που τιμούν την χώρα σε διεθνές επίπεδο, σε ξένους επενδυτές που δεν συνωστίζονται στα άνευρα και ανούσια συμπόσια και συναντήσεις, τότε θα ανακάλυπταν ότι τα πρωταρχικά προβλήματα που εμποδίζουν τις επενδύσεις είναι πέντε:
- Η αστάθεια του φορολογικού συστήματος – όχι τόσο η υψηλή φορολογία. Τουλάχιστον δύο νόμοι το χρόνο και δεκάδες ερμηνευτικές εγκύκλιοι και υπουργικές αποφάσεις. Παρόμοια αστάθεια υπάρχει και στο ασφαλιστικό.
- Η τεράστια καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης σε συνδυασμό με συχνά βάσιμους φόβους για την ανεξαρτησία της από τα κόμματα.
- Η γραφειοκρατία που στηρίζεται σε υπάρχοντες νόμους και στην πολυδιάσπαση αρμοδιοτήτων με επιπτώσεις πολύ πέρα από το αρχικό στάδιο της αδειοδότησης
- Η υψηλή χρηματοδότηση της τοπικής αυτοδιοίκησης από την κεντρική κυβέρνηση – που της επιτρέπει έτσι να αδιαφορεί για τα οφέλη της ανάπτυξης και να στρέφεται κατά των περισσότερων επενδυτικών προτάσεων που την αφορούν
- Το ΚΑΣ που βλέπει αρχαία παντού και θέλει όλα να τα διαφυλάξει με ιδεοληψία που ξεπερνά και τα όρια της γραφικότητας.
Το σχέδιο της Ν.Δ. δεν αναφέρεται, εξάλλου, σε μία ακόμη σκληρή πραγματικότητα της ελληνικής κατάστασης: το παραδοσιακό έλλειμμα αποταμίευσης που σε συνδυασμό με την σημερινή τραγική κατάσταση των ελληνικών τραπεζών καθιστά condition sine qua non την έλευση άμεσων ξένων επενδύσεων (greenfield investments). Διαφορετικά ούτε τα 100 δις, ούτε την ανάπτυξη θα δούμε.
Τι μπορεί να γίνει;
Θεωρώ ότι μέρος τουλάχιστον της απάντησης οφείλει να στραφεί προς τις ακόλουθες κατευθύνσεις:
- Την ψήφιση νόμου αντίστοιχου με τον ιδιαίτερα αποτελεσματικό Ν2687/53 που πρόσφερε συνταγματική κατοχύρωση στις ξένες επενδύσεις και σταθερό φορολογικό καθεστώς για μία δεκαετία. Αυτό θα αντιμετώπιζε σε σημαντικό βαθμό την αστάθεια του φορολογικού συστήματος και τους φόβους για πολιτικές παρεμβάσεις στην λήψη αποφάσεων (π.χ. ΣΥΡΙΖΑ κατά της επένδυσης στις Σκουριές).
- Την ίδρυση ειδικού σώματος δικαστών ειδικευμένων σε οικονομικά θέματα. Αναπόφευκτα πολλοί δικαστικοί λειτουργοί δεν έχουν πλήρη κατανόηση του σημερινού περίπλοκου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Αυτό οδηγεί και σε καθυστερήσεις και σε λαθεμένες ή και έωλες αποφάσεις.
- Στην ίδια λογική τοποθετείται και η ίδρυση ενός πρόσθετου τμήματος στο ΣτΕ που θα ασχολείται αποκλειστικά με οικονομικά θέματα.
- Την μετατροπή του one-stop-shop από κέντρο διαμεσολάβησης (που ουσιαστικά είναι σήμερα) σε κέντρο λήψης αποφάσεων με ταυτόχρονη «στροφή» από τον προληπτικό στον κατασταλτικό έλεγχο και μάλιστα με ευθύνη ιδιωτικών φορέων.
- Την σταδιακή (σε βάθος τριετίας το μέγιστο) αποκοπή του λώρου χρηματοδότησης της Τ.Α. από την κεντρική κυβέρνηση, με την πλειονότητα των ΟΤΑ να έχουν την ευθύνη να βρουν πόρους από τοπικούς φόρους. Αυτό θα τους κάνει να σκεφτούν δύο φορές πριν απορρίψουν μία επένδυση και ταυτόχρονα θα περιορίσει την ενδημική διαφθορά και κακοδιαχείριση που χαρακτηρίζει τους περισσότερους.
- Την μετατροπή του ΚΑΣ σε γνωμοδοτικό όργανο. Η σημερινή τυραννία που ασκεί χωρίς καμία αναφορά στις ευρύτερες και επείγουσες ανάγκες της χώρας, σε πλήρη αποκοπή από την οικονομία και με μοναδικό γνώμονα τη διαφύλαξη όλων των αρχαίων, εμποδίζει τις επενδύσεις και υπονομεύει την ανάπτυξη.
Η επενδυτική ανάπτυξη είναι ένα πολυσύνθετο και δύσκολο εγχείρημα. Η χώρα μας έχει χάσει την εμπιστοσύνη των αγορών. Οι ξένες επενδύσεις που υλοποιούνται είναι αποκρατικοποιήσεις και τα έσοδα πηγαίνουν ουσιαστικά στην αποπληρωμή του χρέους. Ας μην επαιρόμαστε πως με πατροπαράδοτες συνταγές θα λύσουμε ένα πρόβλημα δεκαετιών.