Επικίνδυνες μεταλλάξεις του κορωνοϊού, συνεχόμενοι καύσωνες και πυρκαγιές στη Μεσόγειο, φονικές πλημμύρες εν μέσω θέρους στη Βόρεια Ευρώπη. Αν κάτι σημαντικό μπορούν έστω και αργά να μας διδάξουν οι δομικές, συνεχόμενες και ταυτόχρονες κρίσεις -οικονομική, πανδημική και κλιματική είναι η πολυεπίπεδη αλληλεξάρτηση του ανθρώπου με το περιβάλλον του, κοινωνικό και φυσικό, και οι διογκούμενες -και στο εξής άμεσες- επιπτώσεις των οικονομικών επιλογών του σε όλες τις συνιστώσες της ζωής του, πολιτισμικές, περιβαλλοντικές, επαγγελματικές και κοινωνικές.

του Γιώργου Καρανίκα*

Το πικρό αυτό μάθημα πήραμε και στη χώρα μας από την πύρινη λαίλαπα του Αυγούστου που μετατόπισε για πρώτη φορά ύστερα από δύο χρόνια το κέντρο βάρους του δημόσιου διαλόγου, από τα οικονομικά προβλήματα που δημιουργεί η πανδημία στα κράτη και τις κοινωνίες, στις τεράστιες πληγές που η ίδια ανθρωπότητα προκαλεί στη φύση, οι οποίες επιστρέφουν ως εφιάλτες στοιχειώνοντας την καθημερινότητά μας. Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι πρόκειται για τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Η αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η στήριξη των νοικοκυριών και των θέσεων εργασίας και η  προστασία του φυσικού περιβάλλοντος συσχετίζονται απόλυτα μεταξύ τους και δεν ωφελεί κανέναν πια να τα βλέπουμε ως ξεχωριστούς τομείς άσκησης πολιτικής.

Σε όλο τον πλανήτη απαιτείται, πριν είναι αργά, αλλαγή στάσης και ανάληψη δράσης σε επίπεδο κυβερνήσεων, υπερεθνικών θεσμών, επιχειρήσεων και πολιτών. Η ανθρωπότητα έχει ανάγκη μία νέα συναντίληψη που θα εδράζεται στην Αρχή ότι πλούτος κάθε χώρας είναι η φύση και οι άνθρωποί της, σε μια οργανική ενότητα. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σε πρώτο στάδιο πρέπει να αποφύγουμε τη διαχείριση της μετά COVID εποχής με κοντόθωρη «λογιστική» εκμετάλλευση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ προς όφελος λίγων μεγάλων επιχειρήσεων, με μοναδικό στόχο να καταγράψουν πρόσκαιρα οι δείκτες της οικονομίας θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Στην Ελλάδα, ως απόλυτη προτεραιότητα προβάλλει τώρα η αποφυγή της διάρρηξης του κοινωνικού ιστού, μέσω αφενός των μέτρων που θα επιταχύνουν την αναγέννηση του φυσικού τοπίου και αφετέρου της έμπρακτης και γενναίας στήριξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Πρωτογενής παραγωγή, εμπόριο, εστίαση, τουρισμός, βιομηχανία και ψηφιακή τεχνολογία οφείλουν να λειτουργούν συνεργατικά, με γνώμονα τη βιωσιμότητα του φυσικού περιβάλλοντος και των τοπικών κοινωνιών. Οι ΜμΕ μπορούν να υπηρετήσουν ένα μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης, διασφαλίζοντας απασχόληση και αξιοπρεπές εισόδημα στους κατοίκους και επαγγελματίες των περιοχών που ξεκληρίστηκαν από τις πυρκαγιές και στους επιχειρηματίες και εργαζόμενους των κλάδων που πλήττονται από την πανδημία.

Είναι παρήγορη η δέσμευση του πρωθυπουργού ότι θα ξανακτιστεί ό,τι κάηκε, όμως η Πολιτεία πρέπει να αποδείξει ότι μαθαίνει από τα λάθη της όχι μόνο στην αντιμετώπιση των κρίσεων, αλλά κυρίως στην πρόληψή τους, που είναι αποτελεσματική μόνο με το ξερίζωμα των αιτιών που τις προκαλούν. Η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα είναι το ζωντανό κύτταρο στο DNA του Έλληνα και μπορεί να αποτελέσει το θεμέλιο λίθο για να οικοδομήσουμε ένα βιώσιμο μέλλον, υπό τρεις προϋποθέσεις: Την αυτοδέσμευσή της στις αρχές της αειφορίας, τη θέσπιση πλέγματος κινήτρων που θα ωθήσει στην εφαρμογή των βέλτιστων πρακτικών κυκλικής οικονομίας, καθώς και τη δίκαιη και ουσιαστική ενίσχυση των επιχειρήσεων με προγράμματα στήριξης της επανεκκίνησης και χρηματοδότησης της «πράσινης» και ψηφιακής μετάβασης.

*πρόεδρος της ΕΣΕΕ (Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου & Επιχειρηματικότητας)