Στα 1000 δισ. δολάρια εκτιμώνται τα ποσά που οι απολυταρχίες θα διαθέσουν για να αποσταθεροποιήσουν τις δημοκρατίες και τα Κράτη δικαίου, σε μια προσπάθεια διάλυσης της διεθνούς φιλελεύθερης τάξης.
Με τον Fabrizio Calvi (1954-2021), διάσημο συγγραφέα βιβλίων για τις μαφίες και τις μυστικές υπηρεσίες, γνωριστήκαμε στις Βρυξέλλες το 1995 με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου του «Τα νέα κυκλώματα της διαφθοράς», η Ευρώπη της κομπίνας και της δωροδοκίας (ΕκδόσειςAlbin Michel). Συνιδρυτής της γαλλικής εφημερίδας Liheration, παραγωγός ταινιών και πολύ καλός ομιλητής, ο F. Calvi, απεβίωσε μετά από ευθανασία πριν ένα χρόνο.
Σε κάποιους συναδέλφους του, όμως, είχε στείλει ένα σύντομο και συγκινητικό σημείωμα, στο οποίο υπογράμμιζε ότι το παγκόσμιο κίνημα διαφθοράς και οργανωμένου εγκλήματος αντιπροσώπευε τρία τρισεκατομμύρια δολλάρια τζίρο, από τα οποία το ένα τρίτο ήταν αφιερωμένο στις εξαγορές συνειδήσεων για παροχές πολιτικών κυρίως υπηρεσιών.
«...Οι βαλίτσες με λεφτά», είναι μια συνηθισμένη ιταλική μέθοδος, συνήθιζε να λέει ο Calvi, ο οποίος είχε γεννηθεί στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και ήταν Γάλλος. Ήταν όμως και ο άνθρωπος που εντελώς προφητικά είχε γράψει ότι το οργανωμένο έγκλημα σταδιακά θα αποκτήσει πολιτικά ερείσματα μέσω της συνεργασίας του με αυταρχικά καθεστώτα, γεγονός που θα το κάνει ακόμα πιο επικίνδυνο για τις ευάλωτες δημοκρατίες μας. Σε τελευταίο άρθρο του, ο Calvi, υποστήριζε με στοιχεία που ποτέ δεν αμφισβητήθηκαν, ότι χωρίς τη στήριξη του οργανωμένου εγκλήματος, Μπερλουσκόνι, Τραμπ, Μπολσονάρο και Πούτιν δεν θα είχαν ποτέ φθάσει στην εξουσία.
«...Αυτοί οι δικτάτορες», τονίζει ο Ιταλός συνάδελφος Αντρέα Μουρατόρε, με διάφορους τρόπους έχουν επενδύσει τεράστια ποσά στη Δύση, όπου ελέγχουν εταιρείες ακινήτων, ποδοσφαιρικές ομάδες, χρηματιστηριακές εταιρείες και επενδυτικά ταμεία.
«Αυτά τα τελευταία έχουν τεράστια δύναμη και τα κεφάλαιά τους, έως ένα βαθμό, χρησιμοποιούνται για την ενίσχυση πολιτικών επιρροών», υπογραμμίζει ο Ιταλός Πάολο Γκραντίνι, ρεπόρτερ στην ιταλική εφημερίδα «Λα Ρεπούμπλικα». Προσθέτει δε με έμφαση ότι παρόμοιου τύπου επενδυτικά ταμεία στηρίζουν το καθεστώς Ερντογάν στην Τουρκία και το Πακιστάν, κάθε φορά που αυτό το τελευταίο βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο.
Περιττόν να τονιστεί ότι «περίεργα» επενδυτικά ταμεία, στηρίζουν και μια χιλιάδα ΜΚΟ στις Βρυξέλλες, κάποιες από τις οποίες κάνουν και αρκετή φασαρία για την προστασία των δικαιωμάτων των... ζώων!!!
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημάνουμε ότι το καθεστώς που ισχύει στις Βρυξέλλες για τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (Μ.Κ.Ο.), διευκολύνει αυτούς που θα ήθελαν να τις χρηματοδοτήσουν για πολιτική πίεση.
Σε αντίθεση με τις ενώσεις που εκπροσωπούν βιομηχανικά συμφέροντα, αγροτικές οργανώσεις και συνδικάτα, οι ΜΚΟ έχουν λιγότερες υποχρεώσεις οικονομικής διαφάνειας για τα κεφάλαια και τις δωρεές που λαμβάνουν. Πρόκειται για πραγματικό βοήθημα για εκείνους τους δωρητές που θέλουν να επηρεάσουν τις πολιτικές αποφάσεις, χωρίς να έχουν δημοσιότητα.
«...Οι Μ.Κ.Ο. υπόκεινται στους ίδιους κανόνες με τους τακτικούς εταιρικούς εκπροσώπους ομάδων συμφερόντων. Αλλά ενώ θα είναι δύσκολο για έναν επιχειρηματικό λομπίστα να κρύψει την προέλευση πόρων και τα συμφέροντά του, η δημιουργία μιας Μ.Κ.Ο. για την εκπροσώπηση επιχειρηματικών συμφερόντων ή εκείνων μιας ξένης χώρας μπορεί να τους επιτρέψει να κρύψουν την προέλευσή τους. Το ισχύον μητρώο δεν κάνει πολλά για να διορθώσει αυτήν την κατάσταση. Περιπτώσεις ομάδων βιτρίνας δεν ανακαλύπτονται ποτέ από τους αξιωματούχους που διαχειρίζονται το μητρώο, από όσο θυμάμαι...», δήλωσε ο Κένεθ Χάαρ, ερευνητής στο Corporate Europe Observatory, μια ερευνητική ομάδα για την άσκηση πίεσης στην E.E.
Είναι έτσι χρήσιμο να γίνει γνωστό, ότι το κοινοτικό Μητρώο Διαφάνειας που υπάρχει για την πιστοποίηση των λομπιστών, έχει μόνο 9 υπαλλήλους, σε σύγκριση με χιλιάδες ενώσεις που ελέγχονται, καθαρά θεωρητικά. Πρόκειται για ένα βαρύ στη λειτουργία του σύστημα, ιδανικό για «περιστροφή χρημάτων».
Η έρευνα για τις δωροδοκίες του Κατάρ έτσι, αν μη τι άλλο, ανέδειξε τον ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι Μ.Κ.Ο. σε αυτές τις διαδικασίες διαφθοράς και ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, μέρος του οποίου διακινείται από πρόσωπα που ανταποκρίνονται στο «άλλος έχει το όνομα και άλλος τη χάρη».