Η προσπάθεια να διασωθεί το ιερό όνομα της Μακεδονίας μας, από τις συμπληγάδες της «βόρειας», «άνω» ή «νέας», συνεχίζεται με τα επικείμενα Πανελλήνια Συλλαλητήρια που Πραγματοποιήθηκαν για τον αποκλεισμό του σύνθετου ονόματος που περιέχει τη ένδοξη, άρα ζηλευτή λέξη «Μακεδονία» που είναι καθαρά και αδιαμφισβήτητα ελληνική και μόνο.
Μέχρι τότε χρήσιμο είναι ένα μικρό διάλυμα με ένα άλλο εξίσου σημαντικό θέμα που βασανίζει την ταλαίπωρη τούτη χώρα, αυτό της οικονομικής ανάπτυξης.
Πέραν των οικονομικών μου γνώσεων, κρίνω από προσωπική εμπειρία, ότι προέχει η εξυγίανση της Δημόσιας Διοίκησης, η οποία λειτουργεί ανεξέλεγκτα, αυθαίρετα και πάντοτε καταστροφικά. Το καίριο ερώτημα που αναφύεται, είναι αν η φαινομενική συμπαράσταση της πολιτικής ηγεσίας, είναι συνειδητή ή η εξελιγμένη διαστροφή των στελεχών, τα κάνει ικανά να πείθουν την πολιτική ηγεσία και να τα καλύπτουν.
Κάποια στιγμή ενδέχεται να περιγράψω προσωπικές μου οδυνηρές εμπειρίες, όταν διαφανεί ότι θα αποβεί προς όφελος της κοινωνίας, εκτός αν κάποιο κυβερνητικό στέλεχος, τρέχον ή μελλοντικό, θέλει να ενημερωθεί, οπότε είμαι στη διάθεσή του.
Όσον αφορά την οικονομία, η κυβέρνηση υποχρεώθηκε να συντάξει κάποιο Αναπτυξιακό Σχέδιο, κάτι που ενώ δεν χρειάζεται μεγάλη σοφία, φτιάχτηκε ένα φιλολογικό κείμενο με γενικότητες και αοριστίες, αμφιβόλου αξίας και χρησιμότητας. Άλλωστε τι αξία μπορεί να έχει ένα Αναπτυξιακό Σχέδιο, όταν για τρία χρόνια συγκρούεται ο κρατισμός της αριστερής ιδεοληψίας της κυβέρνησης, με την ουσιαστική ανάπτυξη, η οποία είναι terra incognita για τους κυβερνώντες και απέχει παρασάγγες από την ουσία και την αποτελεσματικότητα.
Το βάθος και το εύρος της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, παρέχει συνθήκες και προϋποθέσεις μιας γρήγορης ανάπτυξης, δεδομένου ότι οι συντελεστές παραγωγής, εργασία-πρώτες ύλες-κεφάλαιο, είναι διαθέσιμοι και αν χρησιμοποιηθούν με σύνεση και υπευθυνότητα από ανθρώπους που γνωρίζουν και πιστεύουν στην φιλελεύθερη οικονομία, η ανάπτυξη είναι πλέον θέμα χρόνου, όχι πολύ μακρύ.
Το επενδυτικό περιβάλλον είναι εδώ και δεν υπολείπεται παρά μια κυβερνητική υποστήριξη, έτσι ώστε να δημιουργηθεί η αναγκαία εμπιστοσύνη για να εκκινήσει η μηχανή της ανάπτυξης. Οι μεγάλες επενδύσεις είναι κατ΄ αρχήν το ζητούμενο, για την επίσπευση της ανάπτυξης και την μείωση της ανεργίας, οι οποίες συνήθως έρχονται από έξω και ασφαλώς είναι ευπρόσδεκτες. Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί, όσον αφορά τις ξένες επενδύσεις, ότι χρειαζόμαστε μόνο εκείνες που θα έχουν εξαγωγικό χαρακτήρα.
Οι όποιες άλλες επενδύσεις, όσο μεγάλες και αν είναι, αν αποβλέπουν στην εσωτερική κατανάλωση, δεν τις χρειαζόμαστε, αφού τα όποια κέρδη τους θα προέρχονται από τον κόσμο αυτής της χώρας, θα τα βγάλουν στο εξωτερικό, αυξάνοντας έτσι το έλλειμμα του εμπορικού μας ισοζυγίου και με την εισαγωγή των προϊόντων τους.
Οι όποιες επενδύσεις εσωτερικής κατανάλωσης που χρειάζονται, θα πρέπει να γίνονται από Έλληνες κάτοικους αυτής της χώρας, έτσι ώστε να μην δυσχεραίνεται το εμπορικό μας ισοζύγιο. Τούτο επιτυγχάνεται από την κατάλληλη κυβερνητική πολιτική.
Οι Έλληνες εφοπλιστές, οι μεγάλοι αυτοί πατριώτες αλλά τόσο παρεξηγημένοι, μπορούν και πρέπει να υποκαταστήσουν τους όποιους ξένους επενδυτές, παρακινώντας τους με απλές, σίγουρες αλλά και αποτελεσματικές ενέργειες. Κάτι τέτοιο επιτυγχάνεται με την δημιουργία ενός προστατευτικού νόμου, ανάλογου αυτού του Ν.2687/1953, με τον οποίο κατοχυρωνόταν οι όροι νηολόγησης και λειτουργίας ενός πλοίου για όλη τη διάρκεια της ζωής του υπό ελληνική σημαία, με απόφαση των συναρμοδίων υπουργών και δημοσίευσής τους σε ΦΕΚ.
Έτσι εμπεδώθηκε η εμπιστοσύνη των ξένων κυρίως Τραπεζών, οι οποίες δανειοδοτούσαν τους Έλληνες εφοπλιστές και αναπτύχθηκε έτσι η μεγάλη Ελληνική Εμπορική Ναυτιλία σε πρώτη δύναμη στον κόσμο. «Περί προστασίας κεφαλαίων εξωτερικού», επιγραφόταν εκείνος ο νόμος.
Ο εθνάρχης Κωνσταντίνος Καραμανλής, όταν ανέλαβε ξανά την εξουσία το 1974, με τη σοφία και προβλεπτικότητά του, ενέταξε το πνεύμα του εν λόγω νόμου, στο άρθρο 107 του Συντάγματος, όπου στην παράγραφο (1), εδάφιο πρώτο, αναφέρει: «1.- Η πριν από την 21 Απριλίου 1967νομοθεσία με αυξημένη τυπική ισχύ για την προστασία κεφαλαίων εξωτερικού διατηρεί την αυξημένη τυπική ισχύ που είχε και εφαρμόζεται και στα κεφάλαια που θα εισέρχονται στο εξής».
Δεν ξέρω πόσοι γνωρίζουν την συνταγματική αυτή πρόβλεψη και αν ποτέ η όποια κυβέρνηση αποφάσισε να την προβάλει και να επιτύχει μεγάλες επενδύσεις από αυτή, αλλά είναι ώρα, όχι μόνο να την αξιοποιήσει, αλλά ενδεχομένως και να την επεκτείνει με έναν απλό νόμο και για μεγάλα κεφάλαια εσωτερικού. Σε μια τέτοια περίπτωση, είναι βέβαιο ότι θα έχουμε ένα μεγάλο «μπουμ» επενδύσεων.
Όσον αφορά τις μικρότερες επενδύσεις, είναι ευνόητο ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί κάποιο ανάλογο ελκυστικό σταθερό περιβάλλον, απαλλαγμένο από γραφειοκρατικές και λοιπές αποτρεπτικές παθογένειες του δημοσίου. Όπου υπάρχει κατάλληλος Έλληνας επενδυτής, που όμως δεν διαθέτει αρκετά κεφάλαια, θα πρέπει να γίνεται με τη σύμπραξη του Δημοσίου (ΣΔΙΤ) ή με μια κρατική Τράπεζα, ή μια Επενδυτική Τράπεζα που πρέπει να ιδρυθεί, με ανάλογο νόμο που να την υποχρεώνει να συμπράττει, αν βέβαια η επένδυση κριθεί καλή και κερδοφόρα από μια ανεξάρτητη επιτροπή ειδικών.
Στη σύμπραξη αυτή, είτε με το Δημόσιο είτε με την Τράπεζα, θα προβλέπεται στη σύμβαση ότι ο ιδιώτης επενδυτής θα έχει το δικαίωμα να εξαγοράσει σταδιακά ή στο σύνολο, τη συμμετοχή του Δημοσίου ή της Τράπεζας, στην τιμή κτήσεως.
Υπάρχουν λαμπρά μυαλά σε αυτή τη χώρα που έχουν σπουδαίες ιδέες και ικανότητες να τις εκτελέσουν, που τους λείπει όμως το κεφάλαιο.
Αυτές οι περιπτώσεις θα πρέπει να εξετάζονται από αυτή την ανεξάρτητη επιτροπή ειδικών και να ενισχύονται όσο και όπως χρειάζεται από την κρατική Τράπεζα για την υλοποίηση της ιδέας/επένδυσης, έτσι ώστε να μην χάνονται οι αξιόλογες αυτές ιδέες και να μην ξενιτεύονται ή να αχρηστεύονται τα λαμπρά μυαλά που έχουμε σε περίσσευμα στη χώρα μας, όπως γίνεται στην Αμερική ή ακόμη και στην Ελληνική Εμπορική Ναυτιλία. Με αυτό τον τρόπο δεν θα χρειαζόμαστε ποτέ ξένους επενδυτές για επενδύσεις εσωτερικής κατανάλωσης και όχι μόνο.
Ας μελετηθούν τα πιο πάνω προσεκτικά από τους αρμόδιους, πέρα και πάνω από κάθε ιδεοληπτική πέδηση της προσπάθειας και είναι βέβαιο ότι η Ελλάδα μας θα γίνει πράγματι μια αυτόνομη και δυνατή οικονομικά χώρα, παίρνοντας τη θέση που της ανήκει στην Ευρώπη και όχι μόνο.