Του Στέλιου Λεριού
Η κατάργηση του ασύλου ανομίας ήταν αποτέλεσμα ενός μεγάλου αγώνα που έδωσε η γενιά μας. Από το 2005 μέχρι φέτος εκατοντάδες χιλιάδες φοιτητές ζητήσαμε ασφάλεια, ελευθερία ιδεών και δημοκρατία στους ακαδημαϊκούς χώρους.
Δεν ήταν μια ιδεοληψία ή μια εμμονή μας, ήταν μία αναγκαιότητα που προέκυπτε ευθέως από την καθημερινότητα που βιώναμε στις σχολές μας.
Βλέπαμε χώρους του Πανεπιστημίου κατειλημμένους, κλειστούς για τους φοιτητές, τους καθηγητές και τους υπαλλήλους, ανοικτούς μόνο για εξωπανεπιστημιακούς. Ακούγαμε απειλές και βιώναμε τραμπουκισμούς όταν λέγαμε κάτι διαφορετικό από αυτούς, ή όταν αυτοί έκριναν ότι «μας άξιζε».
Οι πιο άτυχοι από εμάς μπορεί να έβλεπαν να κυκλοφορούν στο χώρο όπλα και ναρκωτικά, ή να γίνονται οι σχολές καταφύγιο και ορμητήριο ανθρώπων του παραεμπορίου, μπαχαλάκηδων και λοιπών εγκληματικών στοιχείων. Οι ακόμα πιο άτυχοι υπήρξαμε θύματα σωματικής βίας.
Οι φοιτητές, οι καθηγητές και οι εργαζόμενοι νιώθαμε να βρισκόμαστε σε μια διαρκή κατάσταση απειλής της σωματικής μας ακεραιότητας και της αξιοπρέπειάς μας. Και σε κανέναν δεν μπορούσαμε να απευθυνθούμε για προστασία.
Το κράτος ήταν πλήρως απόν. Κάπως έτσι καταλήξανε ιστορικά ιδρύματα σαν το ΟΠΑ (πρώην ΑΣΟΕΕ) να μετατρέπονται σε χώρους αποθήκευσης ναρκωτικών, οπλισμού και εγκληματικών στοιχείων.
Κανείς δε χαίρεται όταν γίνεται χρήση βίας από την αστυνομία. Ειδικά όταν αυτό γίνεται σε Πανεπιστήμιο. Υπάρχει λόγος όμως που το κράτος έχει το προνόμιο αυτό. Η υπεράσπιση των ατομικών μας δικαιωμάτων και της κοινωνικής συμβίωσης.
Αυτή η ομάδα ανθρώπων που εισέβαλαν στην ΑΣΟΕΕ παρά το lock-out, δεν ήταν φοιτητές, και ο λόγος που το έκαναν σε καμία περίπτωση δεν επειδή τους έπιασε ο πόνος να κάνουν μάθημα.
Ήταν για να αξιοποιήσουν το κτήριο, για άλλη μια φορά, σαν ορμητήριο για τους τάχα κοινωνικούς αγώνες τους, κόντρα στη διοίκηση του Ιδρύματος που είχε κλείσει το χώρο ακριβώς για να αποφύγει αυτό. Τους έχουμε δει πολλές φορές να κάνουν τα ίδια.
Τους ξέρουμε. Το φαινομενικά αθώο και λογικό αίτημά τους για Πανεπιστήμια εν λειτουργία, υποκρύπτει την ανάγκη τους για ένα χώρο όπου θα μπορούν να συγκεντρώνονται, να παρασκευάζουν μολότοφ, να εξοπλίζονται, ώστε να σπάσουν μαγαζιά, να κάψουν αυτοκίνητα, να παίξουν ξύλο με τα ΜΑΤ και μετά να υποχωρήσουν πάλι εκεί για καταφύγιο.
Το Σαββατοκύριακο που μας έρχεται θα είναι δύσκολο. Οι ομάδες που εκμεταλλεύονται κάθε χρόνο την επέτειο θα το κάνουν και τώρα, για να σπείρουν τον τρόμο και την καταστροφή στους πολίτες. Δεν πρέπει να τους επιτραπεί, για άλλη μια φορά, να επικρατήσουν. Είναι μια τραγική μειοψηφία στην ελληνική κοινωνία, μία απλή ομάδα μεμονωμένων ατόμων. Δε μπορεί να επιβάλλονται για πάντα στην πλειοψηφία, με την απειλή χρήσης βίας.
Αν περάσει η Πολιτεία τον πρώτο κάβο, η εκκαθάριση των Πανεπιστημίων δε θα σταματήσει εδώ. Είναι η πρώτη μάχη -μετά από πολλές- που δίνουμε κατά της ανομίας, και αν θέλουμε να ζούμε σε μια χώρα όπου η νομιμότητα και η δημόσια τάξη είναι αυτονόητη, πρέπει να την κερδίσουμε.
Όχι μόνο για τα Πανεπιστήμιά μας. Για όλο το κοινωνικό φάσμα που περιμένει επιτέλους να δει τα αυτονόητα να γίνονται πράξη. Έχουμε χρέος στην ιστορία, αλλά και απέναντι σε όσους τα τελευταία χρόνια χτυπήθηκαν από το άσυλο ανομίας, αλλά δεν έπεσαν, να πετύχουμε, και δε δικαιούμαστε να κάνουμε πίσω. Αυτή την ευκαιρία δε νοείται να τη χάσουμε.
Ο πολιορκητικός κριός αυτής της αλλαγής και ταυτόχρονα το έσχατο οχυρό υπεράσπισης της ακαδημαϊκής ελευθερίας, θα αποτελέσει το δικό μας ορόσημο και ίσως το πιο σημαντικό.
Σηματοδοτεί το πέρασμα σε μιαν άλλη εποχή, σε μιαν άλλην Ελλάδα, σε έναν άλλο κόσμο. Αυτό που μένει είναι να το διεκδικήσουμε και να μην μείνουμε μόνο στα λόγια. Γιατί στη δημοκρατία τα άσυλα περιττεύουν.
* Ο Στέλιος Λεριός είναι δικηγόρος, υπεύθυνος Πολιτικής Ακαδημίας της ΟΝΝΕΔ και μέλος του Δ.Σ. της Ένωσης Ασκούμενων & Νέων Δικηγόρων Αθηνών
Ακολουθήστε το Lykavitos.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις