Πριν από λίγες ημέρες κυκλοφόρησε στον Τύπο μια είδηση στην οποία δεν δόθηκε ιδιαίτερη σημασία. Η Ολλανδία ετοιμάζεται να ενσωματώσει τις υπόλοιπες μάχιμες ταξιαρχίες της στον γερμανικό στρατό, καθώς οι δύο σύμμαχοι ενώνουν τις στρατιωτικές δυνάμεις τους εν μέσω αυξανόμενων απειλών για την ασφάλεια στην περιοχή μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Οι δύο σύμμαχοι εργάζονται τώρα για την ενσωμάτωση της 13ης Ελαφράς Ταξιαρχίας των Κάτω Χωρών στη 10η Μεραρχία Πάντσερ του Γερμανικού Στρατού. Μεγάλο μέρος του ολλανδικού στρατού έχει συγχωνευτεί με τον γερμανικό, μια διαδικασία που έχει ξεκινήσει από το 2014 και συνεχίζεται. Δύο από τις τρεις μάχιμες ολλανδικές ταξιαρχίες έχουν ήδη ενωθεί με τις γερμανικές ένοπλες δυνάμεις.

Η 11η αερομεταφερόμενη ταξιαρχία έχει περάσει υπό γερμανική διοίκηση από το 2014. Στις 17 Μαρτίου 2016, η 43η Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία έγινε και επίσημα μέρος της 1ης Γερμανικής Τεθωρακισμένης Μεραρχίας. Με την ενσωμάτωση και της 13ης Ταξιαρχίας, ο ολλανδικός στρατός θα έχει πλέον υπό τον έλεγχό του μόνο τις ειδικές δυνάμεις, το υποστηρικτικό προσωπικό και τα αρχηγεία.

Αυτή είναι μια επαναστατική αλλαγή όχι μόνο για την Ολλανδία, αλλά και για την Ευρώπη και, ίσως, τον κόσμο ολόκληρο. Έχει ανοίξει, ουσιαστικά, τον δρόμο για μια νέα στρατιωτική δύναμη υπό γερμανική διοίκηση.

Η συγχώνευση της τελευταίας ταξιαρχίας των 3.000 στρατιωτών μπορεί να γίνει ήδη από τον Απρίλιο, αλλά η ολλανδική κυβέρνηση δεν έχει λάβει ακόμη την τελική της απόφαση, δήλωσε ο Van de Beek, εκπρόσωπος του Βασιλικού Στρατού των Κάτω Χωρών, στο Bloomberg. Το ολλανδικό υπουργικό συμβούλιο «διερευνά» την πιθανή ενσωμάτωση, δήλωσε η υπουργός Άμυνας Kajsa Ollongren σε επιστολή του Σεπτεμβρίου 2022 προς το κοινοβούλιο.

Το σχέδιο θα οδηγήσει σε μια κοινή δύναμη περίπου 50.000 στρατιωτικών, με περίπου 8.000 στρατιώτες να προέρχονται από την Ολλανδία, σύμφωνα με την ολλανδική εφημερίδα NRC.

Μιλώντας για τα οφέλη της ολοκλήρωσης για τη Γερμανία, τα μέσα ενημέρωσης σημειώνουν ότι λόγω της αυξανόμενης «απειλής από την Ανατολή», η ευρωπαϊκή στρατιωτική ατζέντα έχει επιστρέψει στη συλλογική άμυνα και για αυτό οι χώρες χρειάζονται μεγάλες ομάδες στρατού, όπως μεραρχίες. Η Bundeswehr εξακολουθεί να έχει μια μεραρχιακή δομή, αλλά λόγω της χρόνιας έλλειψης προσωπικού, οι τρεις γερμανικές μεραρχίες έχουν πλέον σοβαρή υποστελέχωση. Ως εκ τούτου, η ενίσχυσή τους από τις ολλανδικές ταξιαρχίες θεωρείται ως η κατάλληλη κίνηση.

Η συγχώνευση ήταν μέρος του προγράμματος Common Army Vision, μιας εμπιστευτικής συμφωνίας μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων των δύο χωρών, που υπογράφηκε στις 30 Νοεμβρίου 2022 σε συνάντηση στη Δρέσδη μεταξύ του διοικητή των ολλανδικών χερσαίων δυνάμεων, Martin Weinen, και του Γερμανού ομολόγου του Alfons Meis, γράφει η NRC.

Από τον Φεβρουάριο 2022, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς έχει δηλώσει ότι η Γερμανία θα έχει σύντομα «τον μεγαλύτερο παραδοσιακό στρατό στην Ευρώπη» μεταξύ των χωρών της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Υποστήριξε λοιπόν από τη Βουλή τη νομική βάση για ένα ειδικό ταμείο για την Bundeswehr ύψους 107 δις ευρώ. Αυτό θα επιτρέψει στο Βερολίνο να επιτύχει τον στόχο του 2% του ΑΕΠ που διατίθεται για την άμυνα, ο οποίος είναι υποχρεωτικός για τις χώρες του ΝΑΤΟ, ασχέτως αν η πλειοψηφία των μελών τον παραβιάζει.

Επειδή δεν ακούγονται φωνές εναντίον της συμφωνίας στο Βερολίνο και το Άμστερνταμ, εκτιμάται η εν λογω συμφωνία θα ολοκληρωθεί. Ταυτόχρονα, η επέκταση των εξουσιών της διοίκησης της Bundeswehr στην Ολλανδία δεν θα περιοριστεί σε δύο χώρες. Ήδη, εκπρόσωποι του γερμανικού υπουργείου Άμυνας εργάζονται στη Φινλανδία, ενώ παλιότερα και η Τσεχία είχε εκδηλώσει παρόμοιο ενδιαφέρον.

 

Η ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ-ΟΛΛΑΝΔΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΝΑΤΟ

 

Το ΝΑΤΟ μπορεί να θέλει να δείξει ότι κρατά μια ενιαία στάση απέναντι στη Ρωσία, αν και η Τουρκία το διαψεύδει, αλλά κανένας δεν ξέρει πόσο μονολιθικά θα αντιδράσει η συμμαχία εάν αρχίσουν πραγματικές εχθροπραξίες πλήρους κλίμακας στην Ευρώπη. Μπορεί αυτή η προοπτική να είναι σχεδόν απίθανη, αλλά τα στρατιωτικά επιτελεία δεν λειτουργούν με αυτή τη λογική.

Με τα δεδομένα αυτά μπορεί να αναμένεται και μια άλλη στρατιωτική διακρατική ολοκλήρωση στην Ευρώπη, που αφορά την Πολωνία και τις χώρες της Βαλτικής. Επιπλέον, στο μέλλον, αυτές οι συσπειρώσεις ενδέχεται να γίνουν ανταγωνιστικές, δεδομένων των αξιώσεων της Βαρσοβίας για αποζημιώσεις από το Βερολίνο. Αλλά αυτό δεν θα ενοχλήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες, που θεωρούν ότι μπορούν να το διαχειριστούν.

Γενικά, όλα όσα συμβαίνουν είναι παρόμοια με τη δημιουργία εντός του ΝΑΤΟ στρατιωτικών κύκλων με τα δικά τους πολιτικά και στρατιωτικά συμφέροντα. Προφανώς, η συμμαχία πιστεύει ότι μια τέτοια διαχείριση θα είναι πιο βολική για μια άμεση απάντηση στον ρωσικό κίνδυνο. Ταυτόχρονα, η κοινή δομή διοίκησης και επιτελών του ΝΑΤΟ θα διατηρηθεί πάνω από τις διακρατικές δομές που θα προκύψουν. Η «πρωτοβουλία Ραμστάιν», είναι ενδεικτική της λογικής που κυριαρχεί στις χώρες της Δύσης.

Η βάση του Ραμστάιν φιλοξένησε στις 20 Ιανουαρίου την όγδοη συνάντηση της Ομάδας Επαφής για την Άμυνα της Ουκρανίας, την τρίτη σε αυτή τη στρατιωτική εγκατάσταση. Μετά την πρώτη σύνοδο κορυφής όλων των φιλο-ουκρανικών χωρών στις 26 Απριλίου 2022, στην οποία εμφανίστηκε ξεκάθαρα η ηγετική ομάδα χωρών που επιθυμούσαν να υποστηρίξουν το Κίεβο, οι συνομιλίες με αυτή τη μορφή, επαναλήφθηκαν την 8η Σεπτεμβρίου.

Στην πρώτη κοινή συνάντηση, συγκεκριμένα το Ηνωμένο Βασίλειο με επικεφαλής τον Μπόρις Τζόνσον και εκπροσωπούμενο από τον υπουργό Άμυνας Μπεν Γουάλας πίεσε να παράσχει όλα τα είδη όπλων και υποστήριξη πληροφοριών στο Κίεβο. Κοντά στη γραμμή του Λονδίνου βρέθηκε επίσης η Πολωνία, ακολουθούμενη από τις χώρες της Βαλτικής. Με το πέρασμα των μηνών, χώρες εκτός ΝΑΤΟ προστέθηκαν στη πρωτοβουλία Ραμστάιν. Αυτές περιλαμβάνουν το τετράπλευρο Αυστραλία-Νέα Ζηλανδία-Ιαπωνία-Νότια Κορέα, που υποστηρίζει το Κίεβο από τον Ειρηνικό ή χώρες κοντά στη Δύση όπως το Ισραήλ, το Κατάρ και το Μαρόκο.

Πρόκειται για βήματα προς τη διαμόρφωση μιας νέας «συμμαχίας των προθύμων» που υπερβαίνει τα πλαίσια του ΝΑΤΟ. Ή, όπως επιμένουν κάποιοι πολιτικοί και ειδικοί, για τα πρώτα βήματα για την δημιουργία του «Παγκόσμιου ΝΑΤΟ».

Η τρίτη συνάντηση στο Ραμστάιν στις 20 Ιανουαρίου 2023, είχε έναν διαφορετικό στόχο. Την ανάδειξη του Ατλαντισμού ως στρατηγικής ενάντια στις φιλοδοξίες της Ρωσίας και, ταυτόχρονα, το τέλος των ευρωπαϊκών φιλοδοξιών για στρατιωτική αυτονομία. Οι κινήσεις υπαγορεύονται από τον αγγλοσαξονικό άξονα Ουάσιγκτον-Λονδίνο. Το Ραμστάιν είναι για την Ουάσιγκτον, ακόμα και συμβολικά, η «στρατιωτική πρωτεύουσα» της Δύσης, η οποία αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως σε πόλεμο εναντίον της Ρωσίας και μελλοντικά, της Κίνας.

Το Ραμστάιν μπορεί να λειτουργήσει ως στρατιωτικό υποκατάστατο των Βρυξελλών, της επίσημης έδρας του ΝΑΤΟ, επειδή είναι μια τεράστια αμερικανική βάση και όχι ένα αρχηγείο υπεράνω των κρατών-μελών, όπως είναι οι Βρυξέλλες. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, οι διακρατικές στρατιωτικές ολοκληρώσεις, όπως αυτή μεταξύ Γερμανίας και Ολλανδίας είναι ευπρόσδεκτες, ιδίως αν λειτουργούν ως πολλαπλασιαστές ισχύος.

 

Πηγή: https://www.geoeurope.org/