Η χαίνουσα πληγή, σε ανθρώπινο δυναμικό και υποδομές, που η Ρωσική εισβολή δημιούργησε στην Ουκρανία, εξακολουθεί να είναι ανοιχτή. Αποτελεί μνημείο ντροπής για τη σύγχρονη Ευρωπαϊκή Ιστορία, αλλά και την πολύπαθη περιοχή στην οποία εκτυλίσσεται.
Οι συνέπειές της είναι διαρκείς και εκτείνονται σε βάθος χρόνου. Τα όποια σχέδια για ανοικοδόμηση και ίαση των πληγών ανύπαρκτη αξία έχουν, μπρος στις εκατόμβες των νεκρών και τον άφατο πόνο των οικείων τους. Και το ερώτημα, που διαρκώς προβάλλεται, είναι για πόσο ακόμα χρόνο ο όλεθρος θα συνεχίσει. Παράλληλη είναι η και η ανησυχία, πως η μετατόπιση του παγκόσμιου ενδιαφέροντος, όπως αποτυπώνεται σε άλλα θέματα που αναδεικνύονται στην προμετωπίδα των καθημερινών ειδήσεων, θα διαιωνίσει μια διαρκή αναμέτρηση, με πρόσθετο πόνο και απώλειες.
Που σε άλλα σημεία του μετώπου δείχνει να σταθεροποιείται, όπως για παράδειγμα στη Χερσώνα και τον Νότο και σε άλλα σημεία, μετεξελίσσεται σε μια διαρκή ‘κρεατομηχανή’ με αποκορύφωνα τις μάχες στο Σολεντάρ και το Μπακχμούτ.
Μέσα από μια ιστορική θεώρηση και σύγκριση των πραγμάτων, η Ρωσία δείχνει να ετοιμάζεται για επανάληψη πρακτικών, που είχε υιοθετήσει στην εισβολή αρχικά στη Φινλανδία και τον ‘μεγάλο πατριωτικό πόλεμο’, όπως ευφυώς και χρησιμοθηρικά ενεργώντας, τον είχε ονομάσει ο Στάλιν.
Μετά δηλαδή την αρχική αρνητική έως και καταστροφική εξέλιξη της πρώτης φάσης των επιχειρήσεων, να υπάρξει αναδιοργάνωση και να κεφαλαιοποιήσει τον παράγοντα των αστείρευτων σε σχέση με τον αντίπαλο, δεξαμενών του έμψυχου δυναμικού.
Ειδικά στην περίπτωση της κατανίκησης των Ναζί, ήταν οι ανεξάντλητες εφεδρείες και το άφθονο πολεμικό υλικό, με το οποίο οι Σοβιετικές δυνάμεις προμηθεύτηκαν, που αντέστρεψε μια κατά τα άλλη χαμένη υπόθεση για τους Ρώσους και τη μετάτρεψε σε έναν μοναδικό θρίαμβο. Στο ίδιο πλαίσιο ο Ρώσος Πρόεδρος καταφεύγει στην επιστράτευση εκατοντάδων χιλιάδων νέων ανθρώπων και στις διαρκείς αλλαγές προσώπων και ηγεσίας.
Είναι μια πρόσθετη παραδοχή ότι εξ αρχής ο σχεδιασμός της εισβολής στην Ουκρανία, ήταν λανθασμένος, στηρίζονταν σε παραπειστικά δεδομένα και ανεπαρκείς δυνάμεις.
Τα δεδομένα ωστόσο, σε σχέση με τα Ιστορικά παραδείγματα δεν είναι τα ίδια. Στην περίπτωση της Ουκρανίας η Ρωσία, στη νέα αυτή όπως σχεδιάζει να είναι, φάση του πολέμου, έχει να αντιπαλέψει έναν στρατό εκπαιδευμένο και χαλυβδωμένο σε περιβάλλον πολέμου και με εξαιρετικά αντίξοες κλιματολογικές συνθήκες.
Όπως ήταν για παράδειγμα οι Φινλανδοί, αλλά δεν ήταν οι δυνάμεις της Ναζιστικής Γερμανίας. Σε αντίθεση όμως με τους Φινλανδούς, οι Ουκρανικές δυνάμεις και ευάριθμες είναι και εφεδρείες σε έναν πληθυσμό 40 και πλέον εκατομμυρίων, μπορούν να αναζητήσουν.
Επιπρόσθετα οι Ουκρανοί, σε αντίθεση με τους Φινλανδούς και τα Ναζιστικά στρατεύματα, έχουν διαρκή ροή και τροφοδοσία σε πολεμικό υλικό, το οποίο μάλιστα, αναβαθμίζεται διαρκώς. Κρίσιμη παράμετρο για την έκβαση της νέας και ενδεχόμενα τελικής φάσης της αναμέτρησης, είναι κατά πόσον θα είναι έγκαιρη και σε επαρκείς ποσότητες η προμήθεια νέου στρατιωτικού εξοπλισμού και μέσων για τους Ουκρανούς. Θα είναι η παράμετρος που θα κάνει τη διαφορά.
Την ίδια στιγμή, η Ρωσία, δείχνει με κάθε τρόπο, ότι η έκβαση της εισβολής στην Ουκρανία, είναι μάχη επιβίωσης για την ηγεσία της. Δεν είναι τυχαία η εφεκτική πολιτική που ακολουθεί έναντι του Αζερμπαιτζάν, που κατά τις καταγγελίες των Αρμενίων οδηγεί σε αφανισμό του θύλακα, του Ναγκόρνο Καραμπάχ, ούτε και η ανοχή της στους Τουρκικούς τυχοδιωκτισμούς στη Βόρεια Συρία. Είναι κινήσεις κυνισμού, που ενίοτε εκλαμβάνονται ως απόγνωση. Και δεν αποτελούν διαπιστευτήρια αξιοπιστίας στο πλέγμα των διεθνών σχέσεων.
*Ο Πολύκαρπος Αδαμίδης είναι δικηγόρος, αναπληρωτής Καθηγητής Κοινοτικού Δικαίου, Διεθνών Σχέσεων και Προμηθειών στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων