Το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα ενηλικιώθηκε και αν θέλει να προχωρήσει είναι απαραίτητη πλέον η οικονομική μεταρρύθμιση της ευρωζώνης.

Η ενιαία ευρωπαϊκή αγορά γίνεται 27 χρονών φέτος και η περίφημη οικονομική και νομισματική ένωση (Ο.Ν.Ε.) που τη συνόδευσε επτά χρόνια αργότερα, συμπλήρωσε 20 χρόνια. Το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα έκτοτε αποτελεί μια παγκόσμια νομισματική πραγματικότητα, η οποία όμως είναι απαραίτητο να αποκτήσει και το δεύτερο σκέλος της, που είναι η οικονομική διάστασή της. Και είναι απαραίτητη η οικονομική διάσταση, διότι το ευρώ, είναι σήμερα το μοναδικό νόμισμα στον κόσμο που εκδίδεται και κυκλοφορεί χωρίς πολιτική εξουσία πίσω του.

Του Αθ. Χ. Παπανδρόπουλου

Κατά συνέπεια στην σημερινή παγκόσμια συγκυρία όπου προστατευτισμοί και νομισματικές αναταράξεις επανέρχονται στο προσκήνιο,το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα δεν νοείται να εξαρτάται μόνο από την ευφυϊας και τις ικανότητες του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Ως γνωστόν, την 1η Ιανουαρίου 1999, έντεκα χώρες – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο της ενιαίας αγοράς (Συνθήκη του Μάαστριχτ) δημιούργησαν κοινό νόμισμα και δρομολόγησαν την οικονομική και νομισματική ένωσή τους υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Το εγχείρημα ήταν σοβαρότατο, γιαυτό κάποιοι προσπάθησαν να τουπονομεύσουν, ενώ άλλοι προέβλεπαν τα χειρότερα για το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.

Παρ’ολα αυτά,τις δύο δεκαετίες που ακολούθησαν η ευρωζώνη επεκτάθηκε και πλέον περιλαμβάνει 19 μέλη. Το ευρώ είναι το νόμισμα που χρησιμοποιούν καθημερινά 340 εκατομμύρια άνθρωποι. Οι νέοι του σήμερα, μία ολόκληρη γενιά, δεν έχει γνωρίσει άλλο νόμισμα πέραν του ευρώ και στο μυαλό τους δεν μπορούν να υπολογίσουν τις τιμές σε δραχμές, φράγκα ή μάρκα.

Πέρα όμως από αυτή τη διάσταση, σήμερα μεγάλες οικονομίες όπως της Κίνας έχουν σοβαρά αποθέματα σε ευρώ, γεγονός που φέρνει τη νομισματική Ευρώπη στη δεύτερη θέση παγκοσμίως, μετά τις Η.Π.Α. και το δολάριό τους.

Γίνεται αυτονόητο έτσι ότι το ευρώ και ο ρόλος του ξεπερνούν πολύ τις καφενειακές συζητήσεις για τη σοβαρότητα της ύπαρξης και κυκλοφορίας του.

Θα πρέπει επίσης οι διάφοροι βαρύγδουποι ειδικοί, νομπελίστες και μη οικονομολογούντες, να πληροφορηθούν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση χάρη στην ενιαία αγορά κα το κοινό νόμισμά της, τα 27 τελευταία χρόνια έχει πετύχει 2,2 τρισεκατομμύρια ευρώ οικονομίες σε τόκους και γραφειοκρατικές δαπάνες. Προφανώς δε, αυτός είναι ένας από τους λόγους της δημοφιλίας του ευρώ, παρά τις συνεχείς επιθέσεις που δέχεται.

Σύμφωνα με το Ευροβαρόμετρο του Νοεμβρίου 2018, 74 στούς 100 πολίτες της ευρωζώνης πιστεύουν πως το κοινό νόμισμα είναι καλό για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Παρά την κρίση και την άνθιση του ευρω-σκεπτικισμού σε καμία χώρα-μέλος δεν υφίσταται πλειοψηφία εναντίον του ευρώ.

Αυτό σημαίνει ότι το ενιαίο νόμισμα παρά τις σημαντικές ατέλειές του, παραμένει σοβαρό ενοποιητικό στοιχείο του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι,γι’αυτό κοντόθωροι Ευρωπαίοι και οικονομικοί ανταγωνιστές της ΕΕ προσπαθούν να το υπονομεύσουν. Εκμεταλλεύονται ετσι δομικές και θεσμικές αδυναμίες της ΟΝΕ,η οποία ονρως προσφέρεται σε κριτική.

Τα πρώτα χρόνια μετά την κυκλοφορία του το κοινό νόμισμα έμοιαζε να κάνει πραγματικότητα τις προσδοκίες των εμπνευστών του. Το εμπόριο, οι ροές κεφαλαίων και ο δανεισμός ανάμεσα στα μέλη της ευρωζώνης αυξήθηκαν με ραγδαίους ρυθμούς. Το κόστος δανεισμού – ακόμα και για κράτη της περιφέρειας όπως η Ελλάδα – συμπιέστηκε στα επίπεδα που απολάμβανε ο «πυρήνας».

Δυστυχώς όμως, οι χώρες αυτές, με πρώτη την δική μας χρησιμοποίησαν το ευρώ ως μέσο υπερκατανάλωσης παρά ως εργαλείο βελτίωσης της παραγωγής και τόνωσης της εξωστρέφειας. Από το τέλος του 1998 έως το 2009 κυκλοφορούσαν στην Ελλάδα πάνω από 700 δις. ευρώ κεφάλαια για στήριξη της οικονομίας, τα οποία σε ποσοστό 80% πήγαν στην κατανάλωση.

Έτσι, η κρίση του 2008, όπως ήταν επόμενο, άλλαξε τα δεδομένα και έφερε στην επιφάνεια τις δομικές αδυναμίες της ευρωζώνης. Οι διασυνοριακές ροές που χαρακτήρισαν την εποχή των «παχιών αγελάδων» «πάγωσαν» ή αντιστράφηκαν. Η διόγκωση του χρέους και η δημοσιονομική κακοδιαχείριση οδήγησαν χώρες όπως η Ελλάδα στο χείλος της πτώχευσης.

Χωρίς την νομισματική ελευθερία να υποτιμήσουν το νόμισμά τους οι πιεζόμενες χώρες κατέφυγαν στην λιτότητα και την εσωτερική υποτίμηση ώστε να αναβαθμίσουν την ανταγωνιστικότητά τους.

Στο πλαίσιο αυτό, η ευρωζώνη, το 2008 και στη συνέχεια, διασώθηκε μόνον χάρη στην παραβίαση των καταστατικών της αρχών και στην εξαιρετικά χαλαρή νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που συμπυκνώθηκε στην περίφημη φράση του διοικητή της, Μάριο Ντράγκι, ότι θα «κάνει οτιδήποτε χρειαστεί» προκειμένου αν διασώσει την ακεραιότητα του ευρώ.

Μέσα στην κρίση και εξαιτίας της έχουν γίνει πολλά. Όμως, η αρχιτεκτονική της ευρωζώνης παραμένει ημιτελής και γι΄αυτό η κρίση μπορεί να επανακάμψει ανά πάσα στιγμή.

Για το λόγο αυτό είναι καίριας σημασίας η επιτυχία της πρότασης Μακρόν για μεταρρύθμιση του νότου σε αντάλλαγμα για τη θεσμική ενίσχυση της ευρωζώνης από τον βορρά. Μόνον έτσι θα καταφέρει η πολιτική να επιβληθεί στην οικονομία.