Τον καταλαβαίνω τον κ. Τσίπρα να τρέχει αξημέρωτα στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και να «απαιτεί» (άσχετα αν δεν το δηλώνει ευθέως) οι όποιες εξελίξεις στο θέμα των παράνομων παρακολουθήσεων (με ή άνευ predator) να οδηγηθούν στο συμπέρασμα που τον ίδιο βολεύει, μήπως και καταφέρει κάποια στιγμή στο άδηλο μέλλον να αποκτήσουν ο ίδιος και ο ΣΥΡΙΖΑ κανονικό πολιτικό αφήγημα, ικανό να σταθεί στην κοινωνία των πολιτών και να συνεγείρει πολιτικές διεργασίες και την πολυπόθητη στροφή προς την αριστερά.
Με την δημοσκόπηση της Opinion για λογαριασμό του Lykavitos.gr να «καίει» ακόμη και τα ευρήματα της πεισματικά, σαδιστικά σχεδόν, να επιβεβαιώνουν πλήρως τα αριθμητικά στοιχεία και τα πολιτικά συμπεράσματα από όλες τις προηγούμενες που διενεργήθηκαν σε περίπου ίδιες πολιτικές συνθήκες (ειδικά από τον Αύγουστο και μετά) το μόνο που απομένει στον Αλέξη είναι, είτε να εμπιστευθεί «μια κρυφή έρευνα κοινής γνώμης από μια πρεσβεία» (από εκείνες τις άγνωστες στο ευρύ κοινό πρεσβείες), είτε να το ρίξει στην πολιτική τρέλα και να εμφανίζεται (ο ίδιος και τα στελέχη του) δημοσίως να υπερασπίζονται το πολιτικό τους αφήγημα φαντασιωνόμενοι πως είναι πρώτοι στις μετρήσεις και ήδη ξεσκονίζουν τα υπουργικά αμπέχωνα!
Στην καθομιλουμένη, τα ευρήματα, ποσοτικά και ποιοτικά, της Opinion, «δεν παλεύονται»: ό,τι και να σκαρφιστεί ο κ. Τσίπρας, ό,τι και να φαντασιωθεί ο κ. Παππάς (στα διαλείμματα του ειδικού δικαστηρίου, στο εδώλιο του οποίου κάθεται παρεάκι με τον κ. Καλογρίτσα), ότι και να υπολογίσει ο επίσημος αριστερός δημοσκόπος κ. Βερναρδάκης (αλήθεια, που χάθηκε αυτή η ψυχή;) η πολιτική (και προσωπική και ιδεολογική- ειδικά η τελευταία) υπεροχή του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι τέτοια (και τόση, αν μετρηθεί στην προοπτική της) που « το ματς μοιάζει παρτίδα τάβλι στις φυλακές, δεν την παίζουν μέχρι το τέλος ούτε οι ισοβίτες».
Επιμένω στην ιδεολογική υπεροχή του Κυριάκου Μητσοτάκη απέναντι στον κ. Τσίπρα για ένα εξαιρετικά σπουδαίο λόγο: άρκεσε μια κυβερνητική θητεία (παρά λίγους μήνες) και μια κανονική κεντροδεξιά κυβέρνηση, η οποία υλοποίησε σε συνθήκες γενικευμένης κοινωνικο-οικονομικής κρίσης ένα πρωτόλειο πολιτικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων για να αποδομηθεί στη συνείδηση των πολιτών ακόμη και ο κληρονομημένος από την μεταπολεμική περίοδο μύθος της αριστερής ιδεολογικής κυριαρχίας και να αποσυντεθεί «εις τα εξ ων συνετέθη» το περιβόητο αριστερό ηθικό πλεονέκτημα.
Το γεγονός πως σε συνθήκες μιας διαρκούς (σαν την αναμενόμενη «επανάσταση» της κας Μποφίλιου) ιστορικής κρίσης στην Ευρώπη, στον πλανήτη και στη χώρα, που επηρεάζει όλα τα κρίσιμα κυβερνητικά μεγέθη (εθνικά θέματα, υγειονομική κατάσταση, οικονομία, κοινωνία, ειρήνη) οι πολίτες επιβραβεύουν το κυβερνητικό αφήγημα και αξιολογούν θετικά (ποσοστιαία) τον Κυριάκο Μητσοτάκη «και την παρέα του» είναι μια σαφής ιδεολογική στην ουσία της και πολιτική στην έκφραση της νίκη του «ελληνοπρεπούς καπιταλισμού» (είναι λίγο διαφορετικός από τον κανονικό καπιταλισμό, αλλά που θα πάει, θα τον προφτάσει), δηλαδή της απλής λογικής απέναντι στα κάθε λογής ιδεολογικά φτιασίδια που η αριστερά κουβάλησε και «πούλησε» για τόσες δεκαετίες στο πόπολο!
Η δημοσκόπηση αποκαλύπτει ευκρινώς πως στην κοινωνία διαμορφώνεται καθημερινά, σε εξαιρετικά σκληρές συνθήκες, ένα «μέτωπο λογικής», η αξία του οποίου ξεπερνάει κατά πολύ τους κομματικούς σχηματισμούς, διαπερνάει οριζόντια τα κόμματα, διασπά την επιρροή τους και διευρύνει την δεδομένη ικανότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη να συνομιλεί με «την όλη κοινωνία» πάνω σε ένα κυβερνητικό σχέδιο που έχει αρχή, μέση και τέλος, ακόμη και όταν η υλοποίηση του συναντάει αντικειμενικά εμπόδια, με κυρίαρχο ανάμεσα τους τον κληρονομικό αριστερισμό της μετεμφυλιακής ελληνικής πραγματικότητας.
Ταυτόχρονα, αποτυπώνει ένα νέο είδος μέτρησης της κοινής γνώμης: την αξία του έργου που υλοποιήθηκε και την προοπτική που προσφέρει στους πολίτες. Οι ερωτώμενοι (ακόμη και στην σκληρή κομματική εκδοχή τους) αδυνατούν να αρνηθούν την μετρήσιμη πρόοδο που παρουσιάστηκε σε καίριους τομείς, όταν οδηγούνται στην άρνηση το κάνουν για να επιβεβαιώσουν τον κομματικό πατριωτισμό τους, υπόθεση εργασίας που πείθει καθημερινά λιγότερους παρά τις σκληρές προσπάθειες του ΣΥΡΙΖΑ και των διάφορων μιντιακών παραφυάδων του.
Που οδηγούν τον καθένα τα στοιχεία της έρευνας; Στην κοινή διαπίστωση πως «ο Μητσοτάκης μπορεί να χάσει αυτό το ματς μόνο αν παρέα με την υπόλοιπη κυβέρνηση αποφασίσουν μαζικό χαρακίρι σε δημόσια θέα», άλλος τρόπος δεν υπάρχει και δεν προβλέπεται στο ορατό μέλλον να υπάρξει.
Ο πρωθυπουργός και ο σκληρός κυβερνητικός πυρήνας (Πιερρακάκης κ.λ.π.) καταγράφει πρωτοφανείς για κεντροδεξιό κυβερνήτη ιδεολογικές νίκες απέναντι στην αριστερή μυθολογία, και απόμεινε (τα ζητήματα κοινωνικής πολιτικής και στήριξης των ασθενέστερων) για να κατακτηθεί (προφανώς κάποιος σχέδιο υπάρχει και αναμένεται να εξελιχθεί στο επόμενο διάστημα) για να καταγραφεί το ιστορικό ρεκόρ ο Κυριάκος Μητσοτάκης να κυριαρχεί σε όλα απέναντι σε έναν «κληρονομικώ δικαίω, πρίγκιπα της πεζοδρομιακής αριστεράς», που δεν είναι ικανός να καταλάβει την «αλφαβήτα» των εξελίξεων και παλεύει ακόμη να σκοτώσει το θηρίο του καπιταλισμού με εργαλεία των αρχών του 19ου αιώνα…
Η μεγάλη υπηρεσία του Μητσοτάκη στην ελληνική κοινωνία (αυτό αποτυπώνει η έρευνα της Opinion) είναι πως κατόρθωσε, με ένα συνδυασμό απλών επιλογών και σχεδιασμένων πρωτοβουλιών, να αποκαταστήσει στην ελληνική καθημερινότητα τους βασικούς όρους της φιλελεύθερης προσέγγισης.
Πέτυχε να αποκαθάρει τον κανονικό καπιταλισμό από τις αριστερές σκοπιμότητες με τις οποίες είχε περιβληθεί σε περιόδους που η κεντροδεξιά ζούσε το δικό της μαρτύριο και έψαχνε την απενοχοποίηση της για την κατάληξη του εμφυλίου, να δώσει στο πολιτικό κέντρο την χαμένη του κυβερνητική πρωτοκαθεδρία, να συνεγείρει τις υπαρκτές δυνάμεις της προόδου και να προσφέρει στην υγιή κοινωνία ένα ισχυρό και αξιόπιστο όραμα για την επόμενη μέρα.
Τι από όλα αυτά καταλαβαίνει ο κ. Τσίπρας είναι ένα μεγάλο ερώτημα. Από την πολιτική του παρουσία δεν προκύπτει λόγος αισιοδοξίας, ώστε να αναδιατάξει το ιδεολογικό φορτίο του ΣΥΡΙΖΑ και να διαμορφώσει ένα σοβαρό και υλοποιήσιμο εναλλακτικό κυβερνητικό πρόγραμμα.
Δεν είναι τυχαίο πως παλεύει ακόμη με τους εφιάλτες της αριστερής παράδοσης και τις σύγχρονες εκδοχές της Σουσλοφικής ανάγνωσης της ιστορίας, εκείνο τον ανιστόρητο μανιχαϊσμό, που δεν συγκινεί πλέον ακόμη και ένα μεγάλο τμήμα «των δικών του».
Μεταξύ μας, κανένα πρόβλημα! Μακάρι να συνεχίσει σε αυτό το μοτίβο, το σκοτάδι της αριστερής νύχτας δεν είναι μακριά!