Οι κυβερνώντες του ΣΥΡΙΖΑ έχουν την μοναδικότητα να δημιουργούν με τις ενέργειές τους διάφορες κρίσεις και εν συνεχεία ακροβατώντας σε τεντωμένο σχοινί και με μια εντυπωσιακή κωλοτούμπα (που θα ζήλευε και ο Πετρούνιας) να προσγειώνονται σε στέρεο έδαφος «διασώζοντας» ποτέ την Ελλάδα (από οικονομικό, αθλητικό ή άλλο Grexit ) και άλλοτε την κοινωνία από συγκρούσεις, όπως στην περίπτωση του μαθήματος των θρησκευτικών. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις βεβαίως πανηγυρίζουν ότι με τους επιδέξιους χειρισμούς τους απέφυγαν τα χειρότερα.

Ο Αρχιεπίσκοπος κέρδισε χρόνο και ο κ.Τσίπρας απέφυγε ένα επιπλέον πολιτικό κόστος σε μια δύσκολη συγκυρία. Είναι όμως ανακριβές και άδικο να επιρρίπτεται προσωπική ευθύνη στον υπουργό παιδείας για τις μεθοδεύσεις του να μετατρέψει το μάθημα των θρησκευτικών από υποχρεωτικό ομολογιακού χαρακτήρα της Χριστιανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας μάθημα σε μάθημα θρησκειολογίας. Δηλαδή σε μάθημα που εξετάζει όλες τις θρησκείες σαν ιστορικό θέμα και κοινωνικό φαινόμενο, εξισώνοντας μάλιστα όλα τα χριστιανικά δόγματα και τις λοιπές θρησκείες.

Του Λάμπρου Ροϊλού*

Αυτό, διότι στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ στην ΕΝΟΤΗΤΑ Γ΄ (ΚΡΑΤΟΣ-ΔΗΜΟΣΙΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΙ ΘΕΣΜΟΙ) ΣΤΟΧΟΣ 20, αφού αναφέρεται στην ανάγκη χωρισμού εκκλησίας και κράτους με αναθεώρηση του άρθρου 3.1 του συντάγματος -λόγω «της παρέμβασης της εκκλησίας στα πράγματα της δημοκρατικής πολιτείας και της διαπλοκής της με το κράτος … και της παθογένειας αυτής της σύμφυσης»- θέτει σαν συναφείς στόχους, μεταξύ άλλων

«(α) την κατάργηση του υποχρεωτικού εκκλησιασμού και της πρωινής προσευχής στο σχολείο,

(β) την κατάργηση του μαθήματος των θρησκευτικών και την αντικατάστασή του από μάθημα επιστημονικού και όχι κατηχητικού προσανατολισμού, στο πλαίσιο του οποίου θα διδάσκεται η αναγκαία γνώση περί της ιστορίας και της φιλοσοφίας των θρησκειών του κόσμου.». Με απλά λόγια θα έχει σαν στόχο τον ξεριζωμό του ορθόδοξου χριστιανικού θρησκευτικού φρονήματος των Ελλήνων από τις μελλοντικές γενιές.

Σε επίρρωση των θέσεων αυτών ο κ.Τσίπρας σε 2 επιστολές του προς τους αποφοίτους- μεταπτυχιακούς και τελειόφοιτους θεολογικής σχολής του ΑΠΘ με ημερομηνίες 2/6/2009 και 10/6/2009, αναφέρει ότι συμφωνεί και αντιπροσωπεύεται απόλυτα από τις θέσεις αυτές, διευκρινίζοντας περαιτέρω ότι: «Διεκδικούμε την εξίσωση όλων των θρησκευτικών δογμάτων» «θεωρούμε απαράδεκτη την υποχρεωτική μορφή του μαθήματος των θρησκευτικών, … τον εκκλησιασμό και την υποχρεωτική πρωινή προσευχή στα σχολεία» ….

Αναφέρεται στην αντικατάσταση του μαθήματος των θρησκευτικών από «…μάθημα θρησκειολογίας επιστημονικού προσανατολισμού στο πλαίσιο του οποίου οι μαθητές θα έχουν τη δυνατότητα από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού … της γνώσης περί ιστορίας και φιλοσοφίας των θρησκειών του κόσμου με στόχο την πολύπλευρη καλλιέργεια … μακριά από καταναγκασμούς να επιλέξουν ή όχι εντρύφηση σε θρησκευτικά δόγματα μέσω κατηχητικών σχολείων και της βιβλιογραφίας των εκκλησιών των διαφόρων δογμάτων που υπάρχουν στην Ελλάδα και τον κόσμο …».

Τα εύλογα ερωτήματα/ αντιρρήσεις που γεννιούνται από τις πιο πάνω τοποθετήσεις (αφήνοντας κατά μέρος την αντισυνταγματικότητα των θέσεων αυτών και την σύγκρουσή τους με τη χριστιανική παράδοση του έθνους μας, τα οποία είναι αυτονόητα και χιλιοειπομένα) είναι:

1. Είναι σε θέση 6χρονα έως 10χρονα παιδάκια του δημοτικού να αντιληφθούν και να επιλέξουν θρησκευτικά δόγματα ή θέση αθεΐας και με τι κριτήρια; Μπορούν αυτά να κρίνουν τι εν γένει μαθήματα και πώς πρέπει να τα διδαχθούν; Ακόμα και οι γονείς τους μπορεί να αφεθούν να κρίνουν αν το παιδί τους θα διδαχθεί αρχαία, φυσική ή οποιοδήποτε άλλο μάθημα; Δεν είναι χρέος της κοινωνίας και της πολιτείας να το κρίνει αυτό; Εξάλλου πως θα είναι δυνατόν να βρεθεί χρόνος και χρήμα να παρακολουθούν εξωσχολικά κατηχητικά;

2. Όταν τους παρουσιάζονται οι θρησκείες σαν παρωχημένα κοινωνικά φαινόμενα ή σαν ιστορικές συμφορές (βλ. ιερά εξέταση, σταυροφορίες, σύγχρονη τρομοκρατία από ισλαμιστές κ.λπ.) που ανάγονται στην διεστραμμένη (λόγω ανθρωπίνων αδυναμιών) ανθρώπινη συμπεριφορά ορισμένων, χωρίς να τους παρουσιάζεται η Χριστιανική διδασκαλία στην ουσιαστική της μορφή και με ομολογιακό τρόπο, τότε θα οδηγηθούν στην αθεΐα, από την οποία άλλωστε εμφορείται η πλειονότητα των κυβερνώντων του ΣΥΡΙΖΑ.

3. Εάν π.χ. τα θαύματα του Χριστού δεν παρουσιαστούν στα παιδάκια σαν αληθινά θαύματα ώστε να τους τονώσουν την πίστη και την ελπίδα σε ένα ηθικώτερο αύριο ή ακόμα και σαν προσδοκία για μια μετά θάνατον ζωή. Εάν τα θαύματα αυτά τους παρουσιαστούν σαν ένα κοινωνικό, ιστορικό φαινόμενο πίστης κάποιων που δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα. Αν δεν τους εμπεδωθεί η πίστη ότι η προτροπή σε βοήθεια και αγάπη του πλησίον, ακόμα και των εχθρών, αποτελεί προτροπή ενός Θεανθρώπου και όχι απλή αναφορά των αρχών του Χριστιανισμού.

Αν η μεταδιδόμενη στα παιδιά γνώση π.χ. των δέκα εντολών της Π.Δ. δεν περιλαμβάνει την πίστη ότι πρόκειται για Θεία εντολή, αλλά απλώς τους παρουσιάζεται σαν ένα ιστορικό γεγονός μιας κάποιας θρησκείας. Τότε τι ψυχικό κόσμο θα αναπτύξουν αυτά τα παιδιά χωρίς πίστη και ελπίδα σε μια Θεία παρέμβαση, χωρίς -το κυριώτερο- ηθικές αναστολές κατά πειρασμών και αντικοινωνικών συμπεριφορών και εγκλημάτων. Περαιτέρω αυτά σαν γονείς μετά από 20-30 χρόνια με τι αρχές και κριτήρια θα κατευθύνουν τα δικά τους παιδιά;

Η πίστη σε μια υπερφυσική οντότητα, στην οποία ο άνθρωπος μπορεί να βρει στήριγμα και ψυχικό απόθεμα. Η παρηγοριά και η ελπίδα για μια μετά θάνατον ζωή, πρέπει και μπορεί μόνον να εμφυσηθεί μέσω μιας ομολογιακού χαρακτήρα παιδείας θρησκευτικών από την παιδική ηλικία, -όπως συνέβη για όλους εμάς-, άλλο αν πολλοί για διάφορους λόγους (σε ώριμη πια ηλικία) την απεμπόλησαν.

Κανένας δεν τους εμπόδισε σε αυτό και είχαν πλήρη ελευθερία να το κάνουν όταν είχαν συνείδηση της αποφάσεως αυτής, επομένως κανένα δικαίωμα δεν θίγεται. Οι γονείς που θα αντιτίθενται στα διδασκόμενα θρησκευτικά ας νουθετήσουν στο σπίτι αλλιώς τα παιδιά τους στην αθεΐα ή σε άλλη θρησκεία.

Σε μια δημοκρατία υπάρχει σεβασμός στις μειονότητες αλλά αυτές δεν μπορεί να επιβάλλονται στην πλειοψηφία. Στόχος του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και των κινούντων τα νήματα της παγκοσμιοποίησης δεν είναι το μάθημα αλλά μια άθεη κοινωνία, γιατί μια θρησκεία είναι ανάχωμα και πόλος συσπείρωσης αντιδρώντων στην απολυταρχία και στον υλισμό.

Ένα αγαθό πνεύμα θα περίμενε από τους Έλληνες αριστερούς να αναγνωρίζουν τον Χριστό και τη διδασκαλία του σαν ίνδαλμα της ιδεολογίας τους και όχι σαν αποδιοπομπαίο τράγο της ιδεοληψίας τους. Γιατί μήπως δεν επαγγέλλονται όπως ο Χριστός την ισότητα όλων και μια αταξική κοινωνία;

Δεν προάγουν την μεταξύ τους αλληλοβοήθεια αυτοαποκαλούμενοι «σύντροφοι», όταν ο Χριστός δίδασκε το αγαπάτε αλλήλους και τον πλησίον σας; Δεν περιφρονούν την αριστεία και την πρωτιά, όταν ο Χριστός κήρυττε ότι «μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι»; Και ότι «οι έσχατοι έσσονται πρώτοι»; Η μεγάλη βέβαια ειδοποιός διαφορά είναι ότι αυτοί σε Θεό δεν πιστεύουν, μήτε θεούς και δαίμονες φοβούνται (σέβονται) …

*Συντ. Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω/Συγγραφέας