Από την πλευρά του, την ίδια μέρα, ο Γιάννης Πρετεντέρης, στα «Νέα Σαββατοκύριακο», με τη γνωστή καυστική πένα του, υπό τον τίτλο: «Ψάχνει για κορόιδα» αναφερόταν στην «κωλοτούμπα» του Αλ. Τσίπρα, μετά το δημοψήφισμα – ιλαροτραγωδία του Ιουλίου 2015 και μεταξύ άλλων έγραφε:
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
«Προφανώς θέμα παραμονής στο ευρώ δεν υπήρχε τότε παρά μόνο στη φαντασία κάποιων μετά Χριστόν σωτήρων, όπως ο Γιούνκερ, ο Μοσκοβισί ή ο Ολάντ.
Την επομένη του δημοψηφίσματος, ο Τσίπρας θα έκανε ούτως ή άλλως την κωλοτούμπα όχι για να σώσει την Ελλάδα ή το ευρώ αλλά για να σώσει τον εαυτό του.
Έγκυροι νομικοί της απολύτου εμπιστοσύνης του τον είχαν προειδοποιήσει πως η έξοδος της χώρας από το ευρώ ανοίγει την πόρτα του Ειδικού Δικαστηρίου για τον ίδιο.
Δεν θέλει άλλωστε και πολύ μυαλό για να το καταλάβεις.
Το ζήτημα λοιπόν δεν ήταν αν θα στρίψει ο τότε πρωθυπουργός. Αλλά πώς θα στρίψει χωρίς εισιτήρια ή πώς θα προσγειωθεί με δίχτυ ασφαλείας.
Και όχι στην Ευρώπη αλλά στην Ελλάδα.
Με προτροπή του Ολάντ που κατάλαβε τη δυσκολία, με τη συνδρομή του Προέδρου της Δημοκρατίας και στο όνομα ενός κινδύνου που απειλούσε μόνο την κυβέρνησή του, ο τότε πρωθυπουργός χειραγώγησε τους αρχηγούς της αντιπολίτευσης (Μεϊμαράκη, Γεννηματά, Θεοδωράκη...) ώστε χωρίς όφελος για τους ίδιους να μοιραστούν το κόστος της κωλοτούμπας μαζί του.
Έψαξε δηλαδή για κορόιδα. Και βρήκε κορόιδα.
Έκτοτε η αναζήτηση κορόιδων αποτέλεσε μόνιμο στοιχείο της πολιτικής του. Στις αξιολογήσεις, στους μνημονιακούς νόμους, στις τηλεοπτικές άδειες, στις Πρέσπες, έψαχνε πάντα να βρει εκείνους που θα μοιραστούν το κόστος μαζί του.
Καμιά φορά το πέτυχε, άλλοτε όχι.
Αλλά κάποια στιγμή τον πήραν χαμπάρι. Κι ακριβώς επειδή τον έχουν πάρει χαμπάρι, του είναι δύσκολο να οικοδομήσει σχέσεις συνεννόησης κι εμπιστοσύνης με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, ακόμη κι όταν είναι ειλικρινής απέναντί τους. Δεν τον εμπιστεύονται».
Θα προσθέταμε ότι σήμερα, όπως καλά γνωρίζουμε, δεν τον εμπιστεύονται ούτε οι τότε έξω φίλοι του, οι οποίοι όμως έτσι κι αλλιώς δεν έχουν πλέον τις εξουσίες που κατείχαν. Κατά συνέπεια το ειδικό βάρος του πρώην πρωθυπουργού στην Ευρώπη είναι σοβαρότατα ...αποδυναμωμένο, γεγονός όχι ιδιαίτερα γνωστό.
Και στο εσωτερικό πολιτικό τοπίο όμως, ο Αλέξης Τσίπρας είναι ένας ξεπερασμένος και γρήγορα φθαρμένος πολιτικός.
Είναι ένα γερασμένο και ανεπίδεκτο μαθήσεως άτομο, ανίκανο για οποιαδήποτε θετική προσφορά στη χώρα και την ανάπτυξή της.
Ως άνθρωπος ενός παρελθόντος που βρικολάκιασε, ο επικεφαλής του Σύριζα δεν έχει άλλη πολιτική και πολιτισμική κληρονομιά, από αυτή των Δεκεμβριανών, του σταλινισμού και της εμφυλιοπολεμικής ρητορικής.
Δεν ενδιαφέρεται ούτε για το αύριο της χώρας στον σημερινό μεταβαλλόμενο κόσμο, ούτε για την τεράστια πολιτιστική της κληρονομία και τη γεωπολιτική της σημασία, αλλά ούτε και για την ταχύτατη προσαρμογή της στην αποκαλούμενη 4η βιομηχανική επανάσταση.
Είναι με πιο απλά λόγια ανίκανος να συλλάβει την πραγματικότητα. Συνεπώς, όχι μόνον δεν εκφράζει το μέλλον αλλά επιπλέον το συσκοτίζει.
Σε καμία περίπτωση, λοιπόν, ο Αλέξης Τσίπρας δεν μπορεί να είναι ο ηγέτης μιας ανανεωμένης και απαλλαγμένης από φαντάσματα κεντροαριστεράς.
Την ώρα της ψηφιακής οικονομίας, της ανάδειξης των γνώσεων σε πρώτη ύλη, της κλιματικής αλλαγής και της τεράστιας ροής ανθρώπων, κεφαλαίων και πληροφοριών ανά τον κόσμο, είναι δυνατόν η χώρα να εναποθέτει τις ελπίδες της σε ανθρώπους του μίσους, της αμάθειας και του φθηνού λαϊκισμού; Γι’ αυτό εναγωνίως ψάχνει για νέα κορόιδα...