Εάν είχε εφαρμοστεί η πολιτική του, δεν θα χρεοκοπούσαμε. Θα περιοριστώ σε δύο ζητήματα που πιστεύω ότι οι παρεμβάσεις του Κων. Μητσοτάκη θα ήταν καθοριστικές.
Η συνέντευξη του Αντ. Σαμαρά στο Βήμα της Κυριακής, που οδήγησε στη διαγραφή του από τη ΝΔ, θα είχε την ίδια ακριβώς αντιμετώπιση με αυτή του Πρωθυπουργού. Όπως και κάθε άλλου ηγέτη μιας σοβαρής Κυβέρνησης ή Παράταξης.
Του Βασίλη Κοντογιαννόπουλου
Ο Αντ. Σαμαράς μεθόδευσε τη διαγραφή του. Η συνολική απόρριψη της κυβερνητικής πολιτικής, με έμφαση τους χειρισμούς στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η απαίτηση αποπομπής του Υπουργού Εξωτερικών, στοχεύοντας τον ίδιο τον Πρωθυπουργό. Δεν υπαγορεύτηκαν από έκρηξη θυμικού, αλλά υπηρετούσαν πολιτική στόχευση. Πιστεύω ότι θα παρακολουθήσουμε προσεχώς να ανεβαίνει στην πολιτική σκηνή ένα “σίκουελ” της Πολιτικής Άνοιξης του 1993. Το κενό ηγεσίας που παρατηρείται στο ακροδεξιό συνονθύλευμα προκαλεί στον Αντ. Σαμαρά την ψευδαίσθηση και τον πειρασμό ότι είναι αυτός που μπορεί να καλύψει το κενό. Άλλωστε, στην ίδια συνέντευξη σκιαγραφείται το ιδεολογικό στίγμα ενός πολιτικού εγχειρήματος.
Ο Αντ. Σαμαράς επένδυσε στα εθνικιστικά ανακλαστικά όχι μόνο της δεξιάς, αλλά και της “πατριωτικής” αριστεράς (Χρυσ. Παζαρίδης, Ανδ. Πεντάκης). Δε “θυσίασε τα πάντα για την πατρίδα” όπως ισχυρίζεται, αλλά είναι αυτός που προκάλεσε τη μεγαλύτερη ζημιά στα εθνικά μας συμφέροντα. Πρωτοστάτησε στην απόρριψη του “πακέτου Πινέιρο” που έδινε στη γειτονική χώρα, με σύμφωνη γνώμη της τότε ηγεσίας της, το όνομα “Nova Macedonia”, αρνούμενος την εκχώρηση του ονόματος Μακεδονία. Αποτέλεσμα η διεθνής απομόνωση της Ελλάδας με την αναγνώριση των Σκοπίων, από όλες σχεδόν τις χώρες, με το όνομα Μακεδονία. Πρόβλημα που ούτε η συμφωνία των Πρεσπών έχει επιτύχει να αντιμετωπίσει με επιτυχία. Δε δίστασε όμως να επαναστεγαστεί στη ΝΔ του Κώστα Καραμανλή, η οποία είχε υιοθετήσει το όνομα Μακεδονία με γεωγραφικό προσδιορισμό. Παρόμοια στάση τηρεί και σήμερα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Απορρίπτει τον διάλογο και την πολιτική του “κατευνασμού”, μολονότι ως Πρωθυπουργός και διάλογο και διερευνητικές επαφές είχε κάνει με την Τουρκία. Ηγήθηκε του αντιμνημονιακού λαϊκισμού με τα Ζάππεια, ένα και δύο, διαγράφοντας τη Ντόρα Μπακογιάννη επειδή υπερψήφισε το πρώτο Μνημόνιο. Δε δίστασε όμως να “θυσιάσει” την αντιμνημονιακή του συνείδηση και να εφαρμόσει το δεύτερο Μνημόνιο ως Πρωθυπουργός. Σήμερα, σε μια εποχή με γεωπολιτικές αναταράξεις, πολεμικές συγκρούσεις και κινδύνους, δε διστάζει να υπονομεύσει την πολιτική σταθερότητα που έχει εξασφαλίσει η ΝΔ του Κυρ. Μητσοτάκη για τη χώρα και η οποία αποτελεί την κύρια προϋπόθεση για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη και πρόοδο. Ο πολιτικός τυχοδιωκτισμός χαρακτηρίζει την πολιτική διαδρομή του πρώην Πρωθυπουργού.
Ο Κων. Μητσοτάκης πλήρωσε το λάθος να αναθέσει το Υπουργείο Εξωτερικών σε έναν νεαρό βουλευτή που υπέταξε το εθνικό συμφέρον στο προσωπικό πολιτικό του συμφέρον.
Ο Κώστας Καραμανλής, την υποψηφιότητα του οποίου για την Προεδρία της Δημοκρατίας πρότεινε ο Αντ. Σαμαράς, με προφανή στόχο να την κάψει, πληρώνει το λάθος να τον επαναστεγάσει στη ΝΔ και να συμβάλει στην άνοδό του στην ηγεσία της.
Η ΝΔ πληρώνει το λάθος να αναδείξει ως ηγέτη και Πρωθυπουργό έναν πολιτικό που την είχε πληγώσει βαθύτατα ανατρέποντας την Κυβέρνησή της το 1993.
Η χώρα πληρώνει το κόστος της απόρριψης της κυβερνητικής πολιτικής του Κων. Μητσοτάκη που, μετά τον θάνατό του, αναγνωρίστηκε από φίλους και αντιπάλους ότι ήταν μπροστά από την εποχή της. Εάν είχε εφαρμοστεί, η Ελλάδα δε θα είχε χρεοκοπήσει.
Στο μείζον εθνικό ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων ο Κων. Μητσοτάκης, με τον ρεαλισμό και το αίσθημα εθνικής ευθύνης που τον διέκρινε, θα είχε συνεχίσει την πολιτική που είχε χαράξει ο Κων. Καραμανλής. Όπως γράφει ο ιστορικός Σωτ. Ρίζας “ο Κων. Καραμανλής ταυτιζόταν με την επιδίωξη συμφωνημένης λύσης”. Τρεις ήταν οι πυλώνες πάνω στους οποίους στήριζε την πολιτική του. Διάλογος με την Τουρκία. Το Αιγαίο δεν είναι ελληνική λίμνη. Προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Απέναντι στην πολιτική του Κων. Καραμανλή, ο Α. Παπανδρέου είχε υιοθετήσει την αδιάλλακτη πολιτική του “δε διεκδικούμε τίποτα, δεν εκχωρούμε τίποτα”. Παράλληλα, ο Κων, Καραμανλής ενίσχυσε την άμυνα της χώρας με ένα ευρύ αεροναυτικό εξοπλιστικό πρόγραμμα και την αμυντική θωράκιση των νησιών. Η αντίληψη του Κων. Καραμανλή για την αντιμετώπιση των ελληνοτουρκικών σχέσεων αποτυπώνεται σε ομιλία του στη Βουλή στις 16 Μαρτίου 1978, τέσσερα χρόνια μετά τον Αττίλα στην Κύπρο. Όπως υπενθύμισε ο ιστορικός Κώστας Κωστής σε πρόσφατο άρθρο του, ο Κων. Καραμανλής ανέφερε: “Αλλά κύριοι βουλευταί, την διένεξη, κάθε διένεξη μπορεί να δημιουργήσει οποιοσδήποτε διαφωνών μαζί σας, αμφισβητών το δίκιο σας και επιθυμών να σας αδικήσει. Από τη στιγμή αυτή δημιουργείται πρόβλημα, το οποίο δεν μπορείτε να αγνοήσετε. Είστε υποχρεωμένος να το αντιμετωπίσετε”. Και όπως ο ίδιος είχε εξηγήσει τρεις τρόποι υπάρχουν. Διαπραγμάτευση και συμφωνία. Προσφυγή σε διεθνές δικαστήριο. Στρατιωτική σύγκρουση. Όταν απορρίπτεις τους δύο πρώτους, απομένει ο τρίτος.
Την πολιτική του Κων. Καραμανλή εφαρμόζει πλήρως ο Κυρ. Μητσοτάκης. Αμυντική θωράκιση της χώρας και διάλογο με στόχο προσφυγή στη Χάγη.
Παρατηρείται το εξής οξύμωρο. Ο Γ. Παπανδρέου είχε το θάρρος να απορρίψει την πολιτική του πατέρα του και να υιοθετήσει την πολιτική Καραμανλή. Οι δύο πρώην Πρωθυπουργοί της ΝΔ που εμφανίζονται ως θεματοφύλακες της πολιτικής του ιδρυτή της, υιοθετούν την πολιτική αδιαλλαξίας του Α. Παπανδρέου. Πρεσβεύουν την πολιτική της αδράνειας, η οποία έχει προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά στα εθνικά μας συμφέροντα. Κορυφαίο παράδειγμα το Κυπριακό αλλά και το Μακεδονικό.
Το τελικό συμπέρασμα είναι πάλι η ρήση του Κων. Καραμανλή. “‘Οταν τα εθνικά συμφέροντα γίνονται αντικείμενο κομματικού ανταγωνισμού, δηλαδή δημαγωγίας, τα εθνικά συμφέροντα ζημιώνονται”. Ακόμη χειρότερο όταν μετατρέπονται σε αντικείμενο εσωκομματικών συγκρούσεων.