Με τη θέση του Γερμανού υπουργού Εσωτερικών Τόμας Ντε Μεζιέρ σχετικά με τη δυνατότητα επιστροφής προσφύγων από τη Γερμανία στην Ελλάδα ταυτίζεται η Κομισιόν, όπως προκύπτει από τις δηλώσεις τη Δευτέρα της εκπροσώπου της Ευρωπαϊκης Επιτροπής, αρμόδιας για θέματα Μετανάστευσης, Νατάσας Μπερτό.

Κληθείσα να σχολιάσει τις αναφορές Ντε Μεζιέρ στην Κυριακάτικη Welt ότι «κάναμε πολλά στη Ευρώπη για να βελτιώσουμε την κατάσταση στην Ελλάδα. Αυτό θα πρέπει να έχει συνέπειες και να οδηγήσει στο να μπορούν να σταλούν πίσω στην Ελλάδα πρόσφυγες σύμφωνα με τον Κανονισμό του Δουβλίνου...» η κυρία Μπερτό διευκρίνισε ότι ναι μεν ο κανονισμός του Δουβλίνου για τους πρόσφυγες αναθεωρείται, αλλά έως ότου αυτό συμβεί, οι ελληνικές Αρχές οφείλουν να εφαρμόσουν τον υφιστάμενο.

«Η ιδέα να φέρουμε την Ελλάδα πίσω στα στάνταρ της Συνθήκης του Δουβλίνου μέχρι το τέλος του έτους δεν είναι καινούργια, αναμένουμε μια έκθεση προόδου ως το τέλος του μήνα για αυτό το σκοπό», δήλωσε η εκπρόσωπος Τύπου από τη Γαλλία.

Η Συνθήκη του Δουβλίνου προβλέπει την επιστροφή μεταναστών και προσφύγων που βρίσκονται χωρίς τα απαραίτητα έγγραφα που να δικαιολογούν την παραμονή τους, στο κράτος μέλος από το οποίο εισήλθαν αρχικά στην ΕΕ.

Από το 2011 όμως, τα Κράτη Μέλη δεν έχουν τη δυνατότητα να επιστρέψουν μη καταγεγραμμένα άτομα στην Ελλάδα, έπειτα από δύο αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που διαπίστωσε «δομικές ελλείψεις στο ελληνικό σύστημα ασύλου».

Για το ζήτημα αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε συντάξει μια Σύσταση στην Ελλάδα από τις 10 Φεβρουαρίου 2016, με τα απαραίτητα μέτρα που πρέπει να λάβει για να ξαναρχίσουν οι μεταφορές από την ΕΕ.

Την ίδια στιγμή όμως, η διαδικασία των μετεγκαταστάσεων προσφύγων από την Ελλάδα και την Ιταλία στα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης κινείται με ρυθμούς χελώνας. Απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου για αυτό το θέμα, η Νατάσα Μπερτό τόνισε πως ο Επίτροπος Μετανάστευσης Δημήτρης Αβραμόπουλος έχει στείλει επιστολές στους Υπουργούς Εσωτερικών όλης της ΕΕ στις 20 Ιουλίου 2016, εκφράζοντας την ανάγκη για αύξηση της πρόοδού στις μετεγκαταστάσεις και για να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.