Οι αλαλαγμοί και τα μπράβο για την καταδίκη των πρωτεργατών του ναζιστικού εκτρώματος σε κάποια χρόνια φυλάκισης για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, δεν θα πρέπει να συσκοτίζουν ορισμένες δυσάρεστες πραγματικότητες της ελληνικής δημοκρατίας.
Πραγματικότητες που φέρνει στο προσκήνιο το τελευταίο βιβλίο του πρώην υπουργού κ. Γιάννου Παπαντωνίου (Προσωπική Μαρτυρία, εκδόσεις Παπαζήση) και οι οποίες υπογραμμίστηκαν ιδιαίτερα στην παρουσίασή του.
Μιλώντας σε διαδικτυακή εκδήλωση που έγινε στις Εκδόσεις Ιανός, ο συνταγματολόγος και πρώην ευρωβουλευτής κ. Κώστας Μποτόπουλος, τόνισε ότι “η 17μηνη προφυλάκιση του πρώην υπουργού αποτελεί δικαστικό σκάνδαλο και βαρειά προσβολή της έννοιας του κράτους δικαίου στη χώρα μας».
Χαρακτήρισε δε πρωτοφανές το γεγονός ότι οι δικαστικές αρχές, αφού φυλάκισαν έναν υπουργό για 17 μήνες, σήμερα παραδέχονται ότι δεν μπορεί να δικαστεί γιατί οι κατηγορίες εναντίον του χρειάζονται περαιτέρω διερεύνηση!!
Από μόνο του το γεγονός αυτό, βεβαιώνει ότι η δίωξη του πρώην υπουργού Άμυνας για «απιστία» στη σύμβαση των φρεγατών ήταν κατασκευασμένη και πολιτικά υποκινούμενη από την κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που ήθελε να εφαρμόσει το περίφημο δόγμα Πολάκη.
Δηλαδή να φυλακίσει κάποιους πολιτικούς της αντιπάλους για ψηφοθηρικούς και ευτελείς πολιτικούς λόγους. Πίσω από τους οποίους όμως, προφανώς υπήρχαν και ανομολόγητες προθέσεις.
Αναφερόμενος έτσι στο σοβαρό αυτό θέμα, ο κ. Γιάννος Παπαντωνίου, δήλωσε ότι πρόθεση της κυβέρνησης υπό τον Αλέξη Τσίπρα ήταν η παραμονή της στην εξουσία για πολλές τετραετίες, και άρα ο σχηματισμός ολοκληρωτικού καθεστώτος.
Συνεπώς για την επίτευξη του σκοπού αυτού, η άλωση της Δικαιοσύνης ήταν προτεραιότητα.
Επίσης, ο πρώην υπουργός τόνισε ότι η προφυλάκιση της συζύγου του είχε εκβιαστικό χαρακτήρα. Αποκάλυψε ετσι τις πιέσεις που δέχθηκε η σύζυγός του με αντάλλαγμα την αποφυλάκιση της, προκειμένου να «αποκαλύψει» δήθεν δωροληψίες του συζύγου της.
Οι καταγγελίες αυτές, οι οποίες για την ώρα δεν έχουν δεχθεί καμίαν απολύτως διάψευση, μας μεταφέρουν σ’ έναν δυσώδη κόσμο, ο οποίος θα πρέπει να προβληματίσει κάθε δημοκρατικό πολίτη της χώρας αυτής.
Ιδιαίτερα δε σε μια περίοδο όπου η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των βλέψεων της Τουρκίας για ηγεμονική θέση στην Ανατολική Μεσόγειο και πολιτικο-θρησκευτική κυριαρχία στον κόσμο του Ισλάμ.
Υπό αυτήν την έννοια, η πρωτοβουλία του Γιάννου Παπαντωνίου, όταν ήταν υπουργός Άμυνας το 2002 να εκσυγχρονίσει τις έξη φρεγάτες τύπου S, σήμερα αποδεικνύεται πόσον απαραίτητη και κρίσιμη ήταν για την στρατιωτική θωράκιση της χώρας. Γεγονός βέβαια που επιμελώς συσκοτίζεται, γιατί χαλάει κάποιες σούπες..
Όπως βέβαια, συσκοτίζεται και ο ρόλος του στην ιστορική για τη χώρα ένταξη της στην ευρωζώνη, για την οποίαν στην εκδήλωση μίλησε ο οικονομολόγος και αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά κ. Πλάτων Τήνιος.
Κατά τον γνωστό για την εξειδίκευσή του στην κοινωνική ασφάλιση καθηγητή, η συμμετοχή στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση ήταν το πιο θετικό επίτευγμα του μακροβιώτερου υπουργού Οικονομίας.
Είναι πολύ πιθανόν όμως, το επίτευγμα αυτό, σωτήριο σήμερα για την ελληνική οικονομία, να υπήρξε και η αφορμή για το μένος κατά του Γιάννου Παπαντωνίου.
«Η υπόθεση μου», είπε ο συγγραφέας στην εκδήλωση, «αναδεικνύει μία σταθερά της ιστορικής μας διαδρομής: Όσοι στην Ελλάδα επιχείρησαν να αλλάξουν τα πράγματα, να εναρμονίσουν το βηματισμό της με το σύγχρονο κόσμο, κατά κανόνα πλήρωσαν ακριβό τίμημα.
Η στοχοποίησή μου προσέλαβε όλα τα χαρακτηριστικά μιας πολιτικής σκευωρίας: ενιαίο πολιτικο-δικαστικό σχεδιασμό, συντονισμό ενεργειών για την υλοποίηση του σχεδίου, ανακρίβειες, ψέματα, παρανομίες και, τελικά, εκτροπή από το κράτος δικαίου με την αυθαίρετη δεκαεπτάμηνη προφυλάκιση.
Αποτελεί ένα θλιβερό κεφάλαιο για την ελληνική Δικαιοσύνη. Αποκαλύπτει, ιδιαίτερα, πόσο εύκολη είναι η διάβρωση της ανεξαρτησίας της σε σχέση με άλλες χώρες. Αντίστοιχες απόπειρες στην Πολωνία ή την Ουγγαρία συνδέθηκαν με θεσμικές επεμβάσεις, όπως τροποποιήσεις του συντάγματος, αναστολές της ισοβιότητας, απολύσεις μη αρεστών δικαστών, κλπ.
Στη χώρα μας, αρκεί η τοποθέτηση 15-20 εμπίστων δικαστών σε θέσεις-κλειδιά, όπως οι κορυφαίες θέσεις στον Άρειο Πάγο, στην Εισαγγελία Διαφθοράς και στους Ανακριτές Διαφθοράς, για να χειραγωγηθεί η Δικαιοσύνη. Γιατί υπάρχουν - ελάχιστοι, ευτυχώς! - δικαστές, που είναι πρόθυμοι να ξεχάσουν τον όρκο που έχουν δώσει για να υπηρετήσουν σκοπιμότητες, είτε πολιτικές, είτε ακόμα και ιδιοτελείς. Το καίριο πρόβλημα δεν είναι η ανεπάρκεια όσο η ασυνειδησία.
Προέρχομαι από οικογένεια δημοσίων και δικαστικών λειτουργών, που έχουν υπηρετήσει τη χώρα με ακεραιότητα και αυταπάρνηση.
Έχω εμπιστοσύνη στην ελληνική Δικαιοσύνη. Είμαι βέβαιος ότι, μετά την περιπέτεια της προηγούμενης διακυβέρνησης, θα βρει το δρόμο της.
Πρέπει όμως, η πολιτεία να βοηθήσει: Προσφέροντας καλύτερη εκπαίδευση στους δικαστές και καθιερώνοντας ένα σύστημα ουσιαστικής και αυστηρής αξιολόγησης. Για να συμβάλει στη διαμόρφωση αρτιότερης και συνεπέστερης δικαστικής συνείδησης.
Θα δικαιώσει, έτσι, τον αγώνα που διεξάγουν καθημερινά, στην τεράστια πλειοψηφία τους, οι Έλληνες δικαστές εκτελώντας το καθήκον τους».