Μπορεί η πρόσφατη επίσκεψη του προέδρου της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν να άφησε μια πικρή γεύση αφού για μια ακόμη φορά ήρθαμε αντιμέτωποι και μάλιστα εντός του οίκου μας, με τις αναθεωρητικές θέσεις του ως προς τα θέματα του Αιγαίου, μέσω της κατ’ αυτόν αναγκαιότητας επικαιροποίησης της Συνθήκης της Λωζάνης, και ως προς την Μουσουλμανική μειονότητα στην Θράκη.

Η δε ανοικτή αντιπαράθεση με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Προκόπη Παυλόπουλο δεν άφησε τις καλύτερες εντυπώσεις καθότι σε τέτοιου είδους επίσημες επισκέψεις είθισται να μην προβάλλονται δημόσια, και μάλιστα με κλιμακούμενη ρητορική, οι αντιπαραθέσεις των δύο μερών.

Του Κ.Ν. Σταμπολή*

Όμως, όπως σημείωναν πολιτικοί αναλυτές, η όλη επίσκεψη απεδείχθη εξαιρετικά χρήσιμη καθότι διελύθησαν αρκετές από τις ψευδαισθήσεις που τρέφει η κυβέρνηση περί δήθεν εποικοδομητικού ρόλου της χώρας μας στην προσπάθεια της Τουρκίας να εξέλθει από την διεθνή απομόνωση της με την επίσκεψη Ερντογάν στην Ελλάδα να εντάσσεται σε αυτή την λογική.

Και άρα στο πλαίσιο μιας τέτοιας διαμεσολάβησης, όπως υπονοούν οι χειρισμοί της κυβέρνησης, θα ήτο δυνατό να διαπραγματευτούμε μια υποχώρηση της Τουρκίας από τις ανεδαφικές διεκδικήσεις της περί γκρίζων ζωνών στο Αιγαίο (όπου η Τουρκία διεκδικεί την κυριαρχία ενός ακαθόριστου αριθμού νησίδων) ή ακόμη και την άρση του casus belli στην περίπτωση που η Ελλάδα προχωρήσει με το διεθνές κατοχυρωμένο δικαίωμά της στην επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 ναυτικά μίλια.

Ασφαλώς τίποτα από αυτά δεν πρόκειται να γίνει γιατί κατέστη απόλυτα σαφές από την επίσκεψη Ερντογάν ότι η Τουρκία παραμένει ανυποχώρητη σε όλες τις μέχρι σήμερα διεκδικήσεις της, και άρα το θέμα είναι εμείς πως αντιδράμε και πως αντιμετωπίζουμε την όλη κατάσταση εν όψει συνεχιζόμενων προκλήσεων τόσο στην θάλασσα όσο και στον αέρα.

Στο πλαίσιο αυτό, δηλαδή της επιβεβλημένης Ελληνικής αντίδρασης, απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο, ένας μεγάλος αριθμός αναλυτών και μελετητών υποστηρίζουν με σθένος και πληθώρα επιχειρημάτων την ανακήρυξη ΑΟΖ σε όλο το Αιγαίο, καθότι, με αυτό τον τρόπο η Ελλάδα όχι μόνο θα ξεκαθαρίσει τις θέσεις της ως προς την υφαλοκρηπίδα αλλά μέσω αυτής της κίνησης θα συνενώνετο πλέον η Ελληνική οικονομική ζώνη με την αντίστοιχη της Κύπρου και άρα θα ενισχύετο η γεωπολιτική θέση της χώρας.

Ακόμη, υποστηρικτές της άμεσης ανακήρυξης ΑΟΖ παρατηρούν ότι η Ελλάδα δεν έχει μέχρι σήμερα προχωρήσει σε έρευνες υδρογονανθράκων επειδή δεν έχει ανακηρύξει ΑΟΖ ,παραθέτοντας μάλιστα το παράδειγμα της Κύπρου η οποία ήδη από το 2007 έχει οριοθετήσει τα θαλάσσια σύνορα της με τις πέριξ χώρες, πράγμα που της επέτρεψε να προχωρήσει στην οργάνωση τριών μέχρι σήμερα επιτυχών διεθνών διαγωνισμών (International rounds). Όμως η γεωγραφία και γεωμορφολογία της Κύπρου, που περιβάλλεται από μια ανοικτή θάλασσα, είναι τελείως διαφορετική από αυτήν του Αιγαίου η οποία παραμένει μια περίκλειστη θάλασσα με εκατοντάδες νησιά, νησίδες και βραχονησίδες.

Αλλά η ανακήρυξη ΑΟΖ εδώ και τώρα μόνο στοιχεία εντυπωσιασμού περιέχει και ουδόλως εξυπηρετεί τα εθνικά συμφέροντα καθότι όχι μόνο δεν θα αποτρέψει την Τουρκική επιθετικότητα η οποία αναμφίβολα θα κλιμακωθεί, αλλά θα υποχρεώσει την Ελλάδα σε μια διαρκή εμπλοκή προς απόκρουση κάθε νέας αμφισβήτησης.

Η δε αναστάτωση που θα προκληθεί από τις Τουρκικές αντιδράσεις κάθε άλλο παρά θα βοηθήσει την προσπάθεια που καταβάλλει τελευταία η χώρα μας, μετά από μια 15ετη περίοδο ανεξήγητης αποχής, να προχωρήσει συστηματικά σε έρευνες υδρογονανθράκων προσελκύοντας σοβαρούς ξένους επενδυτές αλλά θα δημιουργήσει σοβαρές επιπλοκές.

Επιπλέον, όπως εξηγούμε κατωτέρω δεν απαιτείται η ανακήρυξη ΑΟΖ προκειμένου να πραγματοποιηθούν έρευνες υδρογονανθράκων.

Ως γνωστό, η Ελλάδα μέσα από προσεκτικά βήματα και έναν έξυπνο σχεδιασμό προχώρησε το καλοκαίρι του 2014 στον Β΄ Διεθνή Γύρο παραχωρήσεων σε όλο το εύρος και μήκος της Δυτικής Ελλάδας αλλά και σε όλο το εύρος και πλάτος νότια της Κρήτης, από Δυτικά μέχρι το ανατολικότερο σημείο, έχοντας προηγουμένως βάσει των προβλέψεων του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας (UNCLOS) ανακοινώσει με λεπτομέρεια τις συντεταγμένες των προς εκχώρηση θαλάσσιων περιοχών.

Εάν παρατηρήσουμε δε αυτές τις περιοχές στον χάρτη θα διαπιστώσουμε ότι το περίγραμμα τους, δυτικά και νότια, ακολουθεί κατά γράμμα την χάραξη της ΑΟΖ έτσι που δεν είναι καθόλου ανακριβές ή υπερβολικό να πούμε ότι η Ελλάδα διαθέτει σήμερα de facto ΑΟΖ στο Ιόνιο και στο Μυρτώο πέλαγος.

Της ανακοίνωσης στα Ηνωμένα Έθνη ακολουθήσε ο διεθνής διαγωνισμός του Α’ εξαμήνου του 2015 ενώ ενωρίτερα εφέτος υπεγράφησαν οι πρώτες συμβάσεις παραχώρησης με κοινοπραξίες όπου εκτός των ΕΛΠΕ συμμετείχαν γνωστές ξένες εταιρείες (Total, Edison) ενώ πριν λίγες εβδομάδες προκηρύχθηκε νέος διαγωνισμός για τις περιοχές νότια της Κρήτης, μετά από επίσημο ενδιαφέρον που εξέφρασαν οι ExxonMobile, Total και ΕΝΙ, δηλαδή από τις μεγαλύτερες εταιρείες πετρελαίου στον κόσμο.

Έτσι με την διεξαγωγή των ανωτέρων ερευνών η Ελλάδα όχι μόνο ασκεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα αλλά δίδει πλέον το σήμα στην διεθνή πετρελαϊκή κοινότητα ότι αυτή είναι η χώρα που αδειοδοτεί τις συγκεκριμένες περιοχές ερευνών.

Ακολουθώντας την ίδια μεθοδολογία η Ελλάδα μπορεί να προχωρήσει τμηματικά στην κατοχύρωση νέων ερευνητικών περιοχών σε τοποθεσίες με ερευνητικό και γεωλογικό ενδιαφέρον, όπως λχ στο Βόρειο Αιγαίο και στα Δωδεκάνησα.

Στην περίπτωση της Δυτικής Ελλάδας και Νότια της Κρήτης μέχρι στιγμής δεν έχουν υπάρξει αντιδράσεις από την Τουρκία, όπως λχ έγιναν στην Κύπρο όπου η Άγκυρα αμφισβητεί απροκάλυπτα τα δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας να ορίζει ΑΟΖ και να εξασκεί τα δικαιώματά της με την διενέργεια ερευνών και αύριο παραγωγής φ. αερίου.

Βάσει αυτής της λογικής και εν όψη των μέχρι σήμερα Τουρκικών διεκδικήσεων, εάν η Ελλάδα προχωρήσει στην ανακήρυξη ερευνητικών περιοχών στο Αιγαίο είναι απόλυτα βέβαιο ότι όχι μόνο θα υπάρξουν έντονες διαμαρτυρίες από τη γείτονα αλλά θα πρέπει να αναμένονται ακόμα και στρατιωτικές προκλήσεις.

Θα πρέπει όμως να λάβουμε υπ’ όψη ότι οι διεθνείς συσχετισμοί ισχύος και η πλήρης αναγνώριση και επικράτηση του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας, δεν ευνοούν πλέον την Τουρκία η οποία εάν επιχειρήσει να προσφύγει νομικά θα υποχρεωθεί, από τον ΟΗΕ να καταθέσει προσφυγή στο Διεθνές Ναυτικό Δικαστήριο του Αμβούργου, το οποίο και είναι το κατ’ εξοχήν εξουσιοδοτημένο όργανο από τα Ηνωμένα Έθνη να εκδικάζει τέτοιου είδους υποθέσεις.

Με συνεχιζόμενη όμως εμμονή της Τουρκίας να μην αναγνωρίζει την UNCOS θεωρείται απίθανο η γείτονα να καταφύγει σε διεθνή ένδικά μέσα για αυτό και το πλέον πιθανό είναι ότι θα επικεντρωθεί σε συνεχείς προκλήσεις παραβίασης χωρικών υδάτων και εναέριου χώρου σε ένα κλιμακούμενο πόλεμο νεύρων.

Για αυτό η απάντηση στην Τουρκική επιθετικότητα και τις εδαφικές προκλήσεις πρέπει να είναι η προσεκτική και όσο το δυνατό αθόρυβη με στόχο την εξασφάλιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, μέσω όλων των δυνατοτήτων που μας προσφέρει το Διεθνές Δίκαιο και η Κοινοτική Νομοθεσία με παράλληλη ενίσχυση των κρατικών δομών και οργάνων όπως είναι η ΕΔΕΥ που είναι επιφορτισμένη με το σύνθετο έργο οργάνωσης, συντονισμού και επίβλεψης των ερευνών.

Το παράδειγμα της κατοχύρωσης των δικαιωμάτων έρευνας στην Δυτική Ελλάδα και Κρήτη και η καθιέρωση ζώνης αλιείας 12 μιλίων, βάση εισήγησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αποτελούν δύο επιτυχημένα υποδείγματα και δείχνουν το δρόμο που μπορεί και πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα στο Αιγαίο.

Ένα ακόμα σημαντικό βήμα στο οποίο δύσκολα μπορεί να αντιδράσει η Άγκυρα θα ήτο η τμηματική επέκταση των χωρικών μας υδάτων μέχρι τα 12 μίλια σε Ήπειρο, Στερεά Ελλάδα, Πελοπόννησο και Κρήτη, περιοχές οι οποίες καλύπτονται ήδη από τις συντεταγμένες των ανακηρυγμένων ερευνητικών περιοχών.

Με αυτό το σκεπτικό θα μπορούσε να ακολουθήσει σταδιακά η επέκταση των χωρικών μας υδάτων μέχρι τα 12 μίλια και σε Αττική, Ανατολική Στερεά, Εύβοια, Θεσσαλία, Μακεδονία και Θράκη.

*Αντιπρόεδρος και Εκτελεστικός Διευθυντής, Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ)